Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Italian
⇄
Albanian
Arabic
Azerbaijani
Basque
Bulgarian
Catalan
Chinese
Chinese Taiwan
Chinese simplified
Croatian
Czech
Danish
Dutch
English
Estonian
Filipino
Finnish
French
Galician
German
Greek
Hebrew
Hindi
Hungarian
Indonesian
Irish
Japanese
Kazakh
Korean
Latvian
Lithuanian
Macedonian
Malay
Maltese
Norwegian
Norwegian Bokmål
Polish
Portuguese
Romanian
Russian
Serbian
Serbian Latin
Slovak
Slovene
Spanish
Swedish
Thai
Turkish
Ukrainian
Uzbek
Vietnamese
Terms
for subject
Law
containing
lavoro
|
all forms
|
exact matches only
Italian
Greek
abbandono temporaneo del posto di
lavoro
εγκατάλειψη θέσης
Accordo interistituzionale del 20 dicembre 1994 - Metodo di
lavoro
accelerato ai fini della codificazione ufficiale dei testi legislativi
Διοργανική συμφωνία της 20ής Δεκεμβρίου 1994 που αφορά την ταχεία μέθοδο εργασίας για την επίσημη κωδικοποίηση νομοθετικών κειμένων
accordo quadro sul
lavoro
a tempo determinato
Συμφωνία πλαίσιο για την εργασία ορισμένου χρόνου
accordo quadro sul
lavoro
a tempo parziale
συμφωνία πλαίσιο για την εργασία μερικής απασχόλησης
adattamento al
lavoro
προσαρμογή στην εργασία
adatto ad esercitare un
lavoro
ικανός για μιά εργασία
aggiudicazione di
lavori
pubblici
διαγωνισμός σχετικά με δημόσια έργα
amnistia per i reati commessi in occasione di conflitti del
lavoro
αμνηστεία για τα αδικήματα που διαπράττονται κατά τη διάρκεια εργατικών διαφορών
analista del
lavoro
αναλυτής της εργασίας
associazione capitale-
lavoro
συμμετοχή των εργαζομένων στα αποτελέσματα της επιχείρησης
astensione illegale dal
lavoro
παράνομη στάση εργασίας
attitudine al
lavoro
ικανότητα για εργασία
attitudine al
lavoro
manuale
ικανότητα για χειρωνακτική εργασία
autorità del datore di
lavoro
διευθυντικό δικαίωμα του εργοδότη
autorizzazione al
lavoro
άδεια εργασίας
azione a favore di prestatori di
lavoro
μετοχή προσωπικού
azione a favore di prestatori di
lavoro
μετοχή εργασίας
azione a favore di prestatori di
lavoro
μετοχή εργαζομένου
azione a tutela dell'ambiente di
lavoro
επίδραση στο εργασιακό περιβάλλον
azione di
lavoro
μετοχή εργασίας
azione di
lavoro
μετοχή προσωπικού
azione di
lavoro
μετοχή εργαζομένου
azione unilaterale del datore di
lavoro
ετεροβαρής πράξη του εργοδότη
capacità di prestare
lavoro
απαιτούμενη ηλικία για εργασία
comitato per la sicurezza,l'igiene e l'imbellimento del luogo di
lavoro
Επιτροπή Υγιεινής και Ασφάλειας της Εργασίας
competenza del giudice del
lavoro
δικαιοδοσία επαγγελματικών δικαστηρίων
competenza del giudice del
lavoro
αρμοδιότητα εργοδικείων
Conferenza internazionale del
lavoro
Διεθνής Συνδιάσκεψη Eργασίας
Conferenza nazionale del
lavoro
εθνική διάσκεψη εργασίας
Conferenza nazionale del
lavoro
Εθνική Συνδιάσκεψη Εργασίας
consegna di un
lavoro
eseguito in base ad un contratto d'opera
παράδοση εργασίας φασόν
contratto di
lavoro
individuale
ατομική σύμβαση
convenzione internazionale del
lavoro
διεθνής σύμβαση εργασίας
denuncia di infortunio sul
lavoro
δήλωση εργατικού ατυχήματος
detenzione accompagnata dai
lavori
forzati
προσωποκράτηση με καταναγκαστικά έργα
Direzione
Lavori
consultivi - A
Διεύθυνση Συμβουλευτικών Εργασιών Α
diritto al
lavoro
δικαίωμα της εργασίας
diritto al
lavoro
δικαίωμα στην εργασία
elemente di
lavoro
στοιχείο της παραγωγικής διαδικασίας
età di ammissione al
lavoro
απαιτούμενη ηλικία για εργασία
fatto ritenuto punibile dal datore di
