Subject | Greek | English |
chem. | άλατα αγωγιμότητας | conducting salts |
el. | αγωγιμότητα άλματος | hopping conduction |
earth.sc. | αγωγιμότητα αίγλης | glow conduction |
earth.sc. | αγωγιμότητα αερίου | gas discharge |
earth.sc. | αγωγιμότητα αερίου | gas conduction |
el. | αγωγιμότητα ακτινοβολίας | radiation conductivity |
el. | αγωγιμότητα ανάστροφης μεταφοράς | reverse transfer admittance |
commun. | αγωγιμότητα βραχυκύκλωσης | short-circuit admittance |
earth.sc., el. | αγωγιμότητα εδάφους | ground conductivity |
commun., el. | αγωγιμότητα εισόδου | driving-point admittance |
el. | αγωγιμότητα εισόδου διθύρου δικτύου | input immittance of a two-port network |
el. | αγωγιμότητα εισόδου διθύρου δικτύου | input immitance of a 2-port network |
el. | αγωγιμότητα εισόδου ενός πολύθυρου δικτύου | driving-point immittance of an n-port network |
el. | αγωγιμότητα ενός φορτίου | load impedance |
el. | αγωγιμότητα ενός φορτίου | load immittance |
el. | αγωγιμότητα εξόδου | output conductance |
el. | αγωγιμότητα εξόδου διθύρου δικτύου | output immittance of a two-port network |
el. | αγωγιμότητα εξόδου διθύρου δικτύου | output immittance of a 2-port network |
el. | αγωγιμότητα ηλεκτρονίων | N-type conductivity |
el. | αγωγιμότητα ηλεκτρονίων | electron conductivity |
el. | αγωγιμότητα ηλεκτρονίων | electron conduction |
commun. | αγωγιμότητα κενής λειτουργίας | open-circuit admittance |
el. | αγωγιμότητα λόγω ατελειών | defect conduction |
el. | αγωγιμότητα λόγω ατελειών | hole conduction |
el. | αγωγιμότητα λόγω ατελειών | P-type conduction |
el. | αγωγιμότητα λόγω προσμίξεων | impurity conduction |
el. | αγωγιμότητα λόγω προσμίξεων | extrinsic conductivity |
el. | αγωγιμότητα λόγω προσμίξεων | extrinsic conduction |
el. | αγωγιμότητα μεταφοράς | transfer immittance |
el. | αγωγιμότητα μιας θύρας | terminating impedance of a port |
el. | αγωγιμότητα μιας θύρας | terminating immittance of a port |
el. | αγωγιμότητα ολίσθησης | drift conduction |
el. | αγωγιμότητα οπών | P-type conductivity |
el. | αγωγιμότητα οπών | hole conductance |
el. | αγωγιμότητα οπών | hole-type conductivity |
el. | αγωγιμότητα οπών | hole conduction |
earth.sc., el. | αγωγιμότητα πάνω από οιμοιογενές έδαφος | conductivity over homogeneous ground |
IT, el. | αγωγιμότητα πύλης-πηγής | gate-source conductance |
earth.sc., life.sc., mech.eng. | αγωγιμότητα ρευστού | fluid conductance |
el. | αγωγιμότητα στην ενεργειακή ζώνη σθένους | valence-band conduction |
el. | αγωγιμότητα της μάζας | bulk conductivity |
med. | αγωγιμότητα των νευρικών ώσεων | conduction of nerve impulses |
el. | αγωγιμότητα τύπου Ν | electron conductivity |
el. | αγωγιμότητα τύπου Ν | N-type conductivity |
el. | αγωγιμότητα τύπου Ρ | hole-type conductivity |
el. | αγωγιμότητα τύπου Ρ | P-type conductivity |
IT, el. | ακουστική σύνθετη αγωγιμότητα | acoustic admittance |
el. | αμοιβαία αγωγιμότητα ορθής φοράς | forward mutual conductance |
el. | ανάστροφη αμοιβαία αγωγιμότητα | reverse transconductance |
el. | ανάστροφη αμοιβαία αγωγιμότητα | reverse mutual conductance |
el. | ανάστροφη σύνθετη αγωγιμότητα μεταφοράς με βραχυκυκλωμένη είσοδο | short-circuit reverse transfer admittance |
el. | ανάστροφη σύνθετη αγωγιμότητα μεταφοράς με βραχυκυκλωμένη είσοδο | reverse transfer admittance |
transp. | ανεπηρέαστος από εκπομπές εξ αγωγιμότητας· | to be immune to conducted emissions |
IT, el. | ανεπηρέαστος από εκπομπές εξ αγωγιμότητας | to be immune to conducted emissions |
