DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Earth sciences containing αγωγιμότητα | all forms
GreekEnglish
αγωγιμότητα αίγληςglow conduction
αγωγιμότητα αερίουgas discharge
αγωγιμότητα αερίουgas conduction
αγωγιμότητα εδάφουςground conductivity
αγωγιμότητα πάνω από οιμοιογενές έδαφοςconductivity over homogeneous ground
αγωγιμότητα ρευστούfluid conductance
απαγωγή με φυσική αγωγιμότητα και συναγωγήto dissipate by natural conduction and convection
αστάθεια άπειρης αγωγιμότηταςinfinite conductivity instability
αυτοσυντηρούμενη αγωγιμότητα αερίουself-maintained gas conduction
ειδική ηλεκτρική αγωγιμότητα του υλικούbulk electrical conductivity
ηχητική αγωγιμότητα τοιχώματοςwall admittance
ισοδύναμη αγωγιμότηταequivalent conductance
μήτρα σύνθετης αγωγιμότηταςy-matrix
μήτρα σύνθετης αγωγιμότηταςadmittance matrix
μαγνητική αγωγιμότηταpermeance
μη αυτοσυντηρούμενη αγωγιμότητα αερίουnon-self-maintained gas conduction
νερό αγωγιμότηταςconductivity water
παγκόσμιος άτλας αγωγιμότητας εδάφουςWorld Atlas of ground conductivities
ρεύμα αγωγιμότηταςconduction current
στάθμη ενεργείας στη ζώνη αγωγιμότηταςconduction-band state
στάθμη ενεργείας στη ζώνη αγωγιμότηταςconduction state
στάθμη ενεργείας στη ζώνη αγωγιμότηταςconduction level
συντελεστής θερμικής αγωγιμότηταςthermal conductibility
συντελεστής θερμικής αγωγιμότηταςcoefficient of heat conductivity
συντελεστής θερμικής αγωγιμότηταςcoefficient of thermal conductivity
συντελεστής θερμικής αγωγιμότηταςthermal conductibility coefficient
Σύνθετη αγωγιμότηταadmittance
σύνθετη αγωγιμότηταmodulus of admittance
σύνθετη αντίσταση ή αγωγιμότηταimmittance
σύνθετη μιγαδική αγωγιμότηταcomplex admittance