DictionaryForumContacts

   Portuguese
Terms for subject General containing local | all forms | exact matches only
PortugueseGreek
acidente ocorrido no local de trabalho e acidente ocorrido no trajeto para o trabalhoεργατικό ατύχημα ή ατύχημα καθ'οδόν από ή προς τον τόπο εργασίας
agente de desenvolvimento local e regionalτοπικός και περιφερειακός αναπτυξιακός φορέας
alteração do local geográfico de afetação αλλαγή τόπου υπηρεσίας
aquecimento localτοπική θέρμανση
Assembleia localΤοπική συνέλευση
Assembleia Regional e Local Euro-MediterrânicaΕυρωμεσογειακή Περιφερειακή και Τοπική Συνέλευση
associação de autoridades locaisένωση τοπικής αυτοδιοίκησης
autarquia local΄Οργανο Τοπικής Αυτοδιοίκησης
autarquia localκύριος οργανισμός τοπικής αυτοδιοίκησης
autoridade localκύριος οργανισμός τοπικής αυτοδιοίκησης
Carta Europeia de Autonomia LocalΕυρωπαϊκός Χάρτης της τοπικής αυτονομίας
clima localτοπικό κλίμα
coletividades regionais e locaisοργανισμοί περιφερειακής διοίκησης και τοπικής αυτοδιοίκησης
comité localτοπική επιτροπή
comité organizador localτοπική οργανωτική επιτροπή
condicionamento local de amostrasπροετοιμασία δειγμάτων επιτόπου
Conferência Tecnológica Permanente das Autarquias Locais EuropeiasΜόνιμη Τεχνολογική Διάσκεψη Ευρωπαϊκών Αρχών Τοπικής Αυτοδιοίκησης
Congresso dos Poderes Locais e Regionais da EuropaΚογκρέσο των Τοπικών και Περιφερειακών Αρχών του Συμβουλίου της Ευρώπης
Congresso dos Poderes Locais e Regionais da EuropaΚογκρέσο Τοπικών και Περιφερειακών Αρχών της Ευρώπης
Conselho Consultivo das Coletividades Regionais e Locais de Direito PúblicoΓνωμοδοτικό Συμβούλιο των Οργανισμών Περιφερειακής και Τοπικής Αυτοδιοίκησης
conservar o recipiente num local bem ventiladoΣ9
conservar o recipiente num local bem ventiladoτο δοχείο να διατηρείται σε καλά αεριζόμενο μέρος
controlo no localεπιτόπιος έλεγχος
controlo no próprio localεπιτόπου έλεγχος
controlo no próprio localεπιτόπιος έλεγχος
cooperação consular local em matéria de vistosτοπική συνεργασία Σένγκεν
cooperação descentralizada a favor das comunidades locaisαποκεντρωμένη συνεργασία υπέρ τοπικών κοινοτήτων
cooperação Schengen localτοπική συνεργασία Σένγκεν
decisores locaisοι αρμόδιοι για τη λήψη αποφάσεων σε τοπικό επίπεδο οι υπεύθυνοι για τη λήψη αποφάσεων σε τοπικό επίπεδο
desenvolver relações de parceria diretas e duradouras entre entidades locais da Europa e da América LatinaΑνάπτυξη άμεσων και μόνιμων εταιρικών σχέσεων μεταξύ τοπικών φορέων της ΕΕ και της Λατινικής Αμερικής
despesas do funcionário deslocado até ao local de execução da tarefa cometidaέξοδα μετακινήσεως
efeitos locais de um projétilτοπικές συνέπειες από εκσφενδονιζόμενο αντικείμενο
efetuar sondagens em anel à volta dos local previsto para o poçoεκτελούμεν γεωτρήσεις κυκλικώς περί την προβλεπομένην θέσιν του φρέατος
entidade ou autoridade localοργανισμός τοπικής αυτοδιοίκησης
entregar num local autorizado para recolha de resíduosΣ56
entregar num local autorizado para recolha de resíduosνα μη διοχετευθεί σε δίκτυο υπονόμων ή στο περιβάλλον.Να διατεθεί σε εγκεκριμένο χώρο συλλογής αποβλήτων
