Subject | German | Greek |
med. | Beobachtung der Bevölkerung im Schulalter | παρακολούθηση πληθυσμών σχολικής ηλικίας |
chem., el. | Beobachtung der Vegetation | επόπτευση βλάστησης |
chem., el. | Beobachtung des Baumbestandes | επόπτευση δέντρων |
chem. | Beobachtung mit einem Dobson-Spektrophotometer | φασματοφωτομετρική παρατήρηση Dobson |
chem. | Beobachtung mit einem Dobson-Spektrophotometer | παρατήρηση με φασματοφωτόμετρο Dobson |
life.sc. | Beobachtung per Radarsonde | παρατήρηση βολίδας με ραντάρ |
life.sc. | Beobachtung vom Boden aus | παρατήρηση από το έδαφος |
gen. | Beobachtung von NATO-Mitteln und Fähigkeiten | παρακολούθηση των πόρων και του δυναμικού του ΝΑΤΟ |
polit. | Beobachtungs- und Informationszentrum | κέντρο παρακολούθησης και πληροφόρησης |
market. | Beobachtungs-und Meldeverfahren | διαδικασία επαγρύπνησης |
ed. | Beobachtungs-und Orientierungsstufe | κύκλος παρατήρησης και προσανατολισμού |
life.sc., mech.eng. | direkte Beobachtung | άμεση παρατήρηση |
stat. | einflußreiche Beobachtung | επιδρούσα παρατήρηση |
nucl.pow. | Eingrenzung und Beobachtung | σύστημα εγκλωβισμού και επιτήρησης Ε/Ε |
gen. | europäische Beobachtungs-und Informationsstelle für Raumordnungsfragen | ευρωπαϊκός οργανισμός χωροταξικής παρακολούθησης και πληροφόρησης |
energ.ind. | europäische Stelle zur Beobachtung der Energieversorgung | Ευρωπαϊκό Παρατηρητήριο προσφοράς ενέργειας |
unions. | europäische Stelle zur Beobachtung des Wandels | Ευρωπαϊκό παρατηρητήριο της αλλαγής |
obs. | Europäische Stelle zur Beobachtung von Rassismus und Fremdenfeindlichkeit | Ευρωπαϊκό Παρατηρητήριο των Φαινομένων Ρατσισμού και Ξενοφοβίας |
dat.proc., environ. | europäisches maritimes Beobachtungs- und Datennetzwerk | Ευρωπαϊκό δίκτυο παρατηρήσεων των δεδομένων της θάλασσας |
dat.proc., environ. | europäisches maritimes Beobachtungs- und Datennetzwerk | Eυρωπαϊκό Δίκτυο Παρατηρήσεων και Δεδομένων της Θάλασσας |
health., lab.law. | Europäisches Netz zur Beobachtung und zur Sammlung von Informationen in dem Bereich Sicherheit und Gesundheit am Arbeitsplatz | ευρωπαϊκό σύστημα παρατήρησης και συλλογής πληροφοριών σχετικά με την ασφάλεια και την υγεία στο χώρο της εργασίας |
IT | externe Beobachtung | εξωτερική παρατήρηση |
stat., scient. | fiktive Beobachtung | εικονική παρατήρηση |
stat. | fiktive Beobachtung | ομοίωμα παρατήρησης |
gen. | gemeinsamer interaktiver Beobachtungs- und Frühwarnmechanismus | κοινός διαδραστικός μηχανισμός επαγρύπνησης και πρόληψης |
life.sc. | geozentrische Beobachtung | γεωκεντρική παρατήρηση |
life.sc. | indirekte Beobachtung | έμμεση παρατήρηση |
fin. | Instrument zur Beobachtung der Risiken | μέσα παρακολούθησης των κινδύνων |
stat. | kollinearitätsbeeinflussende Beobachtungen | συγγραμμικότητας-επιρροή παρατηρήσεις |
stat. | Laboratoriums-Beobachtung | εργαστηριακή παρατήρηση |
stat. | Lage der Beobachtungen | σημείο παρατηρήσεων |
stat. | Lage der Beobachtungen | χαρακτηριστικό θέσης |
stat. | Lage der Beobachtungen | θέση παρατηρήσεων |
IT | Lernen durch Beobachtung | εκμάθηση χωρίς επιτήρηση |
IT | Lernen durch Beobachtung | εκμάθηση χωρίς διδάσκοντα |
IT | Lernen durch Beobachtung | εκμάθηση από παρατήρηση |
commun., IT | manuelle Beobachtung der Dienstqualität | χειροκίνητη παρατήρηση της ποιότητας υπηρεσίας |
nat.sc. | Maßnahme zur Beobachtung der Innovationsgeschehens in Europa | ευρωπαϊκό σύστημα παρακολούθησης καινοτομίας |
environ. | Medienbezogene Beobachtung | Έλεγχος προασανατολισμένος στα ΜΜΕ |
environ. | medium-orentierte Beobachtung | Έλεγχος προασανατολισμένος στα ΜΜΕ |
life.sc., transp., avia. | meteorologische Beobachtung | μετεωρολογική παρατήρηση |
stat., scient. | mixed-up-Beobachtungen | συγκεχυμένες παρατηρήσεις |
gen. | mobile Beobachtung | κιvητές παρακoλoυθήσεις/επιτηρήσεις |
nat.sc., agric. | morphophänologische Beobachtung | μορφο-φαινολογική παρατήρηση |
gen. | optische Beobachtung | οπτική επιτήρηση |
cultur. | photographische Beobachtung | φωτογραφική παρατήρηση |
life.sc. | radarmeteorologische Beobachtung | μετεωρολογική παρατήρηση με ραντάρ |
life.sc. | RAWIN-Beobachtung | παρατήρηση με ραδιοβολίδα-βολίδα ραδιοανέμου |
polit. | Referat Beobachtung der öffentlichen Meinung | Μονάδα Παρακολούθησης της Κοινής Γνώμης |
polit. | Referat Beobachtung und strategische Analyse der Medien | Μονάδα Παρακολούθησης και Στρατηγικής Ανάλυσης των ΜΜΕ |
life.sc. | repräsentative meteorologische Beobachtung | αντιπροσωπευτική μετεωρολογική παρατήρηση |
commun., fish.farm. | Satellitensystem zur Beobachtung und Überwachung der Tätigkeiten von Fischereischiffen | δορυφορικό σύστημα επιτήρησης και ελέγχου των αλιευτικών πλοίων |
industr., construct. | Spezialglas zur Beobachtung bei dunstiger Witterung | ειδικά κιάλια νυκτός |
earth.sc. | Spiegel zur Beobachtung in Windkanaelen | καθρέφτης για την παρατήρηση των αεροδυναμικών σηράγγων δοκιμών |
gen. | Standardformular für Beobachtungen | έντυπο παρατήρησης |
gen. | statische Beobachtungen | στατικές παρατηρήσεις/επιτηρήσεις |
stat. | statistische Einheit für die Beobachtung der Wirtschaft | στατιστική μονάδα παρακολούθησης του παραγωγικού συστήματος |
ed. | Stelle zur Beobachtung der Lebensbedingungen der Studenten | παρατηρητήριο της ζωής των σπουδαστών |
stat. | Streuung der Beobachtungen | διασπορά των παρατηρήσεων |
life.sc. | synoptische Beobachtung | κύρια συνοπτική παρατήρηση |
life.sc. | synoptische Beobachtung | συνοπτική παρατήρηση |
environ. | System zur Beobachtung der Emissionen von CO2 und anderen Treibhausgasen in der Gemeinschaft | σύστημα παρακολούθησης, στα κράτη μέλη, των ανθρωπογενών εκπομπών CO2 και άλλων αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου και δεν υπάγονται στις διατάξεις του Πρωτοκόλλου του Μόντρεαλ |
environ. | System zur Beobachtung der Emissionen von CO2 und anderen Treibhausgasen in der Gemeinschaft | μηχανισμός για την παρακολούθηση στην Κοινότητα των εκπομπών CO2, και των λοιπών εκπομπών αερίων που συντελούν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου |
energ.ind. | System zur Beobachtung der Energiemärkte | Ευρωπαϊκό Παρατηρητήριο των Ενεργειακών Αγορών |
social.sc. | teilnehmende Beobachtung | συμμετοχική παρατήρηση |
social.sc. | teilnehmende Beobachtung | συμμέτοχος παρατήρηση |
stat. | teilweise konsistente Beobachtungen | μερικώς συνεπείς παρατηρήσεις |
transp. | terrestrische Beobachtung | γήινες παρατηρήσεις |
nat.sc., earth.sc., agric. | visuelle Beobachtung | οπτική παρατήρηση |
stat., scient. | zufaellige Beobachtung | τυχαία παρακολούθησις |
gen. | ärztliche Beobachtung | ιατρική παρακολούθηση |