DictionaryForumContacts

   Greek English
Terms for subject Politics containing γ-ray γ | all forms
GreekEnglish
Γενική Διεύθυνση Γ - Ανταγωνισμός, καινοτομία και έρευνα, βιομηχανία και κοινωνία της πληροφορίας, εσωτερική αγορά, ανταγωνισμός και τελωνεία, μεταφορές, ενέργειαDirectorate-General C - Competitiveness, Innovation and Research, Industry and Information Society, Internal Market, Competition and Customs, Transport, Energy
Γενική Διεύθυνση Γ - Ανταγωνισμός, καινοτομία και έρευνα, βιομηχανία και κοινωνία της πληροφορίας, εσωτερική αγορά, ανταγωνισμός και τελωνεία, μεταφορές, ενέργειαDirectorate-General for Competitiveness, Innovation and Research, Industry and the Information Society, the Internal Market, Competition and Customs, Transport and Energy
Γενική Διεύθυνση Γ - Ανταγωνισμός, καινοτομία και έρευνα, βιομηχανία και κοινωνία της πληροφορίας, εσωτερική αγορά, ανταγωνισμός και τελωνεία, μεταφορές, ενέργειαDG C
Γενική Διεύθυνση Γ - Εξωτερικές υποθέσεις, διεύρυνση και πολιτική προστασίαDirectorate-General K - Foreign Affairs Council, Enlargement, Humanitarian Aid and Civil Protection
Γενική Διεύθυνση Γ - Εξωτερικές υποθέσεις, διεύρυνση και πολιτική προστασίαDirectorate-General C - Foreign Affairs, Enlargement and Civil Protection
Μονάδα Ποιότητας της Νομοθεσίας Γ - Δικαιώματα των πολιτώνLegislative Quality Unit C - Citizens' Rights