DictionaryForumContacts

   English
Terms for subject Economy containing primary | all forms | exact matches only
EnglishGreek
external account of primary incomes and current transfersεξωτερικός λογαριασμός πρωτογενών εισοδημάτων και τρεχουσών μεταβιβάσεων
non-oil primary producing countriesμη πετρελαιοπαραγωγικές χώρες πρωτογενούς παραγωγής
primary agricultural productsπρωτογενής γεωργική παραγωγή
primary costτιμή κόστους
primary distribution of income accountsλογαριασμοί πρωτογενούς διανομής εισοδήματος
primary educationπρωτοβάθμια εκπαίδευση
primary electionπροκριματικές εκλογές
primary exporting countryχώρα που εξάγει πρωτογενή προϊόντα
primary incomeπρωτογενές εισόδημα
primary inputαρχική εισροή
primary inputs for each branchαρχικές εισροές για κάθε κλάδο
primary liquidityάμεση ρευστότηταprimary liquidity
primary marketingπρωτογενής εμπορία
primary producerκύριοι παραγωγοί
primary productπροϊόν βάσεως
primary productsπροϊόντα βάσεως
primary response timeχρόνος ανταπόκρισης της αγοράς
primary response timeχρόνος προσαρμογής της αγοράς
primary sectorπρωτογενής τομέας
table of primary inputs and resourcesπίνακας αρχικών εισροών και πόρων
table of primary inputs,resources and total resourcesπίνακας αρχικών εισροών,πόρων και συνολικών πόρων