DictionaryForumContacts

   German
Terms containing Betrieb | all forms | exact matches only
SubjectGermanGreek
tech.abhängiger Betriebυποτελής λειτουργία
tech.abhängiger Betriebλειτουργία δουλείας
agric.Ackerbau-Betriebγεωργική εκμετάλλευση γενικών καλλιεργειών
gen.Agentur zur internationalen Förderung der kleinen und mittleren BetriebeΟργανισμός για τη Διεθνή Προώθηση των Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων
earth.sc.aktiver Betrieb mit Tritiumγόνιμη επιχείρηση με το τρίτιο
agric.anerkannter Betrieb für die Ausfuhr von Frischfleischεγκατάσταση που προκρίνεται να εξάγει νωπά κρέατα
transp., avia.anerkannter luftfahrttechnischer Betriebεγκεκριμένο συνεργείο επισκευών
med.Arbeit-,Betriebs-und Organisations-Psychologieβιομηχανική ψυχολογία
lab.law.Arbeitnehmer der Bergwerke und gleichgestellter Betriebeεργαζόμενος των ορυχείων και των παρεμφερών επιχειρήσεων
commun., mech.eng.arhythmischer Betrieb einer Verteilmaschineμη συγχρονισμένη λειτουργία μηχανής διαλογής
law, lab.law.Assoziierung der Arbeitnehmer mit dem Betriebσυμμετοχή των εργατών στην επιχείρηση
law, lab.law.Assoziierung der Arbeitnehmer mit dem Betriebσυμμετοχή των εργαζομένων στην επιχείρηση
ITauf Teilhaberbasis betriebenσε συνειρμικό τρόπο λειτουργίας
commun., ITaufeinander einwirkender Betriebδιαλογική υπηρεσία
gen.Aufladung waehrend des Betriebsαντικατάσταση του πυρηνικού καυσίμου εν λειτουργία
IT, corp.gov.Aufrechterhaltung des Betriebsσυνέχεια της επιχειρηματικής δραστηριότητας
mech.eng., construct.Aufzug fuer schwachen Betriebανελκυστήρας περιορισμένης χρήσεως
mech.eng., construct.Aufzug fuer starken Betriebανελκυστήρας έντονης χρήσεως
lab.law.ausbildender Betriebεπιχείρηση που παρέχει κατάρτιση
earth.sc.Auslegungs-Oberflaechentemperatur im Betriebεπιφανειακή θερμοκρασία λειτουργίας θεωρούμενη κατά το σχεδιασμό
nucl.phys.Ausschuss zur Anppassung der Richtlinien an den wissenschaftlichen und technischen Fortschritt - Betrieb des HFR-ReaktorsΣυμβουλευτική Επιτροπή Διαχείρισης Προγραμμάτων - Λειτουργία και Εκμετάλλευση του Αντιδραστήρα HFR; Αντιδραστήρας HFR
construct.ausser Betriebεκτός χρήσης
construct.ausser Betriebεκτός λειτουργίας
mech.eng., construct."Ausser Betrieb" Anzeigerένδειξη "εκτός λειτουργίας"
IT, mech.eng.ausser Betrieb setzenθέτω εκτός χρήσεως
IT, mech.eng.ausser Betrieb setzenθέτω εκτός υπηρεσίας
construct.Aussiedlung landwirtschaftlicher Betriebeμετεγκατάσταση αγροκτημάτων
commun.automatischer Betriebαυτόματη τηλεφωνική εκμετάλλευση
met.automatischer betriebαυτόματη λειτουργία
commun.außer Betriebχαλασμένο
commun.außer Betriebεκτός λειτουργίας
IT, dat.proc.außer Betrieb-Modusαυτόνομης λειτουργίας
IT, dat.proc.außer Betrieb-Modusλειτουργία κλειστής γραμμής
IT, dat.proc.außer Betrieb-Modusαυτονομία
commun., ITbandbreitenbegrenzter Betriebλειτουργία περιορισμένη λόγω εύρους ζώνης
ITBeacon-Betriebσυναγερμός
ITBeacon-Betriebκατάσταση συναγερμού
commun.bedienter Betriebεπιβλεπόμενη λειτουργία
commun.bedienter Betriebεπιβλεπόμενη εκμετάλλευση
IT, mech.eng.Bedingung für Übergang zu geregeltem Betriebσυνθήκες μετάβασης σε κλειστό βρόχο
IT, mech.eng.Bedingung für Übergang zu geregeltem Betriebσυνθήκες για να κλείσει ο βρόχος
mech.eng.befriedigender Betriebλειτουργία χωρίς βλάβες
mech.eng.befriedigender Betriebαπρόσκοπτη λειτουργία
transp.Beihilfe,die den Betrieb von Inlandsstrecken erleichtern sollενίσχυση για τη διευκόλυνση της λειτουργίας εσωτερικών γραμμών
econ., agric.Beispiels-Betriebυποδειγματικόν κτήμα
nucl.pow.Belassung außer Betrieb über lange Zeiträumeπαραμονή εκτός λειτουργίας για μεγάλο διάστημα
nucl.phys.Beratender Programmausschuss BPA des Programms "Betrieb des HFR-Reaktors"Συμβουλευτική επιτροπή σε θέματα διαχείρισης των προγραμμάτων έρευνας ΣΕΔΠΕ "Εκμετάλλευση του αντιδραστήρα HFR"
transp., avia.Bescheinigung der Freigabe zum Betriebπιστοποιητικό διάθεσης σε χρήση
transp., avia.Bescheinigung der Freigabe zum Betriebπιστοποιητικό διάθεσης σε υπηρεσία
environ.bestehender Betriebυφιστάμενη εγκατάσταση
commun., ITbestimmungsgemäßer Betriebκανονικός τρόπος λειτουργίας
commun., ITbestimmungsgemäßer Betriebκανονικός τρόπος
lab.law.Bestreikung eines nur mittelbar beteiligten Betriebsπικετοφορία συμπαραστάσεως
commun.Betrieb auf einer Frequenzμονόσυχνη αμφίδρομη εκμετάλλευση
commun.Betrieb auf einer Frequenzλειτουργία μοναδικής συχνότητας
commun.Betrieb auf einer Frequenzλειτουργία απλής συχνότητας
commun.Betrieb auf gemeinsamer Frequenzεκμετάλλευση με κοινή φέρουσα συχνότητα
transp.Betrieb auf Mittelstreifenκυκλοφορία στη μεσαία λωρίδα
commun.Betrieb auf zwei Frequenzenλειτουργία διπλής συχνότητας
ITBetrieb bei niedriger Spannungλειτουργία χαμηλής τάσης
el.Betrieb der Kraftwerkeλειτουργία ηλεκτρικού σταθμού παραγωγής
health., anim.husb.Betrieb, der Lebensmittel aus Wassertieren herstellt und Seuchenbekämpfungsmaßnahmen durchführtεγκατάσταση ελέγχου νόσων θαλάσσιων προϊόντων διατροφής
transp.Betrieb der Luftfahrtindustrieεργοστάσιο αεροσκαφών
transp.Betrieb der Luftfahrtindustrieαεροναυπηγικό εργαστάσιο
lawBetrieb der Verkehrseinrichtungenεκμετάλλευση του εξοπλισμού των μεταφορών
agric.Betrieb des Olivensektorsελαιοκαλλιεργητής
agric., construct.Betrieb einer Bewaesserungsanlageλειτουργία αρδευτικού δικτύου
transp.Betrieb einer Hochleistungssandstreueinrichtungαμμοριπή υπό πίεση
transp.Betrieb einer Straßeεκμετάλλευση οδικής υποδομής
transp.Betrieb einer Straßeδιαχείριση της κυκλοφορίας
stat., transp.Betrieb eines Flugplatzesεκμετάλλευση αεροδρομίου
market.Betrieb eines Franchisegeschäftesλειτουργία της επιχείρησης ενοποιημένης παρουσίας/franchise
market.Betrieb eines Franchisegeschäftesεκμετάλλευση της επιχείρησης ενοποιημένης παρουσίας/franchise
el.Betrieb eines Unijunktiontransistorsλειτουργία τρανζίστορ UJT
ITBetrieb im Asynchronmodusλειτουργώ στον ασύγχρονο τρόπο
mining.Betrieb,in dem durch Bohrungen Mineralien gewonnen werdenεξορυκτική διά γεωτρήσεως βιομηχανία
nat.sc., agric.Betrieb,in dem frisches Fleisch behandelt wirdεγκατάσταση επεξεργασίας νωπών κρεάτων
commun., ITBetrieb in gekreuzten Frequenzbereichenαμφίδρομη λειτουργία με διαφορετικά χαρακτηριστικά μετάδοσης ανά κατεύθυνση
mech.eng.Betrieb in Geschlossenemkreisλειτουργία με κλειστό κύκλωμα
construct.Betrieb in Notfaellenέκτακτος λειτουργία
transp., avia., mech.eng.Betrieb in Vibrationsumgebungλειτουργώ σε περιβάλλον δονήσεων
el.Betrieb mit abgetrenntem Netzλειτουργία απομονωμένου δικτύου
el.Betrieb mit abgetrenntem Netzαποσυνδεδεμένη λειτουργία συστήματος
commun.Betrieb mit Blindbelegung und Umsteuerungλειτουργία με αναστροφικούς επιλογείς
commun.Betrieb mit eingeschränkter Stromversorgungσυνθήκη περιορισμένης ισχύος
commun.Betrieb mit eingeschränkter Stromversorgungλειτουργία σε συνθήκες περιορισμένης ισχύος
med.Betrieb mit geringem Produktionsvolumenμικρή εγκατάσταση
agric.Betrieb mit geringen Überlebenschancenεπιχειρήση με αβέβαιο μέλλον
el.Betrieb mit gesteuertem Gleitdruckλειτουργία με συνεχώς μεταβαλλομένη πίεση
commun.Betrieb mit geteilten Frequenzenλειτουργία με κοινή χρήση συχνοτήτων
commun.Betrieb mit gleicher Sende- und Empfangsfrequenzεκμετάλλευση με κοινή φέρουσα συχνότητα
el.Betrieb mit konstantem Nettoverlustλειτουργία σταθερής απώλειας
transp., avia.Betrieb mit mehreren Pilotenπτητική λειτουργία πολλαπλών χειριστών
commun., ITBetrieb mit mehreren Vermittlungsfernsprechernπολλαπλός χειρισμός χειριστηρίου
el.Betrieb mit Mindestlastλειτουργία στο ελάχιστο τεχνικώς ασφαλές φορτίο
mech.eng.Betrieb mit niederer Leistungλειτουργία χαμηλού επιπέδου
commun.Betrieb mit Nummernanzeigeλειτουργία με ενδεικτική απεικόνιση του καλούμενου αριθμού
ITBetrieb mit stetigem Datenflußκατάσταση συνεχούς ροής δεδομένων
el.Betrieb mit Ueberlastλειτουργία με υπερφόρτιση
commun.Betrieb mit vertauschten Frequenzenλειτουργία αντίστροφης συχνότητας
commun.Betrieb mit vertauschten Frequenzenλειτουργία ανάστροφης συχνότητας
mech.eng., el.Betrieb mit veränderlicher Belastungλειτουργία μεταβλητού φορτίου
transp., avia.Betrieb nach Betriebsstufe I unter Standardπτητική λειτουργία σε συνθήκες κατώτερες της καθιερωμένης Κατηγορίας Ι
transp., avia.Betrieb nach Betriebsstufe I unter Standardπτητική λειτουργία προτύπων κατώτερων της κατηγορίας I
el.Betrieb nach Programmπρογραμματισμένη λειτουργία
ITBetrieb ohne Phantombilderλειτουργία χωρίς εικόνα-είδωλο
commun., ITBetrieb ohne Vermittlungsplatzλειτουργία χωρίς χειριστήριο
med.Betrieb unter amtlicher Aufsichtεκμετάλλευση υπό επίσημο έλεγχο
commun.Betrieb,Verwaltung und Wartungλειτουργίες,διαχείριση και συντήρηση
hobby, transp., mil., grnd.forc.Betrieb von Seilbahnen und mechanischen Aufstiegshilfenφορείς εκμεταλλεύσεως τελεφερίκ και αναβατήρων
commun., ITBetrieb über gemeinsamen Kanalομοκαναλική λειτουργία
el.Betrieb über Gemeinschaftsantenneλειτουργία με κοινή κεραία
el.Betriebs-MUFμέγιστη ωφέλιμη συχνότητα εκμετάλλευσης
gen.Betriebs-Netzschemaλειτουργικό διάγραμμα δικτύου
earth.sc., mech.eng.Betriebs/pumpeαντλία με άμεση χρήση
law, chem.Betriebs- und Geschäftsgeheimnisseεμπιστευτικές επιχειρηματικές πληροφορίες
lab.law.Betriebs und Reparaturschlosserσυντηρητής επισκευαστής μηχανών
transp.Betriebs- und Verkehrsdienstυπηρεσία εκμετάλλευσης
transp.Betriebs- und Verkehrsdienstεκμετάλλευση
commun., ITBetriebs-und Wartungshilfenβοηθήματα λειτουργίας και συντήρησης
commun., ITBetriebs-und Wartungskontrollzentrumκέντρο ελέγχου λειτουργιών και συντήρησης
commun., ITBetriebs-und Wartungskostenεπιβαρύνσεις λειτουργίας και συντήρησης
ITBetriebs-und Wartungsphaseφάση λειτουργίας και συντήρησης
commun., ITBetriebs-und Wartungsteile einer Anwendungτμήμα εφαρμογής λειτουργίας και συντήρησης
gen.Betriebs-und Wartungszentrumκέντρο λειτουργιών και συντήρησης
life.sc., tech.Betriebs-Wasserstandστάθμη εφεδρικής υδαταποθηκεύσεως
gen.Brennelementwechsel waehrend des Betriebesαντικατάσταση του πυρηνικού καυσίμου εν λειτουργία
econ., agric.Brutto-Betriebs-Einkommenακαθάριστον εισόδημα εξ αγροκτήματος
ITByte-Betriebλειτουργία ανά BYTE
ITByte-Betriebμέθοδος ασυνεχούς μεταβιβάσεως
ITByte-BetriebΧειρισμός ψηφιολέξεων
transp., avia.CAT II-Betriebπτητική λειτουργία κατηγορίας ΙΙ
transp., avia.CAT IIIA-Betriebπτητική λειτουργία κατηγορίας ΙΙΙΑ
transp., avia.CAT IIIB-Betriebπτητικές λειτουργίες κατηγορίας ΙΙΙΒ
ITClosed-shop-Betriebκέντρο κλειστής εξυπηρέτησης
law, ITClosed-Shop-Betriebλειτουργία "κεκλεισμένων των θυρών"
commun., ITcross-band-Betriebαμφίδρομη λειτουργία με διαφορετικά χαρακτηριστικά μετάδοσης ανά κατεύθυνση
ITDatenübertragung über Telefonleitungen im Full-Duplex-Betriebπλήρης διπλής κατεύθυνσης διαβίβαση δεδομένων μέσω τηλεφωνικής γραμμής
ITDatenübertragungen in vollem Duplex-Betriebδιαβίβαση δεδομένων προς δύο κατευθύνσεις
agric.Dauerkultur-Betriebεκμετάλλευση διαρκών καλλιεργειών
transp.den Betrieb einstellenσταματώ την εκμετάλλευση
transp.der Betrieb der Verkehrseinrichtungenη εκμετάλλευση του εξοπλισμού των μεταφορών
met.der Winderhitzer wird abwechselnd "auf Gas" und "auf Wind" betriebenο λέβητας προθέρμανσηςπροθερμαντήραςλειτουργεί "με άεριο" και "με αέρα",εναλλάξ
chem.Destillierapparat fuer diskontinuierlichen Betriebσυσκευή για μη συνεχή απόσταξη
chem.Destillierapparat fuer diskontinuierlichen Betriebάμβυκας
earth.sc.die außer Betrieb genommene Anlage in einem sicheren Zustand haltenδιατήρηση των σταματημένων εγκαταστάσεων σε ασφαλή κατάσταση
commun.Dienst zum Betrieb von Fernmeldekommunikationszentrumυπηρεσίες κόμβων μεταγωγής
commun., ITdirekter Echtzeit-Betriebτρόπος λειτουργίας ON-LINE
commun., ITdirekter On-Line-Betriebτρόπος λειτουργίας ON-LINE
mater.sc.diskontinuierlicher Betriebμη συνεχής λειτουργία
lab.law.Drei-Schicht-Betriebεργασία σε τρεις βάρδιες
commun.Duplex-Betriebδιπλοκατευθυντική εκμετάλλευση
commun.Duplex-Betriebαμφίδρομη λειτουργία
transp., polit.durchgängiger Betriebομοιογενής λειτουργία
lab.law., transp.durchlaufender Betriebσυνεχής εξυπηρέτηση
commun., ITdämpfungsbegrenzter Betriebπεριορισμένη λειτουργία λόγω εξασθένησης
agric.Eigenverbrauch im Betriebαυτοκατανάλωση στη γεωργική εκμετάλλευση
fin., agric.ein Betrieb, der selbst erzeugtεκμετάλλευση κλειστού κυκλώματος
IT, transp.Ein-Aus-Betriebλειτουργία εντός-εκτός
el.Einbau im laufenden Betriebθερμή βυσμάτωση/αποβυσμάτωση
el.Einbau im laufenden Betriebβυσμάτωση/αποβυσμάτωση υπό τάση
insur., lab.law.einen Betrieb aufgebenβρίσκομαι σε κατάσταση παύσης δραστηριότητας
transp.einen Wagen außer Betrieb setzenαποσύρω από την κυκλοφορία φορτηγό βαγόνι
transp.eingeschränkter Betriebπεριορισμένη κυκλοφορία
transp.eingeschränkter Betriebμερική λειτουργία
transp.eingleisiger Betriebεκμετάλλευση σε γραμμή κυκλοφορίας δύο κατευθύνσεων
transp.eingleisiger Betriebκυκλοφορία σε μονή γραμμή
transp.eingleisiger Betriebκυκλοφορία σε γραμμή δύο κατευθύνσεων
transp.eingleisiger Betriebεκμετάλλευση μονής γραμμής
agric., polit.Einkommen der landwirtschaftlichen Betriebeγεωργικό εισόδημα
mech.eng., el.einphasiger Betriebμονοφασική λειτουργία
transp.einspuriger Betriebκυκλοφορία σε γραμμή δύο κατευθύνσεων
transp.einspuriger Betriebεκμετάλλευση σε γραμμή κυκλοφορίας δύο κατευθύνσεων
transp.einspuriger Betriebκυκλοφορία σε μονή γραμμή
transp.einspuriger Betriebεκμετάλλευση μονής γραμμής
transp., nautic.Einstellung des Betriebsπαύση λειτουργίας
transp., energ.ind.elektrischer Betriebέλξη ηλεκτρική
health.entzogener Gesundheitsstatus des Betriebsαποσύρω την κατάταξη της εκμετάλλευσης από συγκεκριμένη κατηγορία
fin.exportorientierter Betriebμονάδα με εξαγωγικό προσανατολισμό
fin.exportorientierter Betriebμονάδα εξαγωγικού προσανατολισµού
gen.Faehigkeit zum zyklischen Betriebικανότης κυκλικής λειτουργίας
gen.Faehigkeit zum zyklischen Betriebικανότης εναλλασσόμενης λειτουργίας
commun., ITFehleraufdeckung während des Betriebesανίχνευση βλάβης κατά την κίνηση
ITfehlersicherer Betriebασφαλής λειτουργία
commun., ITFernsprechkanal in Betriebτηλεφωνικός δίαυλος σε λειτουργία
mater.sc., el.feste Betriebs-und Personalkosten in Kraftwerkenλοιπές σταθερές δαπάνες παραγωγής
mater.sc., el.feste Betriebs-und Personalkosten in Kraftwerkenσταθερό κόστος που εξαρτάται από την εγκατεστημένη ισχύ
mater.sc., el.feste Betriebs-und Personalkosten in Kraftwerkenάλλο κόστος παγίων εργασιών
transp., avia.Flugzeug, das mit einem Kopiloten betrieben werden mussαεροπλάνο που απαιτείται να ίπταται με συγκυβερνήτη
transp.Flüssigmachen des Betriebesσύστημα ελεύθερης ροής της κυκλοφορίας
fin., agric.forstwirtschaftlicher Betriebδασοκομική εκμετάλλευση
earth.sc., el.Fremdnetz-Betriebλειτουργία με εξωτερικό δίκτυο
el.Fusionsreaktor für stationären Betriebαντιδραστήρας σύντηξης τύπου ευσταθούς καταστάσεως
transp.für den Verkehr Betrieb geschlossene Streckeγραμμή εκτός υπηρεσίας
transp.für den Verkehr Betrieb geschlossene Streckeγραμμή κλειστή στην κίνηση
transp.für den Verkehr Betrieb geschlossene Streckeγραμμή εκτός εκμετάλλευσης
health.Gebühren für die Registrierung des zugelassenen Betriebsέξοδα καταχώρησης της εγκεκριμένης εγκατάστασης
commun., el.Gegentakt-B-Betriebσυμμετρική ενίσχυση με μηδενικό ρεύμα τροφοδοσίας
agric., construct.gemeinschaftliches Klassifizierungssystem der landwirtschaftlichen Betriebeκοινοτική τυπολογία των γεωργικών εκμεταλλεύσεων
agric., construct.Gemeinschaftliches Klassifizierungssystem der landwirtschaftlichen Betriebeκοινοτική τυπολογία των γεωργικών εκμεταλλεύσεων
econ.gemischter landwirtschaftlicher Betriebμεικτή γεωργική εκμετάλλευση
el.Geraete fuer den Betriebσυσκευές προς λειτουργία
commun.gerichteter Betriebκατευθυνόμενη λειτουργία
ITGesamtzahl der in Betrieb befindlichen Kanäleσυνολικός αριθμός διαύλων σε λειτουργία
ITgeschlossener Betriebκέντρο κλειστής εξυπηρέτησης
transp., mil., grnd.forc.gestörter Betriebέκρυθμη λειτουργία
health.Gesundheitsstatus des Betriebsκατάταξη της εκμετάλλευσης σε κατηγορία
ITgetrennter Betriebλειτουργία off-line
commun.gleichlaufender Betrieb einer Verteilmaschineσυγρονισμένη λειτουργία μηχανής διαλογής
mech.eng.gleichmäßiger Betriebομαλή λειτουργία
mech.eng.gleichmäßiger Betriebομαλή κίνηση
transp.Gleiswechsel/betriebεκμετάλλευση σιδηροδρομικής γραμμής κατά δύο κατευθύνσεις
commun.Grenzwert für den Betriebόριο λειτουργίας
tech.Grenzwerte im Betriebοριακές τιμές λειτουργίας
econ.Grundsatz "zuerst an die kleinen Betriebe denken"αρχή "Σκέψου πρώτα σε μικρή κλίμακα"
account.Grundstücke und Gebäude, Betriebs- und Geschäftsausstattungενσώματες ακινητοποιήσεις
earth.sc., mech.eng.Halbaxialkreisel/pumpe mit im Betrieb verstellbaren Schaufelnελικοφυγοκεντρική αντλία με ρυθμιζόμενα,κατά τη λειτουργία,πτερύγια
commun., ITHandshake-Betriebχειραψία
commun., ITHandshake-Betriebπρωτόκολλο χειραψίας
econ.Haushalt für den Betriebπροϋπολογισμός λειτουργίας
life.sc., construct.Hoechstwasserstand bei Betrieb in Notfaellenμεγίστη στάθμη εκτάκτου λειτουργίας
commun., ITin Betriebκατάσταση καλής λειτουργίας
commun., ITin Betriebσε κατάσταση λειτουργίας
transp.in Betriebσε κυκλοφορία
ITin Betriebκατάσταση λειτουργίας
chem.in Betriebσε λειτουργία
gen.in Betrieb befindliche Apparaturσυσκευή σε κατάσταση εργασίας
transp.in Betrieb befindliche Streckeγραμμή σε εκμετάλλευση
chem.in Betrieb nehmenθέτω σε λειτουργία
chem.in Betrieb nehmenεγκαθιστώ
commun., ITin-Betrieb-Positionθέση εργασίας
earth.sc., mech.eng.in Betrieb setzenθέτω σε λειτουργία
commun.in Betrieb stehende Leitungλειτουργικό κύκλωμα
commun.in Betrieb stehende Satellitenverbindungλειτουργικό δορυφορικό κύκλωμα
transp.in Betrieb stehende Start- und Landebahnδιάδρομος σε χρήση
IT, dat.proc.indirekter Betrieb einer Datenbankέμμεση ενεργοποίηση βάσης δεδομένων
IT, tech.interaktiver Betriebδιαλογικός τρόπος λειτουργίας
IT, tech.interaktiver Betriebδιαλογική επικοινωνία
earth.sc.Interferometer Fabry Perot mit piezoelektr. betrieb. Scannerσυμβολόμετρο Fabry-Perot πιεζοηλεκτρικού σαρώματος
agric.intermediärer Betriebενδιάμεση εκμεταλλεύση
el.inverser Betriebανάστροφος λειτουργία
el.inverser Betriebανάστροφη κατεύθυνση λειτουργίας
unions.IT Computer-BetriebΠληρoφoρικώv Πράξεωv ΤΠ
econ.jeder Mitgliedstaat betreibt die Wirtschaftspolitikκάθε Kράτος μέλος ασκεί την οικονομική πολιτική
earth.sc.Kaeltebedarf fuer den Betriebαπαιτούμενη ψυκτική ισχύς για την εγκατάσταση
el.Kanal in Betriebκανάλι σε λειτουργία
transp., avia.Kategorie II-Betriebπτητική λειτουργία κατηγορίας ΙΙ
transp., avia.Kategorie IIIA-Betriebπτητική λειτουργία κατηγορίας ΙΙΙΑ
transp., avia.Kategorie IIIB-Betriebπτητικές λειτουργίες κατηγορίας ΙΙΙΒ
el.Klasse Betriebτάξη λειτουργίας
industr.kleine Metall verarbeitende Betriebeμεταλλουργία μικρού μεγέθους
mech.eng.kleiner handwerklicher Betriebχειροτεχνική εγκατάσταση μικρής σημασίας
mech.eng.kleiner handwerklicher Betriebμικρό συνεργείο
econ.kommerzieller Betriebεμπορική λειτουργία
mech.eng., el.Kondensatormotor mit Anlauf-und Betriebs-Kondensatorκινητήρας με πυκνωτή δύο χωρητικοτήτων
el.kontinuierlicher Betriebσυνεχής λειτουργία
IT, mech.eng.konventioneller Betriebχειροκίνητος τρόπος λειτουργίας
econ., construct.koordinierter Betriebσυντονισμένη λειτουργία
el.Korrosion während des Betriebesδιάβρωση κατά τη λειτουργία
gen.land- und forstwirtschaftliche Betriebeγεωργικές και δασικές εκμεταλλεύσεις
agric.landwirtschaftliche Arbeitskräfte des Betriebesεργατικό δυναμικό της γεωργικής εκμετάλλευσης
account.Landwirtschaftliche Betriebeαγροκτήματα
econ.landwirtschaftlicher Betriebεκμετάλλευση
econ., agric.landwirtschaftlicher Betriebαγροτική επιχείρηση
econ., agric.landwirtschaftlicher Betriebαγροτική εκμετάλλευση
econ.landwirtschaftlicher Betriebγεωργική εκμετάλλευση
agric.landwirtschaftlicher Betrieb mit beschränkter Haftungγεωργική εκμετάλλευση περιορισμένης ευθύνης
el.lastfreier Betriebκατάσταση άνευ φορτίου
ITLeitung außer Betriebγραμμή εκτός λειτουργίας
el.Leitung-außer-Betrieb-Signalσήμα για γραμμή εκτός λειτουργίας
commun., ITLeitungsfernüberwachung während des Betriebesεγκατάσταση εποπτείας γραμμής σε λειτουργία
commun.leitungsvermittelter Betriebλειτουργία κυκλοματομεταγωγής
el.Leuchtstofflampe für starterlosen Betrieb Fluoreszenzlampe für starterlosen Betriebλαμπτήρας φθορισμού χωρίς εκκινητή έναυσης
ITLoop-back-Betriebνωτεπίνωτη λειτουργία
ITLoop-back-Betriebλειτουργία σε τοπικό βρόχο
el.LSA-Betriebσυσσώρευση φορτίου διαστήματος οριακή
mech.eng.mangelhafter Betriebλειτουργία με βλάβη
mech.eng.mangelhafter Betriebελαττωματική λειτουργία
IT, dat.proc.manueller Betriebχειροκίνητος τρόπος λειτουργίας
IT, dat.proc.manueller BetriebΧειροκίνητη λειτουργία
IT, dat.proc.Master-Slave-Betriebτρόπος κυρίου/υποτελούς
el.Master-Slave-Betriebλειτουργία επιτελούς/υποτελούς
agric., health., anim.husb.maximale Kapazität des Betriebsμέγιστη δυναμικότητα της μονάδας
agric.Mechanisierung der landwirtschaftlichen Betriebeεκμηχάνιση των γεωργικών εκμεταλλεύσεων
econ., food.ind.milchwirtschaftlicher Betriebεπιχείρηση επεξεργασίας γάλακτος
econ., food.ind.milchwirtschaftlicher Betriebεπιχείρηση μεταποίησης γάλακτος
econ., food.ind.milchwirtschaftlicher Betriebγαλακτοκομική μονάδα
econ., food.ind.milchwirtschaftlicher Betriebγαλακτοκομείο
stat., coal., mining.mineralgewinnende Betriebeεξορυκτικές βιομηχανίες
gen.Minister der Landwirtschaft und der Kleinen und Mittleren BetriebeΥπουργός Γεωργίας και Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων
econ.Modernisierung landwirtschaftlicher Betriebeεκσυγχρονισμός γεωργικής εκμετάλλευσης
mech.eng., el.Motor mit einem Kondensator für Anlauf und Betriebκινητήρας με πυκνωτή εκκίνησης και μόνιμης λειτουργίας
ITMulti-Job Betriebπολυεργική λειτουργία
transp., polit.nahtloser Betriebομοιογενής λειτουργία
account.Nettoinvestition in einen ausländischen Betriebκαθαρή επένδυση σε εκμετάλλευση στο εξωτερικό
environ., mater.sc., mech.eng.neuer Betriebνέα εγκατάσταση
met.nichtautomatischer betriebμη αυτόματη λειτουργία
commun., ITNicht-in-Betrieb-Zeitχρόνος μη-λειτουργίας
el.nichtlückender Betriebσυνεχής ροή
transp., avia.Nichtpräzisionsanflug-Betriebπτητική λειτουργία προσέγγισης μη-ακριβείας
agric.Niveau der Mechanisierung im kleinen landwirtschaftlichen Betriebβαθμός μηχανοποίησης στο αγρόκτημα
agric.normale Betriebs- und Lebensbedingungenομαλές συνθήκες λειτουργίας και διαβίωσης
mech.eng.normaler Betriebλειτουργία χωρίς βλάβες
mech.eng.normaler Betriebαπρόσκοπτη λειτουργία
transp.Notstörungsbehebung im Betriebπρόχειρη αποκατάσταση βλάβης
transp.Notstörungsbehebung im Betriebεπί τόπου αποκατάσταση βλάβης
met.Ofen fuer unterbrochenen Betriebκλίβανος διακεκομμένης λειτουργίας
commun.offener Betriebανοικτή εκτέλεση
ITOFF-Line-Betriebλειτουργία off-line
IT, dat.proc.Offline-Betriebαυτόνομη λειτουργία
el.Offline-Betriebτρόπος λειτουργίας OFF-LINE
environ., energ.ind., industr.Offshore-Konstruktion außer Betriebπαροπλισμένη μονάδα ανοικτής θαλάσσης
commun.ohne Auswirkung auf den Betrieb des Telefonnetzesχωρίς δυσμενή επίδραση σε υπηρεσίες
ITOpen-shop-Betriebκέντρο ανοικτής εξυπηρέτησης 2
ITOpen-shop-Betriebκέντρο ανοικτής εξυπηρέτησης 1
law, lab.law.Partnerschaft der Arbeitnehmer mit dem Betriebσυμμετοχή των εργατών στην επιχείρηση
law, lab.law.Partnerschaft der Arbeitnehmer mit dem Betriebσυμμετοχή των εργαζομένων στην επιχείρηση
commun., ITp-Bruchteil der außer-Betrieb-Zeitκλάσμα Β
environ.permanent in Betrieb stehender Luftmonitorανιχνευτής ατμοσφαιρικής επιτηρήσεως συνεχούς λειτουργίας
commun.Protokollprüfung bei leitungsvermitteltem Betriebδοκιμή πρωτοκόλλου κυκλοματομεταγωγής
agric.Prämie für die Aufgabe von Betriebenπριμοδότηση οριστικής παύσης των δραστηριοτήτων
lawPrüfungen im Betrieb Nacheichungenδοκιμές κατά τη λειτουργία
lawPrüfungen im Betrieb Nacheichungenέλεγχος κατά τη λειτουργία
commun., ITquantenbegrenzter Betriebλειτουργία περιορισμένη από τον κβαντικό θόρυβο
el.Rechner des Betriebs- und Wartungszentrumsεπεξεργαστής κέντρου εκμετάλλευσης και συντήρησης
el.Rechner des Betriebs- und Wartungszentrumsεπεξεργαστής διαχείρισης
ITrechnerabhängiger BetriebΛειτουργία σε επικοινωνία,επεξεργασία σε επικοινωνία
IT, dat.proc.rechnerunabhängiger Betriebαυτόνομη λειτουργία
comp.reduzierte Betriebελεγχόμενη υπολειτουργία συστήματος
polit.Referat IKT-Betrieb und -StandorteΜονάδα λειτουργιών και φιλοξενίας ΤΠΕ
agric.Schiff in Betriebενεργό πλοίο
mech.eng.Schwungkraftanlasser für elektrischen Betriebηλεκτρικός εκκινητήρας αδρανείας
energ.ind.sekundär geregelter Betriebρυθμίζουσα λειτουργία
ITselbstständiger Betriebτοπική λειτουργία
ITselbstständiger Betriebεπί τόπου λειτουργία
ITselbständiger Betriebτοπική λειτουργία
ITselbständiger Betriebεπί τόπου λειτουργία
ITSendefunkstelle für Betrieb Bσταθμός B-τρόπου εκπομπής
coal., met.Sequential Charging-Betriebσταδιακή λειτουργία
IT, dat.proc.serieller Betriebσειριακή λειτουργία
IT, earth.sc.serieller Schreib/Lese-Betriebσειριακή ανάγνωση-εγγραφή
med.serologische Kontrolle im Betriebορολογικός έλεγχος στην εκμετάλλευση
health.seuchenverdächtiger Betriebεκμετάλλευση για την οποία υπάρχουν υπόνοιες μόλυνσης
commun.sich in Betrieb befindender Überwachungsdienstλειτουργική υπηρεσία ελέγχου
commun.Simplex-Betriebμονόδρομη λειτουργία
commun.SNRM-Betriebτοποθέτηση σε κανονικό τρόπο απόκρισης
insur., construct.Sondersystem für die Arbeitnehmer der Bergwerke und gleichgestellter Betriebeειδικό σύστημα για τους εργαζομένους των ορυχείων και των εξομοιουμένων επιχειρήσεων
commun.Sprechfunk-Duplex-Betriebδιπλοκατευθυντική ραδιοτηλεφωνία
coal., met.Stage Charging-Betriebσταδιακή λειτουργία
IT, dat.proc.Start-Stop Betriebκατάσταση λειτουργίας μη συνεχούς ροής
commun., ITStart-Stopp-Betriebαρυθμικός τρόπος λειτουργίας
el.stationärer Betriebμόνιμη κατάσταση
el.stationärer Betriebλειτουργία στάσιμης κατάστασης
commun., ITstatischer Betriebστατική λειτουργία
econ.Stilllegung landwirtschaftlicher Betriebeπαύση γεωργικής εκμετάλλευσης
mech.eng.stoßfreier Betriebομαλή λειτουργία
mech.eng.stoßfreier Betriebομαλή κίνηση
lawStreitigkeit aus dem Betrieb einer Zweigniederlassung,einer Agentur oder einer sonstigen Niederlassungδιαφορά για εκμετάλλευση υποκαταστήματος,πρακτορείου ή άλλης εγκατάστασης
agric.Struktur der landwirtschaftlichen Betriebeδιάρθρωση των γεωργικών εκμεταλλεύσεων
health., unions.Ständiger Ausschuss für die Betriebssicherheit und den Gesundheitsschutz im Steinkohlenbergbau und in den anderen mineralgewinnenden BetriebenΜόνιμο Οργανο για την Ασφάλεια και την Υγιεινή στα Ανθρακωρυχεία και στις άλλες Εξορυκτικές Βιομηχανίες
ITSystem mit reduziertem Betriebσύστημα με δυνατότητες υπολειτουργίας
agric.tabakerzeugender Betriebκαπνοπαραγωγική εκμετάλλευση
health.Tag der Einstellung in den Betriebημερομηνία εισαγωγής στην εκμετάλλευση
el.taktgerechter Betriebλειτουργία με σύμφωνο ρυθμό
health.Test im Betriebδοκιμασία σφαγείου
gen.thermomechanisches Verhalten bei gepulstem Betriebθερμομηχανική συμπεριφορά υπό παλμική λειτουργία
med.tierärztliche Überwachung des Betriebsκτηνιατρική επίβλεψη των εγκαταστάσεων
health.Tilgung der Infektion aus dem Betriebεξάλειψη εστίας μόλυνσης στην εκμετάλλευση
el.TIROS-Satellit in Betriebδορυφόρος TOS
el.TIROS-Satellit in Betriebδορυφόρος TIROS
commun., ITTranshorizont-Betriebδιοριζοντική λειτουργία
law, lab.law.Umsetzung innerhalb des Betriebsμετάθεση εντός της επιχείρησης
law, lab.law.Umsetzung innerhalb des Betriebsεσωτερική μετακίνηση
transp.Umstellung auf dreigleisigen Betriebτριπλασιασμός των γραμμών
transp.Umstellung auf eingleisigen Betriebμετατροπή σε κυκλοφορία μονής γραμμής
transp.Umstellung auf viergleisigen Betriebτετραπλασιασμός των γραμμών
environ.Umweltfeindlicher Betriebεπιχείρηση μη φιλική για το περιβάλλον
commun.unabhängiger Betriebτοπική λειτουργία
commun., ITunbedienter Betriebανεπίβλεπτη λειτουργία
commun., mech.eng.ungleichförmiger Betrieb einer Sortiermaschineμη συγχρονισμένη λειτουργία μηχανής διαλογής
commun., ITUntereinheit für Wartung und Betriebυποσύστημα λειτουργίας και συντήρησης
gen.Unternehmen, das die Rückversicherung betreibtεπιχείρηση η δραστηριότητα της οποίας συνίσταται στην άσκηση αντασφαλιστικών δραστηριοτήτων
mech.eng., el.ununterbrochener Betrieb mit Anlauf und elektrischer Bremsungσυνεχής περιοδική λειτουργία με εκκινήσεις και ηλεκτρικές πεδήσεις
mech.eng., el.ununterbrochener Betrieb mit periodischer Drehzahlstellungσυνεχής περιοδική λειτουργία με μεταβολές ταχύτητας
transp.Vereinbarung über den gemeinsamen Betriebσυμφωνία κοινής εκμετάλλευσης
transp.Verhalten im Betriebσυμπεριφορά των αρμών των σιδηροτροχιών
transp.Verhalten im Betriebσυμπεριφορά κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας
transp.Verhalten im Betriebκατάσταση των αρμών των σιδηροτροχιών
law, lab.law.Versetzung innerhalb des Betriebsεσωτερική μετακίνηση
law, lab.law.Versetzung innerhalb des Betriebsμετάθεση εντός της επιχείρησης
el.Verstärker im A-Betriebενισχυτής κατηγορίας Α
el.Verstärker im A-Betriebενισχυτής Α-κατηγορίας
el.Verstärker im AB-Betriebενισχυτής κατηγορίας AB
el.Verstärker im AB-Betriebενισχυτής AB-κατηγορίας
el.Verstärker im B-Betriebενισχυτής κατηγορίας Β
el.Verstärker im C-Betriebενισχυτής κατηγορίας C
el.Verstärker im D-Betriebενισχυτής κατηγορίας D
earth.sc.Versuchskreislauf zum Betrieb mit Wasserstoffπειραματικό κύκλωμα για παραγγελίες υδρογόνου
transp., mater.sc.Versuchsmodell in Betriebομοίωμα δοκιμών στη χρήση
commun., ITVerzerrungsbegrenzter Betriebλειτουργία περιορισμένη λόγω παραμόρφωσης
law, market.Veräußerung des Betriebesμεταβίβαση επιχείρησης
el.VHF-Betriebλειτουργία σε υπερυψηλές συχνότητες
fin.Volkseigener Betriebλαϊκή επιχείρηση
econ., fin.volkseigner Betriebκρατική επιχείρηση
econ., fin.volkseigner Betriebκρατική ανώνυμη εταιρεία
commun., ITvom Betrieb aus gesehenχαρακτηριστικό λειτουργίας
commun.Vorbereitung auf den Betriebεκμετάλλευση με προπαρασκευή
commun., ITwechselwirkender Betriebδιαλογική υπηρεσία
econ.Weiterführung landwirtschaftlicher Betriebeδιαδοχή σε γεωργική εκμετάλλευση
commun., ITwieder in Betrieb nehmenεπαναφέρω σε λειτουργία
commun., ITzeitweilig außer Betriebπροσωρινά αποσυνδεμένος
commun., ITzeitweise außer Betriebπροσωρινή αναστολή λειτουργίας
transp.zeitweise eingleisiger Betriebπροσωρινή κυκλοφορία σε μονή γραμμή
transp.Zentrale Leitung des BetriebsΔιεύθυνση Εκμετάλλευσης
demogr., agric.Zersplitterung der Betriebeτεμαχισμός των γεωργικών εκμεταλλεύσεων
transp.zielreiner Betriebκυκλοφορία από την αφετηρία κατ'ευθείαν στο τέρμα
agric., health., anim.husb.zugelassener Betriebίδρυμα που έχει λάβει άδεια λειτουργίας
agric.Zusammenlegung von Betriebenσυγχώνευση των γεωργικών εκμεταλλεύσεων
commun., mater.sc.zusätzlicher Betriebσυμπληρωματική υπηρεσία
commun., mater.sc.zusätzlicher Betriebπρόσθετη υπηρεσία
lab.law.Zwei-Schicht-Betriebεργασία σε δυο βάρδιες
industr.Änderung des Betriebsμεταβολή της λειτουργίας
transp., avia.örtlicher Betriebτοπικές επιχειρήσεις
commun., ITörtliches Betriebs-und Wartungsendgerätτερματικό τοπικών λειτουργιών και συντήρησης
gen.Übereinkommen über den wöchentlichen Ruhetag in gewerblichen BetriebenΣύμβαση "περί εβδομαδιαίας αναπαύσεως εν τοις βιομηχανικοίς καταστήμασι"
social.sc.Übereinkommen über die Begrenzung der Arbeitszeit in gewerblichen Betrieben auf acht Stunden täglich und achtundvierzig Stunden wöchentlichΣύμβαση "περί περιορισμού των ωρών εργασίας εν ταις βιομηχανικαίς επιχειρήσεσιν εις 8 καθ'ημέραν και 48 καθ'εβδομάδα"
social.sc., empl.Übereinkommen über Schutz und Erleichterungen für Arbeitnehmervertreter im BetriebΣύμβαση για την προστασία των αντιπροσώπων των εργαζομένων στην επιχείρηση
tech.Übergang von Konstantspannungs-zu Konstantstrom-Betriebμετάβαση σταθερής βάσης-σταθερού ρεύματος
gen.Übergang von Unternehmen, Betrieben oder Unternehmens- oder Betriebsteilenμεταβιβάσεις επιχειρήσεων, εγκαταστάσεων, ή τμημάτων εγκαταστάσεων ή επιχειρήσεων
fin., busin., labor.org.Übertragung eines Betriebs in Erbfolgeκληρονομική μεταβίβαση επιχείρησης
gen.Übertragung von Unternehmen, Betrieben oder Unternehmens- oder Betriebsteilenμεταβιβάσεις επιχειρήσεων, εγκαταστάσεων, ή τμημάτων εγκαταστάσεων ή επιχειρήσεων
polit.Überwachung und BetriebΕπίβλεψη και λειτουργίες