DictionaryForumContacts

   German
Terms for subject Mechanic engineering containing elektrisch | all forms | exact matches only
GermanGreek
Aussetzbetrieb mit Einfluß des Anlaufes und der elektrischen Bremsung auf die Temperaturδιαλείπουσα περιοδική λειτουργία με ηλεκτρική πέδηση
Bestaetigung des elektrischen Anschlussesεπιβεβαίωση ηλεκτρικής συνδέσεως
elektrisch angetriebene Wärmepumpeηλεκτρική αντλία θερμότητας
elektrisch beheizte Maschineηλεκτροθερμική συσκευή
elektrisch betriebener Aufzugηλεκτροκίνητος ανελκυστήρας
elektrisch gekuppelte Bremseκινητήρας με συζευγμένη πέδη
elektrisch gesteuertes Ventilηλεκτροβαλβίδα
elektrisch verriegeltηλεκτρικά μανδαλωμένο
elektrische Antriebsmaschine mit Permanentmagnetenηλεκτροκινητήρας μονίμου μαγνήτη
elektrische Bremseηλεκτρικό φρένο
elektrische Bremseηλεκτρόφρενο
elektrische Bremseηλεκτρομηχανική πέδη
elektrische Bremsschaltungηλεκτρικός χειρισμός φρένου
elektrische Bremsschaltungηλεκτρικός χειρισμός πέδης
elektrische Grundplatteρευματοδότης ηλεκτρικής παροχής
elektrische Handmaschineφορητό ηλεκτρικό μηχανικό εργαλείο
elektrische Handwerkzeugmaschineφορητό ηλεκτρικό μηχανικό εργαλείο
elektrische Hilfspumpeηλεκτρική βοηθητική αντλία
elektrische Kupplungηλεκτρική σύζευξη
elektrische Schaltungηλεκτρικός έλεγχος
elektrische Spillvorrichtungηλεκτροκίνητος εργάτης
elektrische Tuerrahmenheizungθερμαντικό καλώδιο
elektrische umlaufende Maschinenστρεφομένη μηχανή
elektrische Windeηλεκτροκίνητος εργάτης
elektrische Zapfwelleλήψη ηλεκτρικής ισχύος
elektrische Zündanlageηλεκτρικό σύστημα ανάφλεξης
elektrischer Brandhahnηλεκτρική αντιπυρική βάνα
elektrischer Drehmomentschraubenschlüsselηλεκτρικό κρουστικό κλειδί κοχλιών
elektrischer Kranγερανός ηλεκτροκίνητος
elektrischer Kranγερανός ηλεκτρικός
elektrischer Rasierapparatηλεκτρική ξυριστική μηχανή
elektrischer Servomotorηλεκτροκινητήρας υπηρέτησης
elektrischer Servomotorηλεκτρικός σερβοκινητήρας
elektrischer Trimmotorηλεκτροκινητήρας αντιστάθμισης
elektrischer Tuerverschlussηλεκτρική κλειδαριά
elektrischer Verzögererηλεκτρικό φρένο
elektrischer Verzögererηλεκτρόφρενο
elektrisches Anlassenηλεκτρικός εκκινητής
elektrisches Anlassenηλεκτρική μίζα
elektrisches Bremsenηλεκτρική πέδηση
elektrisches Drehenβηματική περιστροφή
elektrisches Drehmomentζεύγος εκκίνησης
elektrisches Drehmomentροπή εκκίνησης
elektrisches Dynamometerηλεκτρικό δυναμόμετρο
elektrisches Gebläseηλεκτρικός ανεμιστήρας
elektrisches Gehäuse für Langsamflugquerruderkupplungσυσκευή σύμπλεξης πηδαλίων κλίσης μικρών ταχυτήτων
elektrisches Signalsystemσύστημα ελέγχου με ηλεκτρικά σήματα εντολών
Gasturbinenlokomotive mit elektrischem Antriebαεριοστροβιλάμαξα με ηλεκτρική μετάδοση
gekuehlter elektrischer Leiterυπεραγωγός
gekuehlter elektrischer Leiterκρυοαγωγός
Presse zum Ummanteln elektrischer Kabel mit Bleiπιεστήριοπρέσαπερικάλυψης με μέταλλο των ηλεκτρικών καλωδίων
Schwungkraftanlasser für elektrischen Betriebηλεκτρικός εκκινητήρας αδρανείας
tragbare elektrische Werkzeugmaschineφορητό ηλεκτρικό μηχανικό εργαλείο
ununterbrochener Betrieb mit Anlauf und elektrischer Bremsungσυνεχής περιοδική λειτουργία με εκκινήσεις και ηλεκτρικές πεδήσεις