lavoro
περιστατικό που θεωρείται ως λόγος επιβολής κυρώσεων από τον εργοδότη
idoneità al
lavoro
ικανότητα για εργασία
il diritto al
lavoro
e le condizioni di lavoro
το εργατικό δίκαιο και οι όροι εργασίας
il tribunale del
lavoro
istituito in base alla legge danese del 21 aprile 1964
το εργατικό δικαστήριο που έχει συσταθεί με το δανικό νόμο της 21ης Απριλίου 1964
impiegato che pianifica il
lavoro
προγραμματιστής εργασίας
interruzione dei
lavori
dovuta alle intemperie
διακοπές της εργασίας λόγω κακών καιρικών συνθηκών
interruzione del
lavoro
κώλυμα εκμετάλλευσης
interruzione del
lavoro
ατύχημα εκμετάλλευσης
lavori
con turni a rotazione
συνεχής εργασία
lavori
con turni a rotazione
εργασία σε διαδοχικές βάρδιες
lavoro
a ciclo controllato
ελεγχόμενη εργασία από εξωτερικούς παράγοντες
lavoro
a cottimo
εργασία αμοιβόμενη κατά μονάδα παραγόμενου προϊόντος
lavoro
a domicilio
εργασία αμειβόμενη με την ώρα
lavoro
a domicilio
εργασία φασόν
lavoro
a domicilio
εργασία χωρίς τα υλικά
lavoro
a domicilio
κατ'οίκον εργασία
lavoro
a domicilio
εργασία υπεργολαβίας
lavoro
a ritmo libero
εργασία ελεύθερης επίδοσης
lavoro
a squadre
ομαδική εργασία
lavoro
a turni semicontinuo
ημι-συνεχής εργασία
lavoro
a turno
εργασία με βάρδιες
lavoro
a turno continuo
εργασία σε διαδοχικές βάρδιες
lavoro
a turno continuo
συνεχής εργασία
lavoro
a velocità libera
εργασία ελεύθερης επίδοσης
lavoro
a velocità limitata
εργασία ορισμένης επίδοσης
lavoro
adeguato
αρμόζουσα εργασία
lavoro
adeguato
ανάλογη θέση εργασίας
lavoro
autonomo
αυτόνομη εργασία
lavoro
complementare
συμπληρωματική εργασία
lavoro
continuo a tre turni
εργασία σε διαδοχικές βάρδιες
lavoro
continuo a tre turni
συνεχής εργασία
lavoro
controllato
ελεγχόμενη εργασία από εξωτερικούς παράγοντες
lavoro
controllato automaticamente
εργασία ελεγχόμενη από την μηχανή
lavoro
degli stranieri
επαγγελματική δραστηριότητα αλλοδαπών
lavoro
degli stranieri
εργασία αλλοδαπών
lavoro
d'equipe
ομαδική εργασία
lavoro
di emergenza
εργασία λόγω ανωτέρας βίας
lavoro
familiare
οικοτεχνία
lavoro
familiare
οικογενειακή εργασία
lavoro
illegale
παράνομη απασχόληση
lavoro
illegale
παράνομη εργασία
lavoro
indiretto
έμμεση εργασία
lavoro
intermittente
εργασία διακεκομμένη
lavoro
medio
μεσαία εργασία
lavoro
molto pesante
υπερβαριά εργασία
lavoro
non qualificato
μη εξειδικευμένη εργασία
lavoro
non qualificato
εργασία για ανειδίκευτο εργάτη
lavoro
notturno continuo
νυκτερινή εργασία
lavoro
occasionale
δευτερεύουσα εργασία
lavoro
pagato a cottimo
εργασία αμειβόμενη με το κομμάτι
lavoro
pagato a tempo
εργασία που αμείβεται με βάση τη χρονική διάρκεια
lavoro
pagato a tempo
εργασία αμειβόμενη με την ώρα
lavoro
pomeridiano
απογευματινή εργασία
lavoro
qualificato
ειδικευμένη εργασία
lavoro
salariato
μισθωτή απασχόληση
lavoro
salariato
μισθωτή εργασία
lavoro
serale
απογευματινή εργασία
lavoro
simulato
προσομοιωμένη εργασία
lavoro
sperimentale
πρακτική εξάσκηση
lavoro
volontario a orario ridotto
εθελούσια μερική απασχόληση
legge danese sui tribunali del
lavoro
del 21 aprile 1964
avviso n.124
δανικός νόμος για τα εργατικά δικαστήρια της 21ης Απριλίου 1964
δελτίο αριθ.124
legge di sostegno al mercato del
lavoro
νόμος για την προώθηση της αγοράς εργασίας
legge per il sostegno al mercato del
lavoro
νόμος περί του επιδόματος απασχόλησης
legge per la promozione del mercato del
lavoro
νόμος για την προώθηση της αγοράς εργασίας
legge riguardante l'ambiente di
