DictionaryForumContacts

   English
Terms for subject Metallurgy containing penetration | all forms | exact matches only
EnglishGreek
a weld made from one side the penetration bead of which can be seenσυγκόλληση πλήρους διεισδύσεως από μια πλευρά,στην οποία φαίνεται το κορδόνι διεισδύσεως
arc welding with deep penetration electrodesσυγκόλληση τόξου με διεισδυτικό ηλεκτρόδιο
cone penetration testδοκιμή διεισδυτικότητας σε κώνο
deep penetration gas weldingσυγκόλληση βαθείας διεισδύσεως με καύσιμο αέριο
excessive local penetrationτρέξιμο μετάλλου με μορφή σταγόνων
fusion penetrationδιείσδυση
hardness penetration depthβάθος σκλήρυνσης
hardness penetration depthβάθος βαφής
lack of penetrationέλλειψη διείσδυσης
metal penetrationδιείσδυση άμμου στο μέταλλο
penetration beadκορδόνι διεισδύσεως
penetration hardeningολική βαφή
penetration hardnessσκληρότητα με τη μέθοδο της διείσδυσης
penetration into the rootδιείσδυση στη ρίζα της ραφής
period of penetrationσχηματισμός ουλής
side penetrationδιείσδυση στις παρειές της ραφής
the penetration bead of which can be seenτο πρώτο πάσσο σε μία συγκόλληση,στην οποία φαίνεται το κορδόνι διεισδύσεως
wedge penetration testδοκιμή διείσδυσης με σφήνες
welding which ensures full penetration without a penetration beadσυγκόλληση πλήρους διεισδύσεως χωρίς ξεχωριστό κορδόνι διεισδύσεως