DictionaryForumContacts

   English
Terms containing subjects | all forms | exact matches only
SubjectEnglishGreek
environ.a subject to whom a chelating agent, such as penicillamine,is givenάτομο στο οποίο έχει δοθεί ένα χηλικό αντιδραστήριο,όπως η πενικιλαμίνη
patents.to adjudicate on an application relating to the same subject-matter and cause of actionκρίνω αίτηση που έχει το ίδιο το αυτό αντικείμενο και την ίδια την αυτή αιτία
lawagreement subject to confirmationπροσωρινή συμφωνία
lawagreement subject to confirmationσυμφωνία ad referendum
commun.alphabetical list of subject headingsαλφαβητικός κατάλογος επικεφαλίδων θεμάτων
work.fl., commun.alphabetical subject catalogueαλφαβητικός θεματικός κατάλογος
transp., tech.area not subject to deformationθέση όπου δεν σημειώνεται παραμόρφωση
transp., tech.area not subject to deformationθέση όπου δεν επέρχεται παραμόρφωση
transp., tech.area not subject to deformationθέση μη υποκείμενη σε παραμόρφωση
health., agric.area subject to restrictions on the movement of livestockζώνη που υπόκειται στον περιορισµό µετακίνησης των ζώων
health.area which is subject to prohibitionζώνη που βρίσκεται υπό απαγόρευση
gen.arm subject to authorisationόπλο για τα οποίο απαιτείται άδεια
med.asthenic subjectασθενικός τύπος
market.balance sheet item subject to reindexationλογαριασμός του ισολογισμού υποκείμενος σε αναπροσαρμογή επιτοκίου
fin.to be subject to callαποτελώ αντικείμενο πρόσκλησης καταβολής
insur., transp., construct.to be subject to compulsory insuranceυπαγόμενος στην υποχρεωτική ασφάλιση
lawto be subject to ratificationεπικυρώνομαι
fin., econ.be subject to the approval of the financial controllerυποβάλλεται, προς θεώρηση, στο δημοσιονομικό ελεγκτή
gov.to be the subject of criminal proceedingsο υπάλληλος διώκεται ποινικά
polit., lawcases concerning the same subject-matterυπόθεση που αφορά το ίδιο αντικείμενο
lawcategory not subject to EEC pattern approval pressure vesselsκατηγορία συσκευών πίεσης που δεν υπόκειται στην έγκριση ΕΟΚ
health., pharma.certain substances are subject to targeted controlsορισμένες ουσίες υπόκεινται σε ειδικούς ελέγχους
polit., lawchange in the subject-matter of the proceedingsμεταβολή του αντικειμένου της διαφοράς
chem.chemical subject to export notificationχημικό προϊόν υποκείμενο σε γνωστοποίηση εξαγωγής
environ., chem.chemical subject to notificationχημική ουσία υποκείμενη σε κοινοποίηση
environ., chem.chemical subject to the PIC procedureχημική ουσία υποκείμενη στο σύστημα ΣΜΕ
chem.chemical subject to the PIC-procedureχημικό προϊόν υποκείμενο στη διαδικασία ΣΜΕ
work.fl., commun.classified subject catalogueσυστηματικός κατάλογος
pharma.clinical trial subjectσυμμετέχων σε κλινική δοκιμή
pharma.clinical trial subjectσυμμετέχων
tax.Community programme of action on the subject of the vocational training of customs officialsπρόγραμμα κοινοτικής δράσης σχετικά με την επαγγελματική κατάρτιση των τελωνειακών υπαλλήλων
lawcompetence in relation to the subject matterκαθ' ύλην αρμοδιότητα (ratione materiae)
fin.consignment subject to customs controlαποστολή υπό τελωνειακό έλεγχο
law, lab.law.contract of employment subject to private lawσύμβαση εργασίας διεπομένη από το ιδιωτικό δίκαιο
comp., MSconversation subjectθέμα συνομιλίας (Text indicating the topic of a conversation. It is entered by the user or generated by the computer based on conversation information. It is displayed in the conversation title bar or in an alert)
pharma.cumulative subject exposureσυνολική έκθεση των υποκειμένων
law, ITdata subjectενδιαφερόμενο πρόσωπο
law, ITdata subjectυποκείμενο των δεδομένων
law, ITdata subjectκαταχωρισμένο πρόσωπο
law, ITdata subjectκαταχωρισμένο άτομο
law, ITdata subjectαρχειοθετημένο πρόσωπο
h.rghts.act., ITdata subject's consentσυγκατάθεση του υποκειμένου των δεδομένων
h.rghts.act., ITdata subject's consentσυγκατάθεση του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα
stat.data subject to statistical confidentialityπληροφορία που καλύπτεται από το στατιστικό απόρρητο
gen.debate on topical and urgent subjects of major importanceσυζήτηση επί επικαίρων,επειγόντων και σημαντικών θεμάτων
lawdecision subject to appealαπόφαση που υπόκειται σε προσφυγή
patents.decision subject to appealαποφάσεις που υπόκεινται σε προσφυγή
polit.Decisions given by the Court of First Instance ... may exceptionally be subject to review by the Court of JusticeΟι αποφάσεις που εκδίδει το Πρωτοδικείο ... μπορούν κατ' εξαίρεση να επανεξετάζονται από το Δικαστήριο
tax.Directive on the general arrangements for products subject to excise duty and on the holding, movement and monitoring of such productsΟδηγία σχετικά με το γενικό καθεστώς, την κατοχή, την κυκλοφορία και τους ελέγχους των προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης
lawdispute which relates to the subject matter of the Treatyδιαφορά συναφής με το αντικείμενο της Συνθήκης
chem.Do not subject to grinding/shock/…/friction.Να αποφεύγεται άλεση/κρούση/…/τριβή.
insur.earning subject to contributionsεισόδημα που υπόκειται σε εισφορές
gen.equipment subject to external commitmentεξοπλισμός που υπόκειται σε ανάληψη υποχρεώσεων προς το εξωτερικό
lawexamination law makes the grant of a patent subject to the results of an examinationεξέταση
econ.exports not subject to VATεξαγωγές που δεν υπόκεινται σε ΦΠΑ
gen.firearm subject to declarationόπλο για το οποίο απαιτείται δήλωση
work.fl., ITfree subject headingελεύθερη θεματική επικεφαλίδα
chem.glass subjected to obscuring processesθαμπό γυαλί
chem.glass subjected to obscuring processesγυαλί ματ
chem.glass subjected to obscuring processesγυαλί από το οποίο έχει αφαιρεθεί η στιλπνότητα
fin.goods subject to customs declarationεμπορεύματα που πρέπει να δηλώνονται στο τελωνείο
fin.goods subject to customs supervisionεμπορεύματα υπό τελωνειακή επιτήρηση
market.goods subject to early deteriorationεμπόρευμα υποκείμενο σε ταχεία φθορά
market.goods subject to early deteriorationεμπόρευμα υποκείμενο σε ταχεία μείωση της αξίας
lawgrant of patents subject to temporary prohibition of publicationχορήγηση διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας συνοδευομένων από προσωρινή απαγόρευση δημοσιεύσεως
commer., polit., econ.Imports not accompanied by such an invoice shall be made subject to the residual anti-dumping duty applicable to all other exportersΟι εισαγωγές που δεν συνοδεύονται από το συγεκριμένο τιμολόγιο υπόκεινται στο δασμό αντιντάμπινγκ υπολοίπων εταιρειών, δηλαδή στο δασμό που εφαρμόζεται σε όλους τους άλλους εξαγωγείς
market.imports shall be subject to the third country arrangements applicable to those importsοι εισαγωγές υπόκεινται στο καθεστώς τρίτων χωρών το οποίο εφαρμόζεται στις εισαγωγές αυτές
law, pharma.incapacitated subjectανίκανος συμμετέχων
insur.income subject to health insurance fund contributionsεισόδημα που υπόκειται σε εισφορές
work.fl., ITindex of subject headingsευρετήριο θεματικών επικεφαλίδων
work.fl., ITindexing by bound subject headingsευρετηρίαση βάσει δέσμιων θεματικών επικεφαλίδων
work.fl., ITindexing by free subject headingsευρετηρίαση βάσει ελεύθερων θεματικών επικεφαλίδων
work.fl., ITindexing by free subject headingsελεύθερη ευρετηρίαση
work.fl., ITindexing by subject headingsευρετηρίαση βάσει θεματικών επικεφαλίδων
gen.information subject to a security gradingγνώσεις που έχουν υπαχθεί σε διαβάθμιση ασφαλείας
law, commun.interception subjectπαρακολουθούμενος
ed.interdisciplinary subjectδιεπιστημονικό μάθημα
ed.Inter-School Subject CommitteeΔιασχολική επιτροπή των εκπαιδευτικών λειτουργών ενός τομέα
med.intra subject half-side studyμελέτη σύγκρισης των ημίσειων πλευρών του σώματος των ιδίων ατόμων
lawjudgment which may be the subject of an application to set asideαπόφαση υποκείμενη σε ανακοπή
lawjurisdiction in relation to the subject matterκαθ' ύλην αρμοδιότητα (ratione materiae)
lawjurisdiction related to subject matterκαθ' ύλην αρμοδιότητα (ratione materiae)
law, immigr.list of persons subject to a visa banκατάλογος προσώπων στα οποία δεν χορηγείται θεώρηση
transp.material subject to frost attackυλικό που υποβάλλεται σε επίδραση παγετού
ed.mathematical and scientific subjectsμαθηματικά και θετικές επιστήμες
lawmatters which are the subject of legislationθέματα τα οποία ρυθμίζονται νομοθετικώς
pharma.medicinal product not subject to medical prescriptionφαρμακευτικά προϊόντα που διατίθενται χωρίς ιατρική συνταγή
pharma.medicinal product not subject to medical prescriptionφαρμακευτικά ιδιοσκευάσματα για τη διάθεση των οποίων δεν απαιτείται ιατρική συνταγή
pharma.medicinal product not subject to medical prescriptionμη υποχρεωτικώς συνταγογραφούμενα φάρμακα
health., pharma.medicinal product subject to medical prescriptionφάρμακο που χορηγείται μόνο με ιατρική συνταγή
health., pharma.medicinal product subject to medical prescriptionφάρμακο χοηγούμενο με συνταγή
gen.meeting of senior officials on specialized subjectsσυνομιλία τεχνικού χαρακτήρα σε επίπεδο ανωτάτων υπαλλήλων
med.newborn subject to infective risksνεογνό υποκείμενο σε κινδύνους λοίμωξης
med.newborn subject to infective risksνεογνό επιρρεπές σε λοιμώξεις
tax.not subject to taxationμη φορολογητέος
ed.optional subjectκατ'επιλογή μάθημα
environ.other wastes whose collection and disposal is subject to special requirements in view of the prevention of infection¶λλα απόβλητα των οποίων η συλλογή και διάθεση υπόκεινται σε ειδικές απαιτήσεις σε σχέση με την πρόληψη μόλυνσης
patents.patentable subject matterαντικείμενο των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας
gen.pressure component subjected to cumulative damage processesστοιχείο υπό πίεση εκτεθειμένο σε σωρευτικές βλαπτικές διαδικασίες
fin., polit., tax.product subject to excise dutyαγαθό που υπάγεται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης
fin., polit., tax.product subject to excise dutyπροϊόν που υπόκειται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης
fin.product subject to excise dutyπροϊόν που υπόκειται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης
econ.product subject to the monopolyπροϊόν που υπόκειται στο μονοπωλιακό καθεστώς
gen.Programme of Community Action on the subject of the Vocational Training of Customs OfficialsΠρόγραμμα κοινοτικής δράσης σχετικά με την επαγγελματική κατάρτιση των τελωνειακών υπαλλήλων
ed.programme of Community action on the subject of the vocational training of indirect taxation officialsπρόγραμμα κοινοτικής δράσης στον τομέα της επαγγελματικής κατάρτισης υπαλλήλων που είναι επιφορτισμένοι με θέματα έμμεσης φορολογίας
ed.programme of Community action on the subject of the vocational training of indirect taxation officialsπρόγραμμα κοινοτικής δράσης σχετικά με την επαγγελματική κατάρτιση των υπαλλήλων που ασχολούνται με θέματα έμμεσης φορολογίας
fin., ed.Programme of Community action on the subject of the vocational training of indirect taxation officialsΠρόγραμμα κοινοτικής δράσης σχετικά με την επαγγελματική κατάρτιση των υπαλλήλων που ασχολούνται με θέματα έμμεσης φορολογίας
patents.protected subject-matterπροστατευόμενο αντικείμενο
lab.law.protective equipment subject to ageingΜΑΠ που υφίστανται γήρανση
law, ITprovision of information to the data subjectπαροχή πληροφοριών στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο
transp.Regulations concerning the Substances and Articles not to be accepted for Carriage, or to be accepted subject to certain Conditions RIDπροδιαγραφές σχετικές με υλικά και αντικείμενα αποκλειόμενα από τη μεταφορά
transp.Regulations concerning the Substances and Articles not to be accepted for Carriage, or to be accepted subject to certain Conditions RIDπροδιαγραφές σχετικές με υλικά και αντικείμενα αποδεκτά υπό όρους
lawrequest containing the subject of paymentαίτημα που περιλαμβάνει το αντικείμενο της πληρωμής
gen.resolution on urgent subjectsκατεπείγον ψήφισμα
law, ITsafeguarding of the subject's rightsεξασφάλιση δικαιωμάτων ενδιαφερομένου
ed.school subjectsπρόγραμμα διδασκαλίας
ed.school teacher in charge of a particular subjectδιδάσκων αρμόδιος για ένα συγκεκριμένο μάθημα
lawscope in relation to subject matterουσιαστικό πεδίο εφαρμογής
law, ITsecurity subjectυποκείμενο ασφάλειας
fin.security subject to indexationτίτλος με τιμαριθμικά αναπροσαρμοζόμενο επιτόκιο
transp.service for own account subject to authorisationγραμμή για ίδιο λογαριασμό μη ελευθερωμένη
ed.short courses in subjects relating to the paramedical and social sectorσπουδές σύντομης διάρκειας στον παραϊατρικό και κοινωνικό τομέα
insur.sickness insurance contribution point not subject to ceilingμονάδα εισφοράς ασθενείας χωρίς ανώτατο όριο
lawsignature subject to ratification, acceptance or approvalυπογραφή υποκείμενη σε επικύρωση, αποδοχή ή έγκριση
agric.slaughterhouse subject to own-checkσφαγείο που υπόκειται σε αυτοέλεγχο
transp.special regular service subject to authorizationειδική τακτική γραμμή μη ελευθερωμένη
crim.law.specific objective physical characteristics not subject to changeιδιαίτερα αμετάβλητα φυσικά χαρακτηριστικά' ιδιαίτερα, αντικειμενικά και αναλλοίωτα φυσικά χαρακτηριστικά
mech.eng.spring subjected to bending stressελατήριο κάμψης
mech.eng.spring subjected to torsional stressελατήριο στρέψης
work.fl., ITstandard subject headingπροτυπική θεματική επικεφαλίδα
work.fl., ITstandard subject headingπάγια θεματική επικεφαλίδα
fish.farm.stock which is subject to a moratoriumαπόθεμα υποκείμενο σε moratorium
ed.sub-committee for a subjectυποεπιτροπή για έναν ειδικό τομέα ύλης
insur.subject approval no riskχωρίς αποδοχή δεν ισχύει η ασφάλιση
relig.subject areaθεματικό πεδίο
relig.subject areaθεματική περιοχή
gen.subject as a body to a vote of approval by the European Parliamentυπόκειμαι,ως σώμα,σε ψήφο έγκρισης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
work.fl., commun.subject authority fileθεματικός κατάλογος επικεφαλίδων και πηγών
work.fl., commun.subject bibliographyθεματική βιβλιογραφία
commun.subject cardδελτίο θέματος
commun.subject catalogueθεματικός κατάλογος
work.fl.subject classificationθεματική ταξινόμηση
polit., work.fl.subject codeθεματικός κωδικός
polit., work.fl.subject-code referenceθεματικός κωδικός
ed.Subject CommitteeΣυμβούλιο καθηγητών ενός τομέα
work.fl., ITsubject cross referenceθεματική διαπαραπομπή
work.fl., ITsubject descriptionθεματική περιγραφή
work.fl., ITsubject descriptionπεριγραφή περιεχομένου
work.fl., ITsubject entryθεματικό λήμμα
work.fl., ITsubject entryθεματική επικεφαλίδα
relig.subject fieldθεματική περιοχή
relig.subject fieldθεματικό πεδίο
work.fl., ITsubject headingθεματική λέξη
work.fl., ITsubject headingθεματική επικεφαλίδα
work.fl., ITsubject headingθεματικό λήμμα
work.fl., ITsubject heading entry fileφάκελος εισόδου θεματικών επικεφαλίδων
work.fl., ITsubject heading entry fileαρχειοφάκελος εισόδου θεματικών επικεφαλίδων
work.fl., ITsubject heading entry fileαρχείο εισόδου θεματικών επικεφαλίδων
commun., ITsubject holderλαβή αντικειμένου
work.fl., ITsubject indexθεματικό ευρετήριο
earth.sc., life.sc.subject keyφωτοερμηνευτικό κλειδί σχετικό μ'ένα αντικείμενο
comp., MSsubject lineγραμμή θέματος (The part of a message header that is used by the sender to indicate the object of the message)
comp., MSSubject ManagerΔιαχείριση θεμάτων (A sub-area of the Settings module where the subject tree is managed)
lawsubject matter and geographic field of applicationαντικείμενο και γεωγραφικό πεδίο εφαρμογής
lawsubject-matter competenceκαθ' ύλην αρμοδιότητα (ratione materiae)
lawsubject-matter jurisdictionκαθ' ύλην αρμοδιότητα (ratione materiae)
lawsubject-matter of the actionκύριο αντικείμενο της αγωγής
polit., lawsubject matter of the disputeαντικείμενο της διαφοράς
polit., lawsubject matter of the litigationαντικείμενο της διαφοράς
polit., lawsubject-matter of the proceedingsαντικείμενο της διαφοράς
commun., ITsubject messageμήνυμα θέματος
hobby, commun.subject of a postage stampθεματογραφία γραμματοσήμου
hobby, commun.subject of a postage stampθέμα γραμματοσήμου
lawsubject of international lawυποκείμενο του διεθνούς δικαίου
tech.subject of standardizationαντικείμενο τυποποίησης
work.fl., IT, EU.2. subject-oriented thesaurusθεματικός θησαυρός
work.fl., IT, EU.2. subject-oriented thesaurusεξειδικευμένος θησαυρός
insur.subject premiumαναφερόμενα ασφάλιστρα
commun., ITsubject probeανιχνευτήρας θέματος
health.subject rangeόριο αντικείμενου
gen.subject review articleάρθρο ανασκόπησης θέματος
lawsubject toυπό με την επιφύλαξη
gen.subject toυπό την προϋπόθεση ότι
lawsubject to a right of appeal to the Court of Justice on points of law onlyυπό την επιφύλαξη ασκήσεως αναιρέσεως ενώπιον του Δικαστηρίου, περιοριζομένης σε νομικά ζητήματα
lawsubject to a security systemυποβάλλονται σε καθεστώς απορρήτου
immigr.subject to a visa requirementυπήκοος υποκείμενος σε καθεστώς υποχρεωτικής θεώρησης
gen.subject to any special provisions laid down pursuant to article 136με την επιφύλαξη των ειδικών διατάξεων των θεσπιζομένων δυνάμει του άρθρου 136
insur.subject to averageισχύει ο αναλογικός όρος
fin.subject to collection"υπό τον όρο ότι θα εισπραχθεί"
stat., fin.subject to dutyδασμολογητέος
fin.subject to final paymentυπό τον όρο της τελικής πληρωμής
med.subject to metabolic breakdownυποκείμενα σε μεταβολική αποικοδόμηση
market.subject to opinionέκθεση ελεγκτών μᄉ επιφυλάξεις
transp.subject to payment of supplementυπό την επιφύλαξη πληρωμής προσθέτου
law, patents.subject to ratificationμε χωρίς επιφύλαξη επικύρωσης
lawsubject to reciprocity in the country of originόρος αμοιβαιότητας στη χώρα προέλευσης
gen.subject to release of the postμε την επιφύλαξη αποδέσμευσης
lawsubject to reporting requirementsέχω υποχρέωση να παρέχω πληροφορίες
fin.subject to repurchaseυποκείμενο σε επαναγορά
transp.subject to supplementυπό την επιφύλαξη πληρωμής προσθέτου
insur.subject to surveyμε την προϋπόθεση να γίνει πραγματογνωμοσύνη
market.subject to the conditions and within the limits provided for hereinafterυπό τις προϋποθέσεις και εντός των ορίων που προβλέπονται κατωτέρω
polit., lawsubject to the control of the Presidentο πρόεδρος μπορεί να επιτρέψει
gen.subject to the exceptions provided for in this Treatyμε την επιφύλαξη των εξαιρέσεων που προβλέπει η συνθήκη αυτή
fin.subject to the pension gains taxυποκείμενος σε φόρο κεφαλαιουχικών κερδών από συνταξιοδοτικές επενδύσεις
med.subject to the provisions relating to Public healthμε την επιφύλαξη των διατάξεων περί δημόσιας υγείας
gen.subject to their agreementυπό τον όρο ότι συμφωνούν
comp., MSsubject treeδέντρο θεμάτων (The hierarchical list of categories used to correlate and organize information)
ed.subject with an occupational biasεπαγγελματικός κλάδος
work.fl., ITsubject wordθεματική επικεφαλίδα
work.fl., ITsubject wordθεματική λέξη
work.fl., commun.subject-word entryθεματικό λήμμα
ed.subjects taughtπρόγραμμα διδασκαλίας
chem.substance subject to registrationουσία που υπόκειται σε καταχώριση
transp.tariff applied subject to fidelity agreementτιμολόγιο με δέσμευση πιστότητας
health., anim.husb.territory subject to animal health restrictionsέδαφος που υπόκειται σε περιορισμούς υγειονομικού ελέγχου
met.test piece subjected to stress relief annealingδοκίμιο που έχει υποβληθεί σε ανόπτηση εκτόνωσης τάσεων
polit.the entry of an item is subject to the exception on grounds of urgencyεγγραφή σημείου που εμπίπτει στην εξαίρεση λόγω επείγουσας ανάγκης
gen.The President of the Council is hereby authorised to designate the persons empowered to sign the Agreement on behalf of the Union subject to its conclusion and to make the following declaration / notification , which is attached to the [(Final Act of the) Agreement/…]:Ο Πρόεδρος του Συμβουλίου εξουσιοδοτείται να ορίσει το ή τα πρόσωπα που είναι αρμόδια να υπογράψουν τη συμφωνία εξ ονόματος της Ένωσης υπό την επιφύλαξη της σύναψής της και να προβούν στην ακόλουθη δήλωση/ κοινοποίηση, η οποία επισυνάπτεται στην (τελική πράξη) της συμφωνίας…]:
gen.the subject shows a mild scleral sub-jaundiceο ασθενής παρουσιάζει έναν ελαφρύ ίκτερο του σκληρούχιτώνος
ed.the subjects taughtη διδασκόμενη ύλη
lawthe United Kingdom is therefore not taking part in its adoption and is not bound by it or subject to its application.Η παρούσα πράξη συνιστά ανάπτυξη των διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν στις οποίες δεν συμμετέχει το Ηνωμένο Βασίλειο, σύμφωνα με την απόφαση 2000/365/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Μαΐου 2000, σχετικά με το αίτημα του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και Βορείου Ιρλανδίας να συμμετέχει σε ορισμένες από τις διατάξεις του κεκτημένου του Σένγκεν *. Ως εκ τούτου, το Ηνωμένο Βασίλειο δεν συμμετέχει στη θέσπιση της παρούσας πράξης και δεν δεσμεύεται από αυτή ούτε υπόκειται στην εφαρμογή της.
lawtopical legal subjectνομικό θέμα επικαιρότητας
health., pharma.trial subjectυποκείμενο της δοκιμής
immigr.visa whose validity is subject to territorial limitationθεώρηση περιορισμένης εδαφικής ισχύος
unions.vote on the subject matter itselfψηφοφορία επί της ουσίας
environ.wastes whose collection and disposal is not subject to special requirements in view of the prevention of infectionΑπόβλητα των οποίων η συλλογή και διάθεση δεν υπόκεινται σε ειδικές απαιτήσεις σε σχέση με την πρόληψη μόλυνσης
environ.wastes whose collection and disposal is not subject to special requirements in view of the prevention of infection e.g. dressings, plaster casts, linen, disposable clothing, diapersΑπόβλητα των οποίων η συλλογή και διάθεση δεν υπόκεινται σε ειδικές απαιτήσεις σε σχέση με την πρόληψη μόλυνσης π.χ επενδύσεις, γύψινα εκμαγεία, σεντόνια, πετσέτες, ρουχισμός απορρίψιμος
met.welded corner joints subject to statical stressesγωνιακές συγκολλητές ραφές υποκείμενες σε στατική καταπόνηση
gen.where several sections are likely to claim that a subject falls within their remitόταν την αρμοδιότητα για ένα θέμα διεκδικούν περισσότερα του ενός τμήματα
gen.where the product in question is subject to judicial review proceedingsπροϊόν για το οποίο βρίσκονται σε εξέλιξη διαδικασίες παροχής δικαστικής προστασίας
agric.wood subjected to decayξύλο υποβληθέν σε σήψη