DictionaryForumContacts

   Danish
Terms for subject Medical containing l | all forms | exact matches only
DanishGreek
L1 akut lymfoblastær leukæmiοξεία λεμφοβλαστική λευχαιμία τύπου L1
L2 akut lymfoblastær leukæmiοξεία λεμφοβλαστική λευχαιμία τύπου L2
L3 akut lymfoblastær leukæmiοξεία λεμφοβλαστική λευχαιμία L3
L2 akut lymfoblastær leukæmiοξεία λεμφοβλαστική λευχαιμία L2
L3 akut lymfoblastær leukæmiοξεία λεμφοβλαστική λευχαιμία τύπου L3
L1 akut lymfoblastær leukæmiοξεία λεμφοβλαστική λευχαιμία L1
L-10-dosisδόση L+10
L--dosisδόση L+
L-kædeελαφριά αλυσίδα
L1210 leukæmiλευχαιμία L 1210
L-phenylalanin sennepμελφαλάνη