DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Economy containing Υπηρεσία | all forms
GreekEnglish
αμιγής συλλογική υπηρεσίαpure collective service
αμοιβή για εμπορεύσιμη υπηρεσίαpayment for a market service
Δημόσια Οικονομική Υπηρεσίαpublic finance department
δημόσια υπηρεσίαpublic service
δημόσια υπηρεσία' υπηρεσία παρεχόμενη στο κοινόpublic service
δωρεάν υπηρεσίαfree service
εκείνος που παρέχει υπηρεσία δύναται για την εκτέλεση αυτής...the person providing a service may, in order to do so
εμπορεύσιμη υπηρεσίαmarket service
επί πληρωμή υπηρεσίαpayable service
ευρωπαϊκή υπηρεσία ανάπτυξηςEuropean development agency
Ευρωπαϊκή Υπηρεσία για την ΑνασυγκρότησηEuropean Agency for Reconstruction
Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Ελέγχου της ΑλιείαςEuropean Fisheries Control Agency
Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής ΔράσηςEuropean External Action Service
Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της ΑπάτηςEuropean Anti-fraud Office
Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Υποστήριξης για το ΆσυλοEuropean Asylum Support Office
καθολική υπηρεσίαuniversal service
κοινωνική υπηρεσίαsocial services
μη εμπορεύσιμη υπηρεσίαnon-market service
μυστική υπηρεσίαsecret service
νέα χρηματοπιστωτική υπηρεσίαnew financial service
παρατραπεζική υπηρεσίαactivity allied to banking
συλλογική υπηρεσίαcollective service
ταχυδρομική υπηρεσίαpostal service
τραπεζική υπηρεσίαbank service
υγειονομική υπηρεσίαhealth service
υπηρεσία άλλου μέλουςservice of another Member
υπηρεσία ανάπτυξης της ΟυαλλίαςWelsh Development Agency
υπηρεσία ανταλλαγής πληροφοριών σε θέματα τεχνικής βοήθειαςTechnical Assistance Information Exchange Office
υπηρεσία απασχόλησηςemployment service
υπηρεσία ασφάλισηςinsurance service
υπηρεσία γενικού οικονομικού συμφέροντοςservice in the general economic interest
υπηρεσία για επιχειρήσεις εκτάκτου ανάγκης στην ΑφρικήOffice for Emergency Operations in Africa
Υπηρεσία για τη Διεθνή ΑνάπτυξηUnited States Agency for International Development
Υπηρεσία για τη Διεθνή ΑνάπτυξηAgency for International Development
Υπηρεσία για την Εκτέλεση του Σχεδίουproject implementation unit
υπηρεσία διώξεως κοινού εγκλήματοςcriminal investigation department
Υπηρεσία εθνικής οικονομίαςOffice of National Economy
Υπηρεσία Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής ΈνωσηςPublications Office of the European Union
υπηρεσία ελέγχου της αναπτυξιακής συνεργασίαςDevelopment Cooperation Field Inspectorate
Υπηρεσία εντελλομένων εξόδωνPayments Orders Office
υπηρεσία εξυπηρέτησης πελατών μετά την πώλησηafter-sales service
Υπηρεσία Καταπιστεύματος του ΚοσσυφοπεδίουKosovo Trust Agency
υπηρεσία κοινής ωφέλειαςservices of general interest
υπηρεσία κοινής ωφελείαςservice of general interest
υπηρεσία με διαιρετό χρόνο εργασίαςsplit turn
υπηρεσία μεταφοράς αγαθώνgoods transport service
υπηρεσία μεταφοράς επιβατώνpassenger transport service
υπηρεσία παροχής συμβουλών διαχείρισηςmanagement consultancy service
υπηρεσία πιστοποίησηςassurance service
υπηρεσία που παρέχεται κατά την άσκηση κρατικής εξουσίαςexercise of governmental authority
υπηρεσία προώθησης των εξαγωγώνexport promotion service
υπηρεσία στήριξης της οικονομικής ανάπτυξηςservice that supports economic development
υπηρεσία συντήρησης και καθαρισμού οδώνroad services department
υπηρεσία τεχνικής βοήθειαςtechnical assistance service
υπηρεσία τεχνικής συνεργασίας του ΠΟΕWTO technical cooperation service
χρηματοπιστωτική υπηρεσίαfinancial service