Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Dutch
⇄
English
German
Greek
Japanese
Russian
Terms
for subject
Law
containing
A
|
all forms
|
exact matches only
Dutch
Greek
A
-punt
σημείο Α
A
-visum
θεώρηση εισόδου τύπου Α
A
-visum
θεώρηση τύπου Α
A
-visum
θεώρηση διέλευσης από αερολιμένα
AGTC.
A
Διεύθυνση Συμβουλευτικών Εργασιών Α
bewijsmateriaal
à
charge
ενοχοποιητικά στοιχεία
bewijsmateriaal
à
decharge
απαλλακτικά στοιχεία
c.
a
.o.-loon
μισθός καθορισμένος από συλλογική σύμβαση
categorie
A
κατηγορία Α
dies
a
quo
ημέρα έναρξης μίας προθεσμίας
Directoraat Advieswerkzaamheden
A
Διεύθυνση Συμβουλευτικών Εργασιών Α
formulier-
A
/B
έντυπο Α/Β
getuige
à
charge
μάρτυρας κατηγορίας
getuige
à
décharge
μάρτυρας υπεράσπισης
lijst
A
κατάλογος Α
looptijd van de c.
a
.o.
διάρκεια συλλογικής σύμβασης εργασίας
N/
A
N/A
FR EL
N/
A
επαναπροώθηση
N/
A
FRNL
άδεια διαμονής αορίστου διάρκειας
t.
a
.v.derden geldend gemaakt recht
δικαίωμα που ασκείται έναντι τρίτων
tijdelijk voordeel t.
a
.v.de kasmiddelen
προσωρινό ταμειακό πλεονέκτημα
Get short URL