Subject | English | Greek |
commun. | add-on conference call | πρόσθετη κλήση συνδιάσκεψης |
commun. | add-on conference call | κλήση διάσκεψης,πρόσθετος τρίτος συνδιαλεγόμενος |
commun., IT | automatic ringback on held call | αυτόματη οπισθοκλήση σε κρατημένη κλήση |
gen. | call back on no reply | οπισθόκληση σε αναπάντητο |
comp., MS | Call Forwarding On | Ενεργοποίηση προώθησης κλήσεων (The menu item that displays a menu of options that the user can select to turn on the automatic forwarding of incoming calls) |
commun. | call forwarding on busy | προώθηση κλίσεων σε περιπτώσεις κατειλημμένης γραμμής |
commun. | call forwarding on busy | προώθηση κλήσεων σε περίπτωση κατειλημμένης γραμμής |
commun. | call forwarding on mobile subscriber not reachable | προώθηση κλήσης σε περίπτωση μη προσιτού συνδρομητή |
commun. | call forwarding on no reply | προώθηση κλήσεων σε περιπτώσεις που δεν υπάρχει απάντηση |
commun. | call forwarding on no reply | προώθηση κλήσεων σε περίπτωση που δεν υπάρχει απάντηση |
IT | call forwarding on no reply | προώθηση κλήσης απουσία απάντησης |
IT | call-back on busy | αυτόματη επανάκληση σε κατειλημμένο |
commun. | call-back on no reply | αυτόματη επανάκληση σε αναπάντητο τηλεφώνημα |
commun. | call-back on no reply | αυτόματη επανάκληση σε αναπάντητο τηλεφώνημα |
IT | call-back on no reply | αυτόματη επανάκληση σε αναπάντητο |
commun., transp. | calling on signal | σηματοδότης "μανούβρας" |
commun., transp. | calling-on signal | σήμα κλήσης στους ελιγμούς |
commun., transp. | call-on signal | τομεακός σηματοδότης |
commun. | competition of calls on busy subscribers | ολοκλήρωση κλήσεων προς κατειλημμένους συνδρομητές |
commun. | conference call add-on | Προσθήκη Συνδιαλεγομένου σε Κλήση Διάσκεψης |
commun. | conference call, add-on | πρόσθετη κλήση συνδιάσκεψης |
IT | configuration specified on a call-by-call basis | σύνθεση μεταβαλλόμενη από κλήση σε κλήση |
fin. | deposit on call | κατάθεση όψεως |
med. | doctor on call | εφημερεύων ιατρός |
lab.law. | hours of duty on call | διάρκεια επιφυλακής |
social.sc. | inactive part of on-call time | ανενεργή περίοδος του χρόνου εφημερίας |
commun., IT | incoming call identification on switched loop | αναγνώριση εισερχόμενης κλήσης σε βρόχο μεταγωγής |
med. | medical assistance on call | υπηρεσία ιατρικής βοηθείας |
IT | modulation specified on a call-by-call-basis | διαμόρφωση μεταβαλλόμενη από κλήση σε κλήση |
fin. | money on call | χρηματικό δάνειο επιστρεπτέο σε πρώτη ζήτηση |
fin. | money on call | τραπεζικό δάνειο μιας ημέρας |
commun., IT | monitoring on terminating calls | παρακολούθηση εισερχόμενων κλήσεων |
commun. | monitoring on terminating calls | παρακολούθηση εισερχομένων κλήσεων |
gen. | Naval On-Call Force, Mediterranean | Ναυτικές Δυνάμεις Κρούσεως Μεσογείου |
social.sc. | on call | επιφυλακή |
med. | "on call" service | τηλεφωνική εφημερία |
gen. | on 24 hour call | εικοσιτετράωρη επιφυλακή |
commun. | on network calling | επιδικτυακή κλήση |
transp. | "on-call" barrier | δρύφακτο ισόπεδης διάβασης που ανοίγει μετά από κλήση |
transp. | on-call bus system | λεωφορείο-ταξί |
transp. | on-call bus system | λεωφορείο βέλτιστης προσωπικής εξυπηρέτησης |
law | On-Call Coordination | επιφυλακή συντονισμού |
social.sc. | on-call duty | εφημερία |
social.sc. | on-call service | εφημερία |
social.sc. | on-call time | χρόνος εφημερίας |
social.sc. | on-call time | χρόνος ετοιμότητας προς εργασία |
commun. | reverse charging on a per call basis | χρέωση κλήσης στον παραλήπτη σε βάση κλήσης |
commun., IT | station call transfer and camp-on | μεταφορά κλήσης σταθμού και αναμονή |
commun. | timed recall on outgoing calls | χρονισμένη επανάκληση σε εξερχόμενες κλήσεις |