el. | ανηγμένη σύνθετη αγωγιμότητα | normalized admittance |
el. | ανηγμένη σύνθετη αγωγιμότητα | reduced admittance |
el. | ανηγμένη σύνθετη αγωγιμότητα | normalised admittance |
el. | Ανισότροπη αγωγιμότητα | anisotropic conductivity |
environ. | ανιχνευτής θερμικής αγωγιμότητας | thermal conductivity analyzer |
chem. | ανιχνευτής θερμικής αγωγιμότητας | thermal conductivity detector |
el. | Ανώμαλη αγωγιμότητα αρσενικούχου ινδίου | indium-arsenide anomalous conductivity |
el. | Ανώμαλη αγωγιμότητα αρσενικούχου ινδίου | anomalous indium-arsenide conductivity |
el. | Ανώμαλη αγωγιμότητα του αντιμονιούχου γαλλίου | gallium-antimonide anomalous conductivity |
el. | Ανώμαλη αγωγιμότητα του αντιμονιούχου γαλλίου | anomalous gallium-antimonide conductivity |
earth.sc. | απαγωγή με φυσική αγωγιμότητα και συναγωγή | to dissipate by natural conduction and convection |
el. | απειροστή αύξηση αγωγιμότητας | incremental conductance |
fin., polit. | αποσταγμένο νερό, νερό αγωγιμότητας ή του ίδιου βαθμού καθαρότητας | distilled and conductivity water and water of similar purity |
earth.sc. | αστάθεια άπειρης αγωγιμότητας | infinite conductivity instability |
el. | αστάθεια πεπερασμένης θερμικής αγωγιμότητας | finite heat conductivity instability |
earth.sc. | αυτοσυντηρούμενη αγωγιμότητα αερίου | self-maintained gas conduction |
el. | αύξουσα αγωγιμότητα | incremental conductance |
el. | βαθμίδα αγωγιμότητας | gradient of conductivity |
el. | διαμόρφωση αγωγιμότητας | conductivity modulation |
med. | διαταραχή της αγωγιμότητας | disturbance of conduction |
med. | διαταραχή της αγωγιμότητας | conduction disturbance |
el. | διαφορική αγωγιμότητα διόδου | diode incremental conductance |
el. | δυναμική αγωγιμότητα διόδου | diode incremental conductance |
el. | εγκάρσια σύνθετη αγωγιμότητα | shunt admittance |
el. | εγκάρσια σύνθετη αγωγιμότητα | admittance |
phys.sc., el. | ειδική αγωγιμότητα | conductivity |
el. | ειδική αγωγιμότητα υαλώδους διοξειδίου του πυριτίου | silica-glass conductivity |
earth.sc., el. | ειδική ηλεκτρική αγωγιμότητα του υλικού | bulk electrical conductivity |
el. | εκατοστιαία αγωγιμότητα | percent conductivity |
el. | ελάχιστα της ζώνης αγωγιμότητας | conduction-band minima |
el. | ελάχιστο της ζώνης αγωγιμότητας | conduction-band minimum |
el. | ενδογενής αγωγιμότητα | intrinsic conductivity |
el. | ενεργειακή στάθμη δοτών κοντά στη στάθμη αγωγιμότητας | shallow donor level |
el. | ενεργός αγωγιμότητα | effective conductivity |
el. | εξωγενής αγωγιμότητα | extrinsic conductivity |
el. | εξωγενής αγωγιμότητα | extrinsic conductibility |
el. | εξωγενής αγωγιμότητα | impurity conduction |
el. | εξωγενής αγωγιμότητα | extrinsic conduction |
el. | επιφανειακή αγωγιμότητα | surface conductance |
phys.sc., el. | ζώνη αγωγιμότητας | conduction level |
phys.sc., el. | ζώνη αγωγιμότητας | conduction band |
gen. | ηλεκτρική αγωγιμότητα | electric conductivity |
el. | ηλεκτρονική αγωγιμότητα | electron conductance |
el. | ηλεκτρόνιο αγωγιμότητας | conduction electron |
el. | ημιαγωγός πολλαπλών ελαχίστων ζωνών αγωγιμότητας | multi-valley semiconductor |
el. | ημιαγωγός πολλαπλών ελαχίστων ζωνών αγωγιμότητας | many-valley semiconductor |
earth.sc. | ηχητική αγωγιμότητα τοιχώματος | wall admittance |
phys.sc., geophys. | θερμική αγωγιμότητα | heat conductance |
phys.sc. | θερμική αγωγιμότητα | thermal conductivity |
phys.sc. | θερμική αγωγιμότητα | heat conductivity |
phys.sc., geophys. | θερμική αγωγιμότητα | thermal conductance |
phys.sc., geophys. | θερμική αγωγιμότητα | conductance |
mech.eng., el. | θερμοσωλήνας με μεταβλητή αγωγιμότητα | variable conductivity heat pipe |
chem. | ιοντική αγωγιμότητα | mobility of an ion |
el. | ιοντική αγωγιμότητα | ionic conduction |
chem. | ιοντική αγωγιμότητα | ionic mobility |
earth.sc., el. | ισοδύναμη αγωγιμότητα | equivalent conductance |
el. | ισοδύναμη σύνθετη αγωγιμότητα | equivalent admittance |
chem. | ισοδύναμος αγωγιμότητα | equivalent conductance |
cultur., el. | κατάσταση κανονικής αγωγιμότητας | normal state |
el. | κατολισθητική αγωγιμότητα | avalanche conduction |
tech., mech.eng. | κενόμετρο θερμικής αγωγιμότητας | thermal conductivity vacuum gauge |
med. | κώφωση τύπου αγωγιμότητας | conductive hearing loss |
med. | κώφωση τύπου αγωγιμότητας | transmission hearing loss |
med. | κώφωση τύπου αγωγιμότητας | conductive deafness |
med. | κώφωση τύπου αγωγιμότητας | conduction deafness |
environ., chem. | μέθοδος ηλεκτρικής αγωγιμότητας | electrical conductivity method |
environ., chem. | μέθοδος θερμικής αγωγιμότητας | thermal conductivity method |
life.sc. | μέθοδος με βελόνη διασκόπησης για τη μέτρηση της αγωγιμότητας | needle probe method |
el. | μήτρα αγωγιμότητας ζυγών | bus admittance matrix |
el. | μήτρα αγωγιμότητας ζυγών | Y bus matrix |
el. | μήτρα συνθέτων αγωγιμοτήτων ενός πολυφασικού στοιχείου σε σύμφωνες συνιστώσες | admittance matrix of a polyphase element in coherent components |
el. | μήτρα συνθέτων αντιστάσεων ή αγωγιμοτήτων ενός πολυφασικού στοιχείου σε κανονικοποιημένες συνιστώσες | immittance matrix of a polyphase element in normalized components |
el. | μήτρα συνθέτων αντιστάσεων ή αγωγιμοτήτων ενός πολυφασικού στοιχείου σε κανονικοποιημένες συνιστώσες | immittance matrix of a polyphase element in normalised components |
earth.sc. | μήτρα σύνθετης αγωγιμότητας | y-matrix |
earth.sc. | μήτρα σύνθετης αγωγιμότητας | admittance matrix |
earth.sc., el. | μαγνητική αγωγιμότητα | permeance |
IT | μαζική αγωγιμότητα | bulk conductance |
el. | μεταβολή αμοιβαίας αγωγιμότητας | mutual conductance variation |
earth.sc. | μη αυτοσυντηρούμενη αγωγιμότητα αερίου | non-self-maintained gas conduction |
IT, el. | μη επηρεάσιμος από εκπομπές λόγω αγωγιμότητας | to be immune to conducted emissions |
el. | μιγαδική αγωγιμότητα | admittance |
el. | μονοπολική αγωγιμότητα ανισόρροπη | unipolar non-equilibrium conductivity |
el. | μονοπολική αγωγιμότητα ανισόρροπη | unipolar conduction |
chem. | μοριακή αγωγιμότητα | molar conductance |
earth.sc. | νερό αγωγιμότητας | conductivity water |
el. | ολική ειδική αγωγιμότητα | total conductivity |
earth.sc. | παγκόσμιος άτλας αγωγιμότητας εδάφους | World Atlas of ground conductivities |
chem., el. | πολυμερές εγγενούς αγωγιμότητας | intrinsically conductive polymer |
el. | πραγματική αγωγιμότητα | intrinsic conduction |
gen. | Προσδιορισμός θερμικής αγωγιμότητας - Μέθοδος θερμής πλάκας | Determination of thermal conductivity by means of the guarded hot plate apparatus |
gen. | Προσδιορισμός της ειδικής αντιστάσεως ή της ειδικής αγωγιμότητας | Determination of specific conductance or resistance |
earth.sc., el. | ρεύμα αγωγιμότητας | conduction current |
med. | ρυθμιστής διαμεμβρανικής αγωγιμότητας κυστικής ίνωσης | cystic fibrosis transmembrane conductance regulator |
med. | ρυθμιστής διαμεμβρανικής αγωγιμότητας κυστικής ίνωσης | cystic fibrosis transmembrane regulator |
earth.sc., el. | στάθμη ενεργείας στη ζώνη αγωγιμότητας | conduction state |
earth.sc., el. | στάθμη ενεργείας στη ζώνη αγωγιμότητας | conduction-band state |
earth.sc., el. | στάθμη ενεργείας στη ζώνη αγωγιμότητας | conduction level |
life.sc. | στροβιλοειδής αγωγιμότητα | eddy conductivity |
life.sc. | στροβιλοειδής αγωγιμότητα | eddy conduction coefficient |
met. | συγκόλληση για ηλεκτρική αγωγιμότητα | bond weld |
earth.sc. | συντελεστής θερμικής αγωγιμότητας | coefficient of heat conductivity |
earth.sc. | συντελεστής θερμικής αγωγιμότητας | coefficient of thermal conductivity |
earth.sc. | συντελεστής θερμικής αγωγιμότητας | thermal conductibility |
earth.sc. | συντελεστής θερμικής αγωγιμότητας | thermal conductibility coefficient |
el. | συντελεστής θερμικός αγωγιμότητας | temperature coefficient of conductivity |
tech., el. | συντονισμός σπίν ηλεκτρονίων αγωγιμότητας | conduction electrons spin resonance |
el. | σύνθετη αγωγιμότητα | admittance |
earth.sc., el. | Σύνθετη αγωγιμότητα | admittance |
earth.sc., el. | σύνθετη αγωγιμότητα | modulus of admittance |
IT, el. | σύνθετη αγωγιμότητα ανάστροφης μεταφοράς | reverse transfer admittance |
el. | σύνθετη αγωγιμότητα ανοίγματος | aperture admittance |
el. | σύνθετη αγωγιμότητα εισόδου με βραχυκυκλωμένη έξοδο | short-circuit input admittance |
el. | σύνθετη αγωγιμότητα εισόδου με βραχυκυκλωμένη έξοδο | input admittance |
commun., IT | σύνθετη αγωγιμότητα ελεύθερου χώρου | free-space admittance |
IT, el. | σύνθετη αγωγιμότητα εμπροσθόδοτης μεταφοράς | forward transfer admittance |
el. | σύνθετη αγωγιμότητα εξόδου | output admittance |
el. | σύνθετη αγωγιμότητα εξόδου ανοιχτού κυκλώματος | output admittance |
el. | σύνθετη αγωγιμότητα εξόδου ανοιχτού κυκλώματος | open-circuit output admittance |
el. | σύνθετη αγωγιμότητα εξόδου με βραχυκυκλωμένη είσοδο | short-circuit output admittance |
el. | σύνθετη αγωγιμότητα εξόδου με βραχυκυκλωμένη είσοδο | output admittance |
el. | σύνθετη αγωγιμότητα μεταφοράς | transfer admittance |
el. | σύνθετη αγωγιμότητα μεταφοράς από είσοδο προς έξοδο | forward transfer admittance |
el. | σύνθετη αγωγιμότητα μεταφοράς από είσοδο προς έξοδο | forward transadmittance |
el. | σύνθετη αγωγιμότητα μεταφοράς με βραχυκυκλωμένη έξοδο | short-circuit forward transfer admittance |
el. | σύνθετη αγωγιμότητα μεταφοράς με βραχυκυκλωμένη έξοδο | forward transadmittance |
el. | σύνθετη αγωγιμότητα μεταφοράς φίλτρου | filter transfer admittance |
el. | σύνθετη αγωγιμότητα ορθής μεταφοράς | forward transfer admittance |
el. | σύνθετη αγωγιμότητα ορθής μεταφοράς | forward transadmittance |
el. | σύνθετη αμοιβαία αγωγιμότητα ορθής φοράς | forward mutual admittance |
earth.sc., el. | σύνθετη αντίσταση ή αγωγιμότητα | immittance |
el. | σύνθετη αντίσταση ή αγωγιμότητα σχετική με μία συνιστώσα χ | immittance relative to a component x |
earth.sc., el. | σύνθετη μιγαδική αγωγιμότητα | complex admittance |
gen. | τιμή ηλεκτρικής αγωγιμότητας | electric conductivity value |
life.sc. | τυρβώδης αγωγιμότητα | eddy conductivity |
life.sc. | τυρβώδης αγωγιμότητα | eddy conduction coefficient |
el. | τύπος με ανάστροφη αγωγιμότητα | opposite type |
el. | τύπος με ανάστροφη αγωγιμότητα | opposite conductivity type |
el. | χαρακτηριστική σύνθετη αγωγιμότητα | characteristic admittance |
el. | όριο ζώνης αγωγιμότητας | conduction-band edge |