DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Statistics containing Μονάδα | all forms
GreekEnglish
αποτελεσματική μονάδαeffective unit
βασική μονάδαprimary unit
βοηθητική μονάδαancillary unit
δειγματική μονάδαsample item
δειγματική μονάδαsample unit
δειγματοληπτική μονάδαsampling unit
δευτεροβάθμια μονάδαsecond- stage unit
δεύτερο στάδιο μονάδαsecond- stage unit
ελαττωματική μονάδαdefective item
ελαττωματική μονάδαdefective unit
ευρωπαϊκή μονάδα μεγέθουςEuropean size unit ESU
θεμελιώδης μονάδα SISI base unit
θεσμική μονάδαinstitutional unit
καταγραφόμενη μονάδαtabulation unit
καταγραφόμενη μονάδαlisting unit
μονάδα ανάλυσηςanalytical unit
μονάδα αναπαράστασηςtabulation unit
μονάδα αναπαράστασηςlisting unit
μονάδα ανθρώπινης εργασίαςman-work unit
μονάδα αποδελτίωσηςtabulating unit
μονάδα γεωργικής εργασίαςagricultural work unit
μονάδα δείγματοςsampling unit
μονάδα δειγματοληψίαςsampling unit
μονάδα δειγματοληψίας στάδιοunitary sampling
μονάδα δευτέρου σταδίουsecondary unit
μονάδα δευτέρου σταδίουsecond stage unit
μονάδα δεύτερης βαθμίδαςsecondary sampling unit
μονάδα "είδος δραστηριότητας"kind-of-activity unit
μονάδα επιβάτηpassenger unit
μονάδα εργασίας διαχωρισμούseparative work unit
μονάδα ετήσιας εργασίαςannual labour unit
μονάδα ζωικού κεφαλαίουlivestock unit
μονάδα ζωικού κεφαλαίουadult bovine unit
μονάδα ζώντος ζώουlivestock unit
μονάδα ζώντος ζώουadult bovine unit
μονάδα κανονική τυχαία μεταβλητήstandard normal variable
μονάδα κατανάλωσηςunit of consumption
μονάδα οικονομικής δραστηριότηταςkind-of-activity unit
μονάδα ομοιογενούς παραγωγήςunit of homogeneous production
μονάδα που υποβάλλει έκθεσηreporting unit
μονάδα προκύπτουσα από μία θέση ενός μεταφορικού μέσου που διανύει ένα χιλιόμετροplace kilometre
μονάδα προκύπτουσα από μία θέση ενός μεταφορικού μέσου που διανύει ένα χιλιόμετροpassenger place kilometre
μονάδα προσπάθειαςeffort unit
μονάδα πρώτης βαθμίδαprimary sampling unit
μονάδα πρώτης βαθμίδαprimary stage unit
μονάδα πρώτης βαθμίδαfirst stage unit
μονάδα πρώτων φάσεωνfirst stage unit
µονάδα παρατήρησηςobservation unit
παράγωγη μονάδαderived unit
Πειραματική μονάδαexperimental unit
πειραματική μονάδαexperimental unit
σοστιαία μονάδαpercentage point
στατιστική μονάδαcollection unit
στατιστική μονάδαreport unit
στατιστική μονάδαreporting unit
στατιστική μονάδαenumeration unit
στατιστική μονάδαstatistical unit
στατιστική μονάδα ανάλυσης του παραγωγικού συστήματοςstatistical unit for the analysis of the production system
στατιστική μονάδα ανάλυσης του παραγωγικού συστήματοςstatistical unit for analysis of the production system
στατιστική μονάδα παρακολούθησης του παραγωγικού συστήματοςstatistical unit for the observation of the production system
στατιστική μονάδα παρακολούθησης του παραγωγικού συστήματοςstatistical unit for observation of the production system
στατιστική μονάδα του παραγωγικού συστήματοςstatistical unit of the production system
στεγαστική μονάδαunit of accommodation
στοιχειώδης μονάδαelementary unit
τοπική μονάδαlocal unit