DictionaryForumContacts

   Portuguese
Terms for subject Research and development containing nova | all forms
PortugueseGreek
Associação Internacional para a Promoção da Cooperação com os Cientistas dos Novos Estados Independentes da Antiga União SoviéticaΔιεθνής Ενωση για την προαγωγή της συνεργασίας με τους επιστήμονες των νέων ανεξάρτητων κρατών της πρώην Σοβιετικής Ενωσης; Διεθνής ένωση για την προαγωγή της συνεργασίας με τους επιστήμονες των νέων ανεξάρτητων κρατών της πρώην Σοβιετικής Ενωσης
Livro Verde - Espaço europeu da investigação: Novas perspetivas ΠΡΑΣΙΝΗ ΒΙΒΛΟΣ Ευρωπαϊκός Χώρος Έρευνας: Νέες προοπτικές
novas linhas C/Tνέες οδοί Ε/Τ
Programa Plurianual de Investigação e Desenvolvimento da Comunidade Económica Europeia nos domínios da Investigação Tecnológica Fundamental e da Aplicação das Novas TecnologiasΒασική έρευνα βιομηχανικών τεχνολογιών για την Ευρώπη; Βασική τεχνολογική έρευνα και εφαρμογή των νέων τεχνολογιών; Βασική έρευνα στις βιομηχανικές τεχνολογίες για την Ευρώπη; Πολυετές πρόγραμμα έρευνας και ανάπτυξης της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας στους τομείς της βασικής τεχνολογικής έρευνας και της εφαρμογής των νέων τεχνολογιών 1985-1988