Subject | English | Greek |
transp. | A/C handling and control | επιμέλεια της πτήσης |
transp. | air handling | κλιματισμός αέρα |
mun.plan., earth.sc. | air handling | επεξεργασία αέρος |
industr., mech.eng. | air-handling device | σύστημα διαχείρισης αέρα |
transp., avia. | aircraft and passenger handling | χειρισμός αεροσκαφών και επιβατών |
transp. | aircraft handling and control | επιμέλεια της πτήσης |
transp. | aircraft handling system | σύστημα συντήρησης του αεροσκάφους |
gen. | ammunition grip handles | χειριστήρια πυρομαχικών |
gen. | anti-handling device | προστατευτικός μηχανισμός |
comp., MS | background handles | δείκτες χειρισμού φόντου (The handles used to resize the background. By default, background handles are hidden) |
transp., avia. | baggage handling | διακίνηση αποσκευών |
transp. | baggage handling | υπηρεσία αποσκευών |
transp., avia. | baggage handling charge | τέλη μεταφοράς αποσκευών |
agric. | bale handling | χειρισμός δεμάτων |
agric. | bale handling | διαχείριση δεμάτων |
bank. | banknote handling machine | μηχάνημα επεξεργασίας τραπεζογραμματίων |
mech.eng. | basket for mechanical handling | καλάθι μεταφοράς |
med. | bias in handling outliers | μεροληψία που οφείλεται στις εξαιρετικά ακραίες τιμές |
transp., construct. | block handling | διακίνηση των ογκολίθων |
el. | brine handling method | μέθοδος χειρισμού της άλμης |
mech.eng. | bulk handling | χειρισμός υλικού "χύμα" |
mech.eng. | bulk handling | χειρισμός ασυσκεύαστου υλικού |
mech.eng. | bulky material handling | χειρισμός ασυσκεύαστου υλικού |
mech.eng. | bulky material handling | χειρισμός υλικού "χύμα" |
mech.eng. | burnable poison rod handling tool | εργαλείο χειρισμού ράβδου από καταναλισκόμενο πυρηνικό δηλητήριο |
commun., IT | call handling | διαχείριση κλήσης |
commun., IT | call handling | επεξεργασία κλήσης |
commun. | call handling | χειρισμός κλήσης |
commun., IT | call handling capacity | χωρητικότητα διεκπεραίωσης κλήσεων |
commun., IT | call handling module | δομική ενότητα επεξεργασίας κλήσης |
comp., MS | call-handