DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Medical containing άδεια | all forms
GreekEnglish
άδεια άσκησης ιατρικού επαγγέλματοςapprobation
άδεια άσκησης ιατρικού επαγγέλματοςappointment
άδεια διάθεσης στην αγοράfull market approval
άδεια εμπορικής κυκλοφορίαςfull market approval
άδεια εξασκήσεως του ιατρικού επαγγέλματοςright of treatment
άδεια εξασκήσεως του ιατρικού επαγγέλματοςmedical licence
άδεια λειτουργίας νοσοκομείουhospital accreditation