DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Electronics containing α | all forms | exact matches only
GreekEnglish
άρση των ασφαλίσεων των διακοπτών εις την ανοικτή θέσηto restore
έγγραφη στον καταχωρητή Αstore-A
βαθμίδα ενισχυτή τάξης Αclass-A stage
ενισχυτής Α-κατηγορίαςclass-A amplifier
ενισχυτής κατηγορίας Αclass-A amplifier
εστíα θερμóτηταςsource of heat
ηλεκτρικό σύστημα πέδησης με ανάκτηση ενέργειας κατηγορίας Αelectric regenerative braking system of category A
καταχωρητής Αaugend register
καταχωρητής ΑA register
μετασχηματιστής με ρύθμιση εις το τετράγωνοtransformer with regulation in quadrature
μνήμη Αstore-A
ολοκληρωμένη μέτρηση από άκρου εις άκρονcomprehensive end-to-end measurement
πλήρης μέτρηση από άκρου εις άκρονcomprehensive end-to-end measurement
το ονομαστικό ρεύμα μιας επαφής εις μόνιμον λειτουργίανrated current of a contact
φορτίο καταχωρητή Αload A
φόρτωση καταχωρητή Αload A
χωρητικότητα σε Αampere-hour capacity