Subject | English | Greek |
mater.sc., met. | a considerable gain of time in determining the long-time mechanical properties | ένα σημαντικό κέρδισμα χρόνου στον προσδιορισμό μηχανικών ιδιοτήτων μακράς διάρκειας |
gen. | access time | χρόνος αποκατάστασης |
agric. | actual spraying time | πραγματικός χρόνος επέμβασης |
agric. | actual spreading time | πραγματικός χρόνος επέμβασης |
life.sc. | actual time of observation | πραγματική ώρα παρατήρησης |
agric. | actual time to change field | πραγματικός χρόνος πτήσης προς άλλο αγροτεμάχιο |
agric. | actual time to change field | πραγματικός χρόνος αλλαγής αγροτεμαχίου |
tech., chem. | adjustment of acquisition time | ρύθμιση της καθυστέρησης λήψης |
gen. | Agreement amending for the second time the Partnership Agreement between the members of the African, Caribbean and Pacific Group of States, of the one part, and the European Community and its Member States, of the other part | Συμφωνία για την τροποποίηση για δεύτερη φορά της συμφωνίας εταιρικής σχέσης μεταξύ της ομάδας κρατών της Αφρικής, της Καραϊβικής και του Ειρηνικού, αφενός, και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της, αφετέρου |
gen. | Agreement amending the Cotonou Agreement for the first time | Συμφωνία για την τροποποίηση της συμφωνίας εταιρικής σχέσης μεταξύ των μελών της ομάδας των κρατών της Αφρικής, της Καραϊβικής και του Ειρηνικού, αφενός, και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της, αφετέρου |
gen. | Agreement amending the Cotonou Agreement for the second time | Συμφωνία για την τροποποίηση για δεύτερη φορά της συμφωνίας εταιρικής σχέσης μεταξύ της ομάδας κρατών της Αφρικής, της Καραϊβικής και του Ειρηνικού, αφενός, και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της, αφετέρου |
gen. | allocation of speaking time | κατανομή χρόνου ομιλίας |
gen. | allocation of speaking time | κατανομή χρόνου αγόρευσης |
tech. | apparatus for measuring short time intervals | μετρητής μικρών χρονικών διαστημάτων |
tech. | apparatus for measuring short time intervals | μετρητής κλασμάτων ή διαστημάτων του χρόνου |
life.sc. | apparent sidereal time | φαινόμενος αστρικός χρόνος |
med. | area under the plasma level-time curve | επιφάνεια που περικλείεται από την καμπύλη επιπέδου πλάσματος-χρόνου |
life.sc. | astronomic time | αστρονομικός χρόνος |
life.sc. | astronomical time | αστρονομικός χρόνος |
gen. | Asynchronous time-division multiplexing | Ασύγχρονη πολύπλεξη διαχωρισμού χρόνου.ΑΤDM |
gen. | at the appropriate time | εν ευθέτω χρόνω |
gen. | at the approximate time of | περίπου (circa) |
nat.sc. | atomic time scale | κλίμακα ατομικού χρόνου |
agric. | attack time | Χρόνος επέμβασης |
mater.sc. | attendance time | χρόνος αναμονής |
life.sc. | availability time ratio | συντελεστής διαθέσιμου χρόνου |
tech. | average core transit time | μέσος μεταβατικός χρόνος του πυρήνα αντιδραστήρα |
gen. | bait-time | διάλειμμα |
agric. | barley steeping time | διάρκεια διαβροχής του κριθαριού |
agric. | barley steeping time | διάρκεια διαβροχής της κριθής |
gen. | to be in regular full-time attendance at an educational establishment | φοιτώ κανονικά και με πλήρες πρόγραμμα σε εκπαιδευτικό ίδρυμα |
math. | binomial waiting time distribution | αρνητική διωνυμική κατανομή |
math. | binomial waiting time distribution | κατανομή Pascal |
math. | binomial waiting time distribution | κατανομή διωνυμικού χρόνου αναμονής |
med. | bleeding time | χρόνος ροής |
med. | bleeding time | χρόνος αιμορραγίας |
gen. | block check time | χρόνος ελέγχου ομάδας |
med. | blood clotting time | χρόνος πήξης αίματος |
nat.sc. | blossom-time | ανθοφορία |
nat.sc. | blossom-time | περίοδος άνθησης |
nat.sc. | blossom-time | άνθηση |
gen. | bond premium at time of reimbursement | βραβείο εξοφλήσεως |
life.sc., agric. | bud burst time | περίοδος ανοίξεως του κάλυκα |
life.sc., agric. | bud burst time | χρόνος ανοίξεως του κάλυκα |
agric., industr. | burning time | χρόνος καύσης |
nat.sc., agric. | calving time | εποχή τοκετού στα βοοειδή |
chem. | carrying out a blank titration at the same time | ταυτόχρονη τιτλοδότηση ενός διαλύματος-μάρτυρα |
gen. | Central European Time | ώρα Κεντρικής Ευρώπης |
agric. | chainsaw time for conversion | χρόνος αλυσοπρίονου για τη διαμόρφωση |
busin., labor.org., account. | charges arising from the spreading on a time basis of the premium on assets acquired at an amount above the sum payable at maturity | έξοδα που αντιστοιχούν στην κλιμακωτή απόσβεση των ποσών που προκύπτουν από την κτήση στοιχείων του ενεργητικού με τίμημα ανώτερο του πληρωτέου κατά τη λήξη |
life.sc. | civil time | πολιτική ώρα |
med. | clarification time | διαυγαστικός χρόνος |
math. | clipped time series | ψαλιδισμένη χρονική σειρά |
tech., law, el. | close to real-time | σχεδόν σε πραγματικό χρόνο |
agric., industr., construct. | closed-assembly time | χρόνος κλειστής συνδέσεως |
med. | clot retraction time | χρόνος συνολκής θρόμβου |
med. | clotting time | χρόνος πήξης |
med. | clotting time | χρόνος πήξης αίματος |
med. | coagulation time | χρόνος πήξης |
med. | coagulation time | χρόνος πήξης αίματος |
gen. | compensatory time off | άδεια αντισταθμιστικού χαρακτήρα |
chem. | component retention time | χρόνος κατακράτησης συστατικού |
agric. | concentration x time product | γινόμενο συγκέντρωσης επί χρόνου |
tech. | consistent system of time measurement | σύμφωνο σύστημα μέτρησης χρόνου |
construct. | construction lead time | χρόνος προηγούμενος της κατασκευής ενός έργου |
med. | contact minimum time | ελάχιστος χρόνος επαφής |
tech. | control rod drop time test | πείραμα μετρήσεως του χρόνου πτώσεως ράβδου ρυθμίσεως |
agric. | control time | Φάση ελέγχου |
gen. | Convention for the Exemption of Hospital Ships, in Time of War, from The Payment of all Dues and Taxes Imposed for the Benefit of the State | Σύμβαση "περί πλωτών νοσοκομείων" |
min.prod. | Convention respecting Bombardments by Naval Forces in Time of War | Σύμβαση "περί του εν καιρώ πολέμου υπό ναυτικών δυνάμεων βομβαρδισμού" |
chem. | cooling time | χρόνος ραδιενεργού αποψύξεως |
agric. | corral time | Φάση περιορισμού |
gen. | dead time measure | Μέτρο νεκρού χρόνου |
gen. | decision not contested within the prescribed time-limit | απόφαση που δεν προσεβλήθη εντός της νομίμου προθεσμίας |
med. | declaration time | προθεσμία δήλωσης |
med. | delay-time | λανθάνων χρόνος |
nat.sc., agric. | delayed blossom-time | καθυστέρηση της ανθοφορίας |
gen. | delivery lead time | χρόνος παράδοσης |
gen. | delivery time | χρόνος παράδοσης |
gen. | deployment time | χρόνος ανάπτυξης |
construct. | design floor time histories | χρονοδιαγράμματα δαπέδου λαμβανόμενα υπόψη κατά το σχεδιασμό |
life.sc. | detention time of waters | χρόνος συγκράτησης υδάτων |
life.sc. | detention time of waters | χρόνος παραμονής υδάτων |
gen. | Determination of flow time by use of a flow cup | Προσδιορισμός του χρόνου ροής με χρησιμοποίηση κυπέλλου ροής |
life.sc. | Disappearance Time 50 | χρόνος υποδιπλασιασμού |
mater.sc., el. | discharge time | χρόνος εκφόρτισης |
mater.sc., el. | discharge time | χρόνος εκκένωσης |
agric. | discovery time | περίοδος προ-ανιχνεύσεωςπυρκαϊάς |
med. | disintegration time | χρόνος αποσάθρωσης |
med. | dissolution time profile | καμπύλη του χρόνου διάλυσης |
med. | distortion of time and space perception | διαταραχές αντίληψης χρόνου και χώρου |
med. | disturbance of time and space perception | διαταραχή της αντίληψης χώρου και χρόνου |
gen. | Divide time | Χρόνος διαίρεσης |
med. | doubling time | χρόνος διπλασιασμού |
med. | duplication time of initial weight | περίοδος διπλασιασμού του βάρους γεννήσεως |
tech., chem. | dwell time | χρόνος δειγματοληψίας |
mater.sc. | dwell time | χρόνος παραμονής |
gen. | Effective dead time | Μέτρο νεκρού χρόνου |
agric., mech.eng. | effective freezing time | πραγματικός χρόνος κατάψυξης |
agric. | elapsed time | περίοδος αγώνος κατά της πυρκαϊάς |
agric. | elapsed-time standards | πρότυπον προθεσμίας |
tech., el. | electrical time-distribution system | σύστημα ηλεκτρικής κατανομής της ώρας |
med. | elution time | χρόνος έκλουσης |
energ.ind. | energy payback time | χρόνος ενεργειακής απόσβεσης |
math. | entrance time | χρόνος εισόδων |
life.sc., tech. | equation of time | εξίσωση χρόνου |
life.sc., el. | equatorial day-time ionosphere | ημερήσια ισημερινή ιονόσφαιρα |
tech. | estimated time of departure | εκτιμώμενη ώρα αναχώρησης |
med. | euglobulin lysis time | χρόνος λύσης ευσφαιρινών πλάσματος |
life.sc., transp. | expected time of sailing | αναμενόμενη ώρα αναχωρήσεως |
life.sc., R&D. | exposure time | διάρκεια της έκθεσης |
gen. | to extend the time-limit for examination | παράταση της προθεσμίας εξέτασης |
chem., el. | extinction safety time | χρόνος ασφαλείας σβέσης |
gen. | extra time worked | συμπληρωματική παροχή |
agric. | fermentation time | διάρκεια της ζύμωσης |
agric., mech.eng. | filtration time | χρόνος διήθησης |
mater.sc., construct. | final setting time | διάρκεια τέλους πήξεως |
math. | first passage time | χρόνος εισόδων |
math. | first passage time | πρώτος χρόνος μεταβάσεων |
med. | first-time hard-drug user | καταναλωτής σκληρών ναρκωτικών |
busin. | first-time undersell | υστέρηση ζήτησης για πρώτη φορά |
busin. | first time undersell | υστέρηση ζήτησης για πρώτη φορά |
gen. | fixed deposits/time deposits | κατάθεση τακτής προθεσμίας |
gen. | fixed deposits/time deposits | κατάθεση προθεσμίας |
chem., el. | flame failure response time | χρόνος ασφαλείας σβέσης |
gen. | for the time being | προσωρινός, ώς (pro tempore) |
nat.sc. | force-time performance criterion | κριτήριο επιδόσεων της συνάρτησης φορτίου/χρόνου |
tech. | free-running time base | βάση χρόνου περιοδικής σάρωσης |
tech., mater.sc. | full operating time | χρόνος πλήρους λειτουργίας |
gen. | full-time activity | πλήρης απασχόληση |
gen. | full-time activity | μερική απασχόληση |
med. | full-time doctor | ιατρός πλήρους απασχόλησης |
mater.sc., industr., construct. | gel time | χρόνος πήξης ζελατίνης |
life.sc. | generation time | χρόνος γένεσης |
med. | generation time | χρόνος γενιάς |
gen. | Geneva Convention relative to the Protection of Civilian Persons in Time of War | Σύμβαση της Γενεύης "περί προστασίας των πολιτών εν καιρώ πολέμου" |
chem., el. | governor with overriding time control | ρυθμιστής με χρονοδιακόπτη |
agric. | grazing time | περίοδος βοσκής |
life.sc. | Greenwich civil time | παγκόσμια ώρα Greenwich |
life.sc. | Greenwich mean-time | παγκόσμια ώρα Greenwich |
life.sc. | gust decay time | χρόνος απόσβεσης ριπής |
life.sc. | gust formation time | χρόνος σχηματισμού ριπής |
agric., mech.eng. | half-cooling time | χρόνος ημι-ψύξης |
gen. | half-life time | τιμή χρόνου υποδιπλασιασμού |
life.sc., agric. | harvest time | εποχή θερισμού |
agric. | High Temperature-Short Time HT-ST pasteurized milk | γάλα παστεριωμένο ταχέως |
tech., el. | high voltage time test | υψιτασική δοκιμή χρόνου |
tech., el. | high voltage time test | δοκιμή χρόνου υψηλής τάσης |
agric. | holding time | χρόνος προθέρμανσης |
chem. | hold-up time | νεκρός χρόνος |
gen. | hold-up time | χρόνος καθυστερήσεως |
life.sc. | hydrologic detention time | χρόνος παραμονής υδάτων |
life.sc. | hydrologic detention time | χρόνος συγκράτησης υδάτων |
math. | hypergeometric waiting time distribution | αντίστροφη υπεργεωμετρική κατανομή |
math. | hypergeometric waiting time distribution | υπεργεωμετρική κατανομή του χρόνου αναμονής |
gen. | in due time | εν ευθέτω χρόνω |
busin., labor.org., account. | income arising from the spreading on a time basis of the discount on assets acquired at an amount below the sum payable at maturity | έσοδα που προκύπτουν όταν υπαχθούν κλιμακωτά στο οικονομικό αποτέλεσμα τα ωφελήματα που απορρέουν από την κτήση στοιχείων του ενεργητικού με καταβολή ποσού κατώτερη από το πληρωτέο κατά τη λήξη |
med. | increased reaction time | αυξημένος χρόνος αντίδρασης |
mater.sc., construct. | initial setting time | διάρκεια αρχής πήξεως |
life.sc. | intermediate standard time | κανονική ενδιάμεση ώρα |
tech. | international atomic time | διεθνής ατομικός χρόνος |
tech. | international atomic time scale | κλίμακα διεθνούς ατομικού χρόνου |
gen. | international time certain delivery | διεθνής ταχεία διανομή ταχυδρομείου |
med. | Ivy bleeding time test | τομή Ivy |
med. | kaolin cephalin time | χρόνος κεφαλίνης-καολίνης |
agric. | keeping time | διάρκεια συντήρησης |
agric. | kilning time | διάρκεια της φρύξης |
med., life.sc. | lag time | χρόνος υστέρησης |
tech. | lag time | νεκρός χρόνος |
med., life.sc. | lag time | χρονική υστέρηση |
gen. | Latest Arrival Time | τελευταία προθεσμία όσον αφορά την άφιξη |
med. | lead time bias | μεροληψία λόγω αναδρομικότητας |
med. | legal time limits for abortion | νόμιμα χρονικά όρια έκτρωσης |
gen. | leisure time | ελεύθερος χρόνος |
agric. | length of time in the nursery | διάρκεια αναπτύξεως σε φυτώριο |
chem. | life time | διάρκεια |
chem. | life time | χρόνος ζωής |
gen. | limitation of speaking time | περιορισμός χρόνου ομιλίας |
gen. | limitation of speaking time | περιορισμός χρόνου αγόρευσης |
gen. | limits in time-space complexity | περιορισμοί στην πολυπλοκότητα του χώρου-χρόνου |
chem. | liquid chromatograph/time-of-flight mass spectrometer | υγροχρωματογράφος-φασματόμετρο μαζών με αναλυτή χρόνου πτήσης ιόντων |
chem. | liquid chromatograph time-of-flight – mass spectrometer | υγροχρωματογράφος-φασματόμετρο μαζών με αναλυτή χρόνου πτήσης ιόντων |
life.sc. | local apparent time | φαινόμενος αστρικός τοπικός χρόνος |
tech. | local atomic time | τοπικός ατομικός χρόνος |
tech. | local independent atomic time | ανεξάρτητος τοπικός ατομικός χρόνος |
life.sc. | local mean time | μέση τοπική ώρα |
life.sc., tech. | local sidereal time | τοπικός αστρικός χρόνος |
math. | long-time trend | κοσμική τάση |
math. | long-time trend | πολύ καιρό τάση |
math. | long-time trend | τάση |
agric., food.ind. | low-temperature long-time pasteurisation | παστερίωση LTLT |
agric. | Low-Temperature Long-Time LT-LT pasteurized milk | γάλα παστεριωμένο βραδέως |
life.sc. | main standard time | κύρια κανονική ώρα |
agric. | management of time at sea | διαχείριση του χρόνου παραμονής στη θάλασσα |
mater.sc. | manufacturing time | χρόνος παραγωγής |
agric. | mash separation time | χρόνος διαχωρισμού του ζυθοπολτού |
agric. | mashing time | διάρκεια ζυθοποίησης |
tech., chem. | masking time | χρόνος στεγνώματος χρώματος |
life.sc. | maximum gust lapse time | διάρκεια απόλυτης διαφοράς μέγιστων ταχυτήτων ριπών |
gen. | maximum permissible time delay | μέγιστη επιτρεπτή χρονική καθυστέρηση |
gen. | maximum response time of the safeguards system | μέγιστος χρόνος απόκρισης του συστήματος ελέγχου διασφαλίσεων |
tech. | mean atomic time scale | μέση κλίμακα ατομικού χρόνου |
gen. | mean death time | μέσος χρόνος θανάτου |
tech., mater.sc. | mean down time | μέση διάρκεια βλάβης |
chem. | mean pressure rise time | μέσος χρόνος ανύψωσης πίεσης |
life.sc. | mean solar time | μέσος ηλιακός χρόνος |
life.sc. | mean time | μέσος χρόνος |
life.sc. | mean time | μέση ώρα |
nat.sc. | mean-time-to-failure | μέσος χρόνος έως το σφάλμα |
gen. | Measurement of reverberation time in auditoria | Μέτρηση του χρόνου αντήχησης σε αίθουσες ακροατηρίου |
tech. | measurement time interval | χρονικό διάστημα αναφοράς |
math. | median survival time | διάμεσος χρόνος επιβίωσης |
agric. | metering feeder with time switch | τροφοδότης-δοσιμετρητής με χρονοδιακόπτη |
agric. | milking time reduction | μείωση του χρόνου αρμέγματος |
agric. | milking time reduction | μείωση του χρόνου αμέλγματος |
agric. | milking-out time | χρόνος αγαλακτίας |
gen. | minimum cooling time | ελάχιστος χρόνος ψύξης |
gen. | moderation time | χρόνος πέδησης |
chem. | molding time | χρόνος που εφαρμόζεται η πίεση |
chem. | molding time | χρόνος καλουπώματος |
chem. | moulding time | χρόνος καλουπώματος |
chem. | moulding time | χρόνος που εφαρμόζεται η πίεση |
med. | nesting time | περίοδος φωλιάσματος |
chem. | no smear time | χρόνος στεγνώματος χωρίς βούλιαγμα |
agric., mech.eng. | nominal freezing time | ονομαστικός χρόνος κατάψυξης |
chem. | non pick up time | χρόνος στεγνώματος για κυκλοφορία |
tech., mater.sc. | non-required time | χρόνος μη χρησιμοποιήσεως |
gen. | normal time | κανονικός χρόνος |
gen. | normal time | κανονική διάρκεια |
med. | noxious influence time | χρόνος έκθεσης |
med. | occupational exposure limit/time weighted average | όριο επαγγελματικής έκθεσης/μέση χρονικά σταθμισμένη τιμή |
mater.sc. | on-time availability | διάθεση σε πραγματικό χρόνο |
agric., industr., construct. | open-assembly time | χρόνος ανοικτής συνδέσεως |
gen. | part-time activity | μερική απασχόληση |
gen. | part-time activity | πλήρης απασχόληση |
med. | part-time doctor | ιατρός μερικής απασχόλησης |
agric. | part-time farm | εκμεταλλεύση με μερική απασχόληση |
agric. | part-time farmer | γεωργός μερικής απασχόλησης |
agric. | part-time farmer | κάτοχος γεωργικής εκμετάλλευσης με μειωμένο ωράριο εργασίας |
agric. | part-time farmer | μερικώς απασχολούμενος κάτοχος εκμετάλλευσης |
agric. | part-time farming | γεωργία ως μερική απασχόληση |
med. | part-time physician | ιατρός με μερική απασχόληση |
nat.sc., agric. | part-time wine-growing | αμπελοκαλλιέργεια που απαιτεί μερική απασχόληση |
tech., mater.sc. | partial operating time | χρόνος μερικής λειτουργίας |
energ.ind. | pay out time | χρόνος ενεργειακής απόσβεσης |
energ.ind. | pay-back time | χρόνος ενεργειακής απόσβεσης |
gen. | performance of full-time or part-time duties | ασκώ καθήκοντα με μειωμένο ή πλήρες ωράριο |
life.sc. | plant generation time | χρόνος γένεσης |
agric., construct. | precipitation time | διάρκεια άρδευσης με τεχνητή βροχή |
tech. | preconditioning time | χρόνος προσαρμογής |
chem. | pressure during heating time | πίεση κατά τη διάρκεια της θέρμανσης |
mater.sc. | pressure-time-diagram | διάγραμμα πιέσεως-χρόνου |
tech., el. | primary time standard | κύριο πρότυπο χρόνου |
construct. | priming time | χρόνος θέσεως εις λειτουργίαν |
construct. | priming time | χρόνος εκκινήσεως |
mater.sc. | production time | χρόνος παραγωγής |
tech., el. | proper time | ενδεδειγμένος χρόνος |
gen. | question time | χρόνος ερωτήσεων |
gen. | quick response time | ταχύς χρόνος αντίδρασης |
life.sc. | radio time signal | ωριαίο σήμα |
life.sc. | radio time signal | σήμα ώρας |
life.sc., el. | rain rate-time profile | κατανομή έντασης βροχής σε συνάρτηση με το χρόνο |
gen. | ramp time | χρόνος διάκλισης |
mater.sc., el. | 3 rate time-of-day tariff | τιμολόγιο τριών περιόδων την ημέρα |
mater.sc., el. | 2 rate time-of-day tariff | διπλό τιμολόγιο |
mater.sc., el. | 2 rate time-of-day tariff | τιμολόγιο ημερήσιας και νυκτερινής κατανάλωσης |
mater.sc., el. | 2 rate time-of-day tariff | τιμολόγιο δύο ομάδων |
mater.sc., el. | 3 rate time-of-day tariff | τριπλό τιμολόγιο |
mater.sc., el. | 3 rate time-of-day tariff | τιμολόγιο τριών ομάδων |
agric. | rationing feeder with time controller | τροφοδότης-δοσιμετρητής με χρονοδιακόπτη |
med. | reaction time | χρόνος αντίδρασης |
gen. | reaction time | χρονική αντίδραση |
tech. | readout time | χρόνος ανάγνωσης |
agric. | real-time approach | προσέγγιση πραγματικού χρόνου |
nat.sc. | real time bandwidth | εύρος ζώνης πραγματικού χρόνου |
tech. | real time interferometry | συμβολομετρία πραγματικού χρόνου |
med., life.sc. | real-time PCR | αλυσιδωτή αντίδραση της πολυμεράσης πραγματικού χρόνου |
mater.sc. | real time qualification for quality control | κλίμακα πραγματικού χρόνου για τον ποιοτικό έλεγχο |
tech., el. | recovery time | χρόνος αποκατάστασης |
energ.ind. | recovery time | χρόνος ενεργειακής απόσβεσης |
math. | recurrence time | χρόνος επανάληψης |
gen. | Reference time | Χρόνος αναφοράς |
med. | reflex time | αντανακλαστικός χρόνος |
med. | reflex time | χρόνος καθυστέρησης του αντανακλαστικού |
gen. | reinforced door with time-delayed opening mechanism | θωρακισμένη πόρτα που ανοίγει με μηχανισμό χρονικής καθυστέρησης |
chem. | relaxation time | χρόνος αποκαταστάσεως |
patents. | removal of the cause of non-compliance with the time limit | παύση του κωλύματος |
agric., food.ind. | renneting to cutting time | χρόνος πρόπηξης |
med. | required time | απαιτούμενος χρόνος |
tech., el. | reservoir draw-down time | περίοδος απομάστευσης μιας δεξαμενής |
tech., el. | reservoir draw-down time | χρόνος εκκένωσης υδροταμιευτήρα |
med. | residence time | χρόνος παραμονής |
life.sc. | residence time of waters | χρόνος παραμονής υδάτων |
life.sc. | residence time of waters | χρόνος συγκράτησης υδάτων |
math. | residual waiting time | υπολειπόμενος χρόνος αναμονής |
med. | resistance time in an artificial gastric medium | χρόνος αντοχής σε τεχνητό γαστρικό περιβάλλον |
tech., mech.eng. | response time | χρόνος απαντήσεως |
chem. | retention time | χρόνος κατακράτησης |
construct. | rotation time | χρόνος περιστροφής |
nat.sc., environ. | sampling time | χρόνος δειγματοληψίας |
mater.sc., el. | seasonal time-of-day tariff | εποχιακό τιμολόγιο ωραρίου χρησιμοποίησης |
mater.sc., el. | seasonal time-of-day tariff | εποχιακό τιμολόγιο με ομάδες φόρτισης |
tech., el. | secondary time standard | δευτερεύον πρότυπο χρόνου |
agric. | seed time | εποχή σποράς |
med. | semi-relaxation time | χρόνος ημιχαλάρωσης |
chem., construct. | setting time | χρόνος πήξης |
chem., construct. | setting time | χρόνος πήξεως τσιμέντου |
gen. | setup time | χρόνος εγκατάστασης |
life.sc., transp. | ship's time | ώρα πλοίου |
nat.sc., agric. | short time cover | προσωρινή κάλυψη με πράσινο |
gen. | short-time employment | εργασία με μειωμένο ωράριο |
gen. | short-time working | εργασία με μειωμένο ωράριο |
gen. | sidereal time | αστρικός χρόνος |
gen. | sidereal time | αστρική ώρα |
med. | single individual created from two eggs fertilised at the same time | μονήρες άτομο δημιουργημένο από δύο ωάρια γονιμοποιηθέντα ταυτόχρονα |
gen. | slowing-down time | χρόνος πέδησης |
med. | small bowel transit time with barium | βαριούχος διάβαση του λεπτού εντέρου |
med. | small intestinal transit time with barium | βαριούχος διάβαση του λεπτού εντέρου |
gen. | snack time | διάλειμμα |
agric. | soak time for a string | χρόνος πόντισης πετονιάς |
math. | sojourn time | χρόνου παραμονής |
med. | sojourn time | λανθάνων χρόνος |
nat.sc. | solar time of day | ηλιακός χρόνος |
nat.sc. | solar time of day | ηλιακή ώρα της ημέρας |
agric. | sow farrowing for the first time | πρωτόγεννη γουρούνα |
agric. | sow going with young for the first time | πρωτόγεννη γουρούνα |
agric. | sowing time | εποχή σποράς |
math. | space-time clustering | χώρο-χρόνο συσπείρωση |
tech., el. | spacecraft time standard | πρότυπο χρόνου διαστημοπλοίου |
med. | spawning time | χρόνος ωοτοκίας |
med. | spawning time | περίοδος ωοτοκίας |
gen. | specific, measurable, acceptable, realistic and time-frame | συγκεκριμένος, μετρήσιμος, εφικτός, ρεαλιστικός και χρονικά προσδιορισμένος |
gen. | specific, measurable, achievable, realistic and time-bound | συγκεκριμένος, μετρήσιμος, εφικτός, ρεαλιστικός και χρονικά προσδιορισμένος |
gen. | specific, measurable, achievable, realistic and time related | συγκεκριμένος, μετρήσιμος, εφικτός, ρεαλιστικός και χρονικά προσδιορισμένος |
gen. | specific, measurable, achievable, relevant and time-related | συγκεκριμένος, μετρήσιμος, εφικτός, ρεαλιστικός και χρονικά προσδιορισμένος |
tech. | stabilizing time | χρόνος σταθεροποίησης ενός οργάνου μέτρησης |
med. | staining time | χρόνος χρώσης |
gen. | standard time | πρότυπη ώρα |
life.sc. | standard time | χρόνος ατράκτου |
gen. | standard time | επίσημη ώρα |
life.sc. | standard time of observation | κανονική ώρα παρατήρησης |
tech. | standard time-temperature curve | πρότυπη καμπύλη θερμοκρασίας-χρόνου |
agric. | steaming time | χρόνος αποστείρωσης |
tech. | step response time | χρόνος βηματικής απόκρισης |
agric., mater.sc. | storage time | χρόνος αποθήκευσης |
life.sc., environ. | stratospheric residence time | διάρκεια ζωής στη στρατόσφαιρα |
life.sc., environ. | stratospheric residence time | χρόνος παραμονής στη στρατόσφαιρα |
med. | survival time | χρόνος επιβίωσης |
agric. | swarming time | εποχή πολλαπλασιασμού του σμήνους |
agric., mech.eng. | thawing time | διάρκεια τήξης |
agric., mech.eng. | thawing time | διάρκεια απόψυξης |
patents. | The Office shall, as a matter of course, notify those concerned of decisions and summons and of any notice or other communication from which a time limit is reckoned... | Το Γραφείο κοινοποιεί αυτεπάγγελτα ... όλες τις αποφάσεις και κλητεύσεις για ε μφάνιση ενώπιόν του, καθώς και τις γνωστοποιήσεις που αποτελούν αφετηρία προθεσμ ών ... |
mater.sc., el. | three-rate time-of-day tariff | τιμολόγιο τριών περιόδων την ημέρα |
mater.sc., el. | three-rate time-of-day tariff | τιμολόγιο τριών ομάδων |
mater.sc., el. | three-rate time-of-day tariff | τριπλό τιμολόγιο |
med. | thrombin time | χρόνος προθρομβίνης |
tech. | time allowance | περιθώριο χρόνου |
tech. | time allowance | ανοχή χρονική |
med. | time and space perception | αντίληψη χώρου και χρόνου |
gen. | time ball | σφαίρα χρόνου |
tech., el. | time base jitter | αστάθεια της βάσης χρόνου |
mater.sc., mech.eng. | time between overhauls | χρόνος μεταξύ γενικών επισκευών |
mater.sc., mech.eng. | time change item | εξάρτημα περιορισμένης χρονικής λειτουργίας |
gen. | time characteristic | χρονική χαρακτηριστική |
gen. | time characteristic | χαρακτηριστική χρόνου |
tech. | time coefficient | συντελεστής χρόνου |
tech., el. | time concept | έννοια χρόνου |
nat.sc., energ.ind. | time constant | χρονική σταθερά |
med. | time constant | σταθερά χρόνου |
gen. | time constant range | περιοχή ελέγχου του αντιδραστήρα με τη σταθερά χρόνου |
gen. | time-consuming | χρονοβόρος |
med. | time-consuming advisory service | ιατρική επίσκεψη μεγάλης διάρκειας |
gen. | time critical of a reactor | χρόνος κρισιμότητας ενός αντιδραστήρα |
med. | time dependent | εξαρτώμενος από το χρόνο |
gen. | time for compliance | προθεσμία εκτέλεσης |
gen. | time for performance | προθεσμία εκτέλεσης |
med. | time for rectification of deficiencies | χρόνος για την κάλυψη των ελλείψεων |
gen. | time from tap to tap | διάστημα μεταξύ δύο τροφοδοτήσεων |
gen. | time from tap to tap | διάρκεια κύκλου επεξεργασίας |
tech. | time function | συνάρτηση με μία μεταβλητή το χρόνο |
tech. | time function | διαχρονική συνάρτηση |
gen. | time fuse | εγκαιροφλεγής πυροσωλήνας |
gen. | time fuse | ακαριαίος εκρηκτικός πύραυλος |
med. | time interval | χρονικό διάστημα ήματος |
med. | time interval | περίοδος |
med., life.sc. | time lag | χρόνος υστέρησης |
agric. | time lag between application and harvesting | περίοδος αναμονής |
med. | time-lapse microscopy | μικροσκοπία μαγνητοσκόπησης αργής κίνησης |
med. | time-lapse microscopy | μικροσκοπία διακεκομμένης μαγνητοσκόπησης |
med. | time-lapse video microscopy | μικροσκοπία μαγνητοσκόπησης αργής κίνησης |
med. | time-lapse video microscopy | μικροσκοπία διακεκομμένης μαγνητοσκόπησης |
gen. | time limit | αποσβεστική προθεσμία |
gen. | time limit for transposition | προθεσμία μεταφοράς στο εσωτερικό δίκαιο |
gen. | time management system | σύστημα διαχείρισης του χρόνο |
tech. | time margin | ανοχή χρονική |
tech. | time margin | περιθώριο χρόνου |
tech. | time meter | ωριαίος μετρητής |
gen. | time of climb, duration of ascent | χρόνος ανόδου |
construct. | time of concentration | χρόνος συγκεντρώσεως |
med., life.sc. | time of contact | διάρκεια επαφής |
construct. | time of equilibrium | χρόνος ισορροπίας |
med. | time of flight magnetic resonance angiography | αγγειογραφία μαγνητικού συντονισμού με μέθοδο χρόνου υποκλοπής |
med. | time of flight MRA | αγγειογραφία μαγνητικού συντονισμού με μέθοδο χρόνου υποκλοπής |
construct. | time of flow | χρόνος ροής |
nat.sc., agric. | time of flowering | χρόνος άνθησης |
nat.sc., agric. | time of insemination | χρόνος σπερματέγχυσης |
nat.sc., agric. | time of maturity | περίοδος ωρίμανσης |
med. | time of minimal stimulus | χρόνος ελάχιστου ερεθίσματος |
nat.sc. | time of perifocal passage | χρόνος διέλευσης από το περίκεντρο |
patents. | time of production of the goods | χρόνος παραγωγής του προϊόντος |
patents. | time of rendering of the service | χρόνος παροχής της υπηρεσίας |
agric., mater.sc. | time of taking into store | χρόνος αποθεματοποιήσεως |
gen. | Time-of-day clock | Χρονιστής ημερήσιας ώρας |
mater.sc., el. | time-of-day tariff | ωραριακό τιμολόγιο |
mater.sc., el. | time-of-day tariff | τιμολόγιο κατά ομάδες φόρτισης |
mater.sc., el. | time-of-day tariff | τιμολόγιο ωραρίου χρησιμοποίησης |
mater.sc., el. | time-of-day tariff | ωριαίο τιμολόγιο |
gen. | time off | ελεύθερος χρόνος |
gen. | time-of-flight method | μέθοδος του χρόνου πτήσης |
gen. | time-of-flight technique | μέθοδος του χρόνου πτήσης |
gen. | time or recording of distributed transactions | χρόνος καταχώρησης των διανεμητικών συναλλαγών |
gen. | time or recording of financial transactions | χρόνος καταχώρησης των χρηματοοικονομικών συναλλαγών |
life.sc., tech. | time past ascending node | παρελθών χρόνος από το τελεταίο κομβικό σημείο |
gen. | time period | χρονική περίοδος |
gen. | time period | εύρος χρόνου |
gen. | time recording system | σύστημα καταγραφής χρόνου |
gen. | time recording system | προτύπων |
agric. | time required to make wine | χρόνος οινοποίησης |
nat.sc. | time resolved fluorescence | φθορισμός χρονικής ανάλυσης |
nat.sc. | time resolved fluorosensor | αισθητήρας φθορισμού ανίχνευσης φωτός και σκόπευσης με χρονική ανάλυση |
gen. | time scanning device | διάταξη σαρώσεως χρόνου |
construct. | time schedule | χρονικό πρόγραμμα |
med. | time sense | αίσθηση του χρόνου |
math. | time series | χρονολογικές σειρές |
gen. | time sharing operations | δυνατότητα διαμερισμού του χρόνου; εργασίες διαμερισμού του χρόνου |
gen. | time sharing option | δυνατότητα διαμερισμού του χρόνου; εργασίες διαμερισμού του χρόνου |
gen. | time signal | σήμα ώρας |
gen. | time signal | σήμα χρόνου |
agric. | time-space grid | χωροχρονοκατανομή |
agric. | time-temperature tolerance | ανεκτικότητα χρόνου-θερμοκρασίας |
agric. | time-temperature tolerance | συσχετισμός χρόνου και θερμοκρασίας |
tech. | time to failure | χρόνος λειτουργίας μέχρι την αστοχία |
tech. | time to failure | χρόνος λειτουργίας |
tech., industr., construct. | time-to-break | χρόνος δοκιμής θραύσης |
tech., industr., construct. | time-to-break | χρόνος μέχρι τη θραύση |
gen. | time-weighted average | χρονοσταθμισμένος μέσος όρος |
gen. | time weighted average | χρονικά σταθμισμένη μέση τιμή |
med. | time weighted average concentration | μέση χρονικά σταθμισμένη συγκέντρωση |
gen. | time window | χρονικό διάστημα |
gen. | time window | παράθυρο χρόνου |
chem. | total elution time | ολικός χρόνος μέτρησης |
chem. | total run time | ολικός χρόνος μέτρησης |
gen. | Trans-European Automated Real-Time Gross settlement Express Transfer system | διευρωπαϊκό αυτοματοποιημένο σύστημα ταχείας μεταφοράς κεφαλαίων σε συνεχή χρόνο |
agric. | travel-time map | χάρτης ωραρίου μετακινήσεων |
gen. | travelling time | οδοιπορική άδεια |
med. | treatment time | χρόνος θεραπείας |
med. | treatment time | διάρκεια ακτινοθεραπείας |
med. | treatment time | διάρκεια θεραπείας |
tech. | triggered time base | βάση χρόνου με σκανδαλισμό |
life.sc., environ. | tropospheric residence time | διάρκεια ζωής στην τροπόσφαιρα |
life.sc., environ. | tropospheric residence time | χρόνος παραμονής στην τροπόσφαιρα |
nat.sc. | true solar time | αληθής αστρικός ήλιος |
agric. | tupping time | εποχή επιβάσεων |
agric. | tupping time | εποχή γονιμοποίησης |
gen. | turn-around time | χρονική διάρκεια συντηρήσεως |
mater.sc. | turn-out time | χρόνος κινητοποίησης |
gen. | turnover time | χρόνος επαναφοράς |
mater.sc., el. | two-rate time-of-day tariff | διπλό τιμολόγιο |
mater.sc., el. | two-rate time-of-day tariff | τιμολόγιο δύο ομάδων |
mater.sc., el. | two-rate time-of-day tariff | τιμολόγιο ημερήσιας και νυκτερινής κατανάλωσης |
med. | universal time | ώρα Γκρήνουιτς |
life.sc. | universal time | παγκόσμια ώρα Greenwich |
med. | universal time | παγκόσμια ώρα |
tech., mater.sc. | up time | χρόνος διαθεσιμότητας |
life.sc. | up-hole time | χρόνος ανόδου από το βάθος στην επιφάνεια της γεώτρησης |
gen. | User time quota | Ποσοστό χρόνου χρήστη |
mater.sc., el. | utilisation time | χρόνος χρήσης |
mater.sc., el. | utilisation time | διάρκεια χρησιμοποίησης ισχύος |
mater.sc., el. | utilization time | διάρκεια χρησιμοποίησης ισχύος |
mater.sc., el. | utilization time | χρόνος χρήσης |
mater.sc., met. | variation of circumferential stress with radius and time | μεταβολή της περιφερειακής τάσης σαν συνάρτηση της ακτίνας και του χρόνου |
med. | ventilation per unit time | αερισμός ανά μονάδα χρόνου |
math. | virtual waiting time process | εικονική διαδικασία χρόνο αναμονής |
med. | visiting time | ώρες επισκεπτηρίου |
math. | waiting time | χρόνος αναμονής |
tech., el. | warm-up time | χρόνος προθέρμανσης |
tech., mech.eng. | weighing time | χρόνος ζυγίσεως |
life.sc., tech. | West European time | ώρα Δυτικής Ευρώπης |
tech., chem. | wet-edge time | χρόνος χειρισμού |
construct., lab.law. | White Paper on working time and excluded sectors | Λευκό Βιβλίο "Χρόνος εργασίας και αποκλειόμενοι τομείς" |
mater.sc. | whole-time fire brigade | επαγγελματική πυροσβεστική υπηρεσία |
mater.sc. | whole-time fire brigade | υπηρεσία επαγγελματιών πυροσβεστών πλήρους απασχόλησης |
life.sc., tech. | winter time | ώρα χειμερινή |
life.sc. | wireless time signal | σήμα ώρας |
life.sc. | wireless time signal | ωριαίο σήμα |
patents. | without limitation as to time | χωρίς χρονικό περιορισμό |
life.sc. | zone time | επίσημη ώρα |
life.sc., tech. | zone time | ζωνικός χρόνος |
life.sc., tech. | zone time | χρόνος ζώνης |
life.sc. | zone time | χρόνος ατράκτου |