DictionaryForumContacts

   English
Terms for subject Health care containing primary | all forms | exact matches only
EnglishGreek
aquatic primary biomassυδρόβια πρωτογενής βιομάζα
primary and secondary preventionπρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια πρόληψη
primary autismπρωτογενής αυτισμός
primary bone cancerοστεοσάρκωμα
primary careπρωτοβάθμια φροντίδα υγείας
primary careπρωτοβάθμια ιατρική περίθαλψη
primary care physicianιατρός πρωτοβάθμιας περίθαλψης' γενικός παθολόγος' ιατρός
primary care practictionerιατρός πρωτοβάθμιας περίθαλψης' γενικός παθολόγος' ιατρός
primary causeκύρια αιτία ενός ατυχήματος
primary cause of deathκύρια αιτία θανάτου
primary cause of deathαρχική αιτία του θανάτου
primary elementsουσιώδη στοιχεία
primary generalised epilepsyιδιοπαθής γενικευμένη επιληψία
Primary Health Careπρωτοβάθμια υγειονομική περίθαλψη
primary health careπρωτοβάθμια φροντίδα υγείας
primary health careπρωτοβάθμια ιατρική περίθαλψη
primary outbreakκύρια εστία
primary parkinsonismνόσος Parkinson (paralysis agitans)
primary preventionπρωτογενής πρόληψη
primary protective barrierκύριο προστατευτικό πέτασμα
primary qualification after passing a qualifying examinationπιστοποιητικό περί των βασικών ιατρικών γνώσεων
primary sampleπρωτογενές δείγμα
primary sterilityαρχική στειρότητα