lavoro
νόμος περί συνθηκών στον τόπο εργασίας
legge sui
lavori
con aria compressa
νόμος σχετικά με εργασίες με χρήση πεπιεσμένου αέρα
legge sul
lavoro
notturno gravoso
νόμος σχετικά με τη βαρειά νυκτερινή εργασία
legge sul
lavoro
notturno gravoso
νόμος περί βαριάς νυκτερινής εργασίας
legge sul reddito per i lavoratori disoccupati vecchi e parzialmente inabili al
lavoro
νόμος περί διασφαλίσεως του εισοδήματος ηλικιωμένων και εν μέρει ανίκανων προς εργασία ανέργων
legge sulla promozione del
lavoro
νόμος περί ενισχύσεως της απασχολήσεως
legge sull'assegno di sussistenza per minorati e sull'assegno di
lavoro
per minorati
νόμος για το επίδομα επιβίωσης αναπήρων και το επίδομα εργασίας αναπήρων
legge sulle condizioni di
lavoro
Νόμος για τις συνθήκες εργασίας
legislazione del
lavoro
εργατική νομοθεσία
magistratura del
lavoro
εργατοδικείο
mancanza di
lavoro
έλλειψη εργατικών χεριών
mole di
lavoro
βάρος εργασίας
non
lavorare
αργώ
non
lavorare
δεν εργάζομαι
non
lavorare
δεν εργάζομαι κατά τη διάρκεια των αργιών
organizzazione del
lavoro
οργάνωση εργασίας
organizzazione di datori di
lavoro
σύνδεσμος εργοδοτών
organizzazione di datori di
lavoro
ομοσπονδία εργοδοτών
organizzazione di datori di
lavoro
σωματείο των εργοδοτών
organizzazione di datori di
lavoro
εργοδοτικό σωματείο
paese di stabilimento del datore di
lavoro
χώρα εγκαταστάσεως του εργοδότη
persona esclusa dal mercato del
lavoro
άτομο που αποκλείεται από την αγορά εργασίας
principio della parità di retribuzione tra i lavoratori di sesso maschile e quelli di sesso femminile per uno stesso
lavoro
αρχή της ίσης αμοιβής για ίδια εργασία μεταξύ ανδρών και γυναικών
principio della parità di retribuzione tra lavoratori di sesso maschile e quelli di sesso femminile per uno stesso
lavoro
αρχή της ισότητας της αμοιβής μεταξύ ανδρών και γυναικών για όμοια εργασία
principio della parità di retribuzione tra lavoratori di sesso maschile e quelli di sesso femminile per uno stesso
lavoro
αρχή της ίσης αμοιβής για ίδια εργασία μεταξύ ανδρών και γυναικών
proibizione della schiavitù e del
lavoro
forzato
απαγόρευση της δουλείας και της αναγκαστικής εργασίας
reato commesso in occasione del
lavoro
αδίκημα που διαπράχθηκε κατά την εργασία
regolamentazione del
lavoro
a tempo parziale
ρύθμιση της εργασίας μερικής απασχόλησης
regolamentazione del
lavoro
part-time
ρύθμιση της εργασίας μερικής απασχόλησης
regolamentazioni delle ore di
lavoro
συμφωνίες για το ωράριο εργασίας
regolamento amministrativo del
lavoro
διοικητικός κανονισμός υπηρεσιακής κατάρτισης
regolamento sull'assegno di sussistenza per minorati e sull'assegno di
lavoro
per minorati
κανονισμός για το επίδομα επιβίωσης αναπήρων και επίδομα εργασίας αναπήρων
riduzione dell'orario di
lavoro
μείωση της διάρκειας εργασίας
ripartizione dei
lavori
καταμερισμός της εργασίας
risoluzione del contratto di
lavoro
καταγγελία της σύμβασης εργασίας
senza vincolo di subordinazione nei confronti di un datore i
lavoro
χωρίς εξάρτηση από εργοδότη
sospensione del
lavoro
per malattia
άδεια λόγω ασθένειας
sospensione del
lavoro
per malattia
άδεια ασθένειας
struttura del
lavoro
αναδιαμόρφωση της εργασίας
tribunale del
lavoro
εργατοδικείο
valutazione del
lavoro
αξιολόγηση της εργασίας
visto per
lavoro
θεώρηση εργασίας και διαμονής
visto per
lavoro
e residenza
θεώρηση εργασίας και διαμονής
visto per ricerca di
lavoro
θεώρηση για αναζήτηση εργασίας
Get short URL