DictionaryForumContacts

   English
Terms for subject Technology containing one | all forms | exact matches only
EnglishGreek
all-in-oneπολυλειτουργική συσκευή
one hundred percent inspectionεπιθεώρηση 100%
one hundred percent inspectionέλεγχος ποιότητας του 100% της παραγωγής
one-side colored boardχαρτόνι χρωματισμένο από τη μία όψη
one-side colored paperχαρτί χρωματισμένο από τη μία όψη
one-side colored paperχαρτί βαμμένο από τη μία όψη
one-side coloured boardχαρτόνι χρωματισμένο από τη μία όψη
one-side coloured paperχαρτί χρωματισμένο από τη μία όψη
one-side coloured paperχαρτί βαμμένο από τη μία όψη
one-side-glazed boardχαρτόνι γλασαρισμένο στη μηχανή
one-side-glazed paperχαρτί διατριβής
one-side-glazed paperχαρτί στιλβωμένο από τη μία όψη
one-side-glazed paperχαρτί γκλασέ από τη μία όψη
one stage twistingστρίψιμο σε ένα στάδιο
stenter of one levelράμμα ενός επιπέδου
two for one spindle of an uptwisterαδράκτι διπλής στρίψης-two for one στριπτικής μηχανής
two-for-one twisterστριπτική μηχανή διπλής στρίψης
two-for-one twisterστριπτικό μηχάνημα διπλής στρίψης
weight per one bushel of some farm productsβάρος μέδιμνων μερικών γεωργικών προϊόντων
winding head with one pirn holderκεφαλή περιέλιξης με μία βάση-υποδοχή μασουριού
yarn collective delivery system with two driven rollers and one pressure roller of a ring doubling and twisting frameεκδοτικό σύστημα με δύο κινούμενους και έναν πιεστικό κύλινδρο για αδελφωτική και στριπτική μηχανή