DictionaryForumContacts

   English
Terms for subject Finances containing professional | all forms | exact matches only
EnglishGreek
Customs Convention on the Temporary Importation of Professional EquipmentΤελωνειακή Σύμβαση περί προσωρινής εισαγωγής επαγγελματικού υλικού
Customs Convention on the Temporary Importation of Professional Equipment - Brussels 1961Tελωνειακή Σύμβαση περί προσωρινής εισαγωγής επαγγελματικού υλικού-Bρυξέλλες 1961
obligation of professional secrecyυποχρέωση τήρησης του επαγγελματικού απορρήτου
person of recognised standing and professional experience in monetary or banking mattersπρόσωπο αναγνωρισμένου κύρους και επαγγελματικής εμπειρίας σε νομισματικά ή τραπεζικά θέματα
Professional and Handicraft Insurance FundΤαμείο Ασφαλίσεως Επαγγελματιών και Βιοτεχνών Ελλάδος
professional associationεπαγγελματική ένωση
professional cash-handlerάτομο που χειρίζεται μετρητά λόγω του επαγγέλματός του
professional cash-handlerεπαγγελματίας χειριστής μετρητών
professional cash-userάτομο που χειρίζεται μετρητά λόγω του επαγγέλματός του
professional cash-userεπαγγελματίας χειριστής μετρητών
professional clientελπαγγελματίας πελάτης
professional customerελπαγγελματίας πελάτης
professional dealer in securitiesεπαγγελματίας μεσίτης χρηματιστηριακών αξιών
professional guarantee fundταμείο επαγγελματικών εγγυήσεων
professional international securities dealerεπαγγελματική ένωση χρηματιστών διεθνών τίτλων
professional negligenceεπαγγελματική αμέλεια
professional organisationεπαγγελματική ένωση
professional servicesεπαγγελματικές υπηρεσίες
professional traderεπαγγελματικός φορέας
provision of an investment service on a professional basisπαροχή επενδυτικών υπηρεσιών στα πλαίσια του επαγγέλματος