DictionaryForumContacts

   English
Terms for subject Finances containing mean | all forms | exact matches only
EnglishGreek
amendments introduced by means of supplementary or amending budgetsμεταβολές που επήλθαν με συμπληρωματικούς ή διορθωτικούς προϋπολογισμούς
arithmetic mean of the standard average valuesαριθμητικός μέσος όρος των μέσων κατ'αποκοπή τιμών
arithmetic mean rate of returnμέσος αριθμητικός συντελεστής απόδοσης
arithmetic mean returnμέση αριθμητική απόδοση
available financial meansδιαθέσιμα χρηματοπιστωτικά μέσα
by means of deduction beforehandμε προκαταβολική παρακράτηση
coercive means of remedying excessive deficitsδεσμευτικά μέσα διόρθωσης των υπερβολικών ελλειμμάτων
inspecting means of transportέλεγχος των μεταφορικών μέσων
mean capital employedμέσο απασχολούμενο κεφάλαιο
mean of identificationμέτρα για τη διαπίστωση της ταυτότητας
mean-variance efficient portfolioαποδοτικό χαρτοφυλάκιο μέσης διακύμανσης
mean-variance efficient portfolioαποδοτικό χαρτοφυλάκιο κατά Markowitz
mean-variance framework analysisανάλυση με βάση το μέσο και τη διακύμανση
means of communication at a distanceτεχνική επικοινωνίας από απόσταση
means of defenceμέσο αμύνης
means of distance communicationτεχνική επικοινωνίας από απόσταση
means of legal tenderη ικανότητα του νομίσματος να αποτελεί μέσο πληρωμής
means of paymentμέσα πληρωμών
means of paymentμέσα διακανονισμού
means of paymentμέσο συναλλαγής
means of paymentμέσον πληρωμής
means of paymentνόμισμα
means of paymentμέσο πληρωμής
means of productionμέσα παραγωγής
means of settlementνόμισμα
means of subsistenceμέσα συντήρησης
means of subsistenceμέσα διαβίωσης
means of supportμέσα συντήρησης
MEANS programmeμέθοδος αξιολόγησης ενεργειών διαρθρωτικής φύσεως
MEANS programmeΠρόγραμμα MEANS
tax exemption for temporarily imported means of transportφορολογικές ατέλειες όσον αφορά την προσωρινή εισαγωγή
ways and meansάμεσος τρόπος δανεισμού του κράτους από την κεντρική τράπεζα
ways and means advancesάμεσος τρόπος δανεισμού του κράτους από την κεντρική τράπεζα