exame do localεπισκόπηση της περιοχής εγκαταστάσεως
exame do localεπισκόπηση της θέσεως εγκαταστάσεως
falta de residência habitual no Estado em cujo território está situado o seu local de afetação μη συνήθης κατοικία στο κράτος διορισμού
fatores ligados à interação entre o local e a centralπαράγοντες αλληλεπιδράσεως εγκαταστάσεως-περιβάλλοντος
fiscalização no próprio localεπιτόπιος έλεγχος
fiscalização no próprio localεπιτόπου έλεγχος
grupo de peritos para a melhoria da informação no âmbito da segurança, da higiene e da saúde no local de trabalhoΟμάδα εμπειρογνωμόνων δελτίωση της πληροφόρησης στον τομέα της ασφάλειας, της υγιεινής και της υγείας στους χώρους εργασίας
Grupo de Trabalho "Política Local"Ομάδα Εργασίας "Τοπική πολιτική"
Grupo de Trabalho "Representantes Locais Eleitos"Ομάδα εργασίας "Εκπρόσωποι τοπικής αυτοδιοίκησης"
iniciativa de desenvolvimento localπρωτοβουλία τοπικής ανάπτυξης
iniciativa local de empregoτοπικές πρωτοβουλίες απασχόλησης
iniciativa local para o empregoτοπική πρωτοβουλία για την απασχόληση
Iniciativas locais de desenvolvimento e de empregoΤοπικές πρωτοβουλίες ανάπτυξης και απασχόλησης
inscrição no localεγγραφή επί τόπου
jornada fora do local habitual de trabalhoημέρα εκτός έδρας
local de afetaçãoτόπος διορισμού
local de afetação oficial do funcionário notadoθέση στην οποία έχει επίσημα τοποθετηθεί ο κρινόμενος
local de atividade da Instituiçãoυπηρεσιακός χώρος του Οργάνου
local de emissãoτόπος έκδοσης
local de pagamentoθέση χρεώσεως
local de trabalhoπόστο
local de trabalho provisórioπροσωρινός τόπος εργασίας
local do abateτόπος σφαγής
local do congressoχώρος συνεδριάσεων
local do congressoχώρος συνεδρίου
local do sinistroτόπος ατυχήματος
manter o recipiente bem fechado em local bem ventiladoΣ7/9
manter o recipiente bem fechado em local bem ventiladoτο δοχείο διατηρείται ερμητικά κλεισμένο και σε καλά αεριζόμενο μέρος
Ministro-Adjunto do Ministério da Educação, encarregado da Juventude e Desportos, e do Ministério do Ambiente, encarregado da Reforma do Poder Local e da Gestão do Tráfego UrbanoΥφυπουργός Παιδείας με ειδική αρμοδιότητα για τη Νεολαία και τον Αθλητισμό και Υφυπουργός Περιβάλλοντος με ειδική αρμοδιότητα για την τοπική κυβερνητική μεταρρύθμιση και τη διαχείριση της αστικής κυκλοφορίας
Ministro-Adjunto dos Assuntos Europeus e do Desenvolvimento Local da Presidência do ConselhoΥφυπουργός του Υπουργείου Προεδρίας Taoiseach υπεύθυνος για τις Ευρωπαϊκές Υποθέσεις και την Τοπική Ανάπτυξη
missão de substituição das forças policiais locaisυποκατάσταση των τοπικών αστυνομικών δυνάμεων
método baseado na população do local e na dispersão atmosféricaμέθοδος συνδυάζουσα πληθυσμικά χαρακτηριστικά και χαρακτηριστικά ατμοσφαιρικής διασποράς της περιοχής
método baseado no fator do local e do setorμέθοδος συντελεστών τομέως και περιοχής
método do fator demográfico do localμέθοδος πληθυσμικού συντελεστού περιοχής
observações no localστατικές παρατηρήσεις/επιτηρήσεις
organização cívica de âmbito local e municipalοργάνωση συμμετοχής των πολιτών στον τοπικό και δημοτικό βίο
Organização localΤοπική οργάνωση
pessoal afeto ao localπροσωπικό επί τόπου του έργου
plano de desenvolvimento da democracia localσχέδιο Lodé
plano de desenvolvimento da democracia localσχέδιο για την ανάπτυξη της τοπικής δημοκρατίας
posto fronteiriço localπροσωπικό μεθοριακού σταθμού
Programa de Apoio à Cooperação entre as Autarquias Locais da Europa e as dos Países Terceiros Mediterrânicos PTMΠρόγραμμα στήριξης της συνεργασίας μεταξύ των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης της Ευρώπης και των ίδιων οργανισμών των Τρίτων Μεσογειακών Χωρών ΤΜΧ
Programa de apoio à cooperação entre as coletividades locais da Europa e as dos países terceiros mediterrânicosΠρόγραμμα στήριξης της συνεργασίας μεταξύ των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης της Ευρώπης και των ίδιων οργανισμών των Τρίτων Μεσογειακών Χωρών
Programa de apoio à cooperação entre as coletividades locais da Europa e as dos países terceiros mediterrânicos PTMΠρόγραμμα στήριξης της συνεργασίας μεταξύ των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης της Ευρώπης και των ίδιων οργανισμών των Τρίτων Μεσογειακών ΧωρώνΤΜΧ
Programa de Ação no domínio da Segurança, da Higiene e da Saúde no Local de TrabalhoΠρόγραμμα δράσης στο τομέα της ασφάλειας,της υγιεινής και της προστασίας της υγείας στο χώρο εργασίας
proteção dos trabalhadores no local de trabalhoπροστασία των εργαζομένων στο χώρο της εργασίας
Protocolo Adicional à Carta Europeia de Autonomia Local sobre o Direito de Participar nos Assuntos das Autarquias LocaisΠρόσθετο πρωτόκολλο στον ευρωπαϊκό χάρτη τοπικής αυτονομίας σχετικά με το δικαίωμα συμμετοχής στις υποθέσεις των τοπικών συνεταιρισμών
reclassificação dos agentes locaisανακατάταξη των τοπικών υπαλλήλων
reconhecimento do localαναγνώριση στο πλαίσιο ενεργειών διάσωσης
reforço das capacidades das polícias locaisενίσχυση των ικανοτήτων των τοπικών αστυνομικών δυνάμεων
Regulamentação sobre as condições de emprego dos agentes locaisκανόνες για τον καθορισμό των όρων εργασίας των τοπικών υπαλλήλων
se necessário,o controlo será feito no próprio localο έλεγχος ενεργείται εν ανάγκη επί τόπου
Secretário de Estado da Administração Local e do Ordenamento do TerritórioΑναπληρωτής Υπουργός Τοπικής Αυτοδιοίκησης και Χωροταξίας
secção localτοπικό τμήμα
secção localτοπική επιτροπή
segurança no local de trabalhoασφάλεια στους χώρους εργασίας
serviços locaisτοπικές υπηρεσίες
sinalização no local de trabalhoσήμανση ασφαλείας στον τόπο εργασίας
subsídio por adstrição ao local de trabalho e ao domicílioεπίδομα επιφυλακής στον τόπο εργασίας ή στην οικία
supervisor localτοπικός επιθεωρητής
supervisor localπεριφερειακός επιθεωρητής
técnica de desenvolvimento localτεχνική τοπικής ανάπτυξης
União Internacional das Autoridades LocaisΔιεθνής'Ενωση Τοπικών Αρχών
usos locaisτοπικές συνήθειες
ventilação localτοπικός απαγωγός
Órgão executivo localΤοπικό εκτελεστικό όργανο