DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Coal containing διάφραγμα | all forms
GreekEnglish
ημιδιαπερατόν διάφραγμα στεγανότητοςsemi-impervious cutoff
ημιδιαπερατόν διάφραγμα στεγανότητοςperforated cutoff
μη πλήρες διάφραγμα στεγανότητοςpartial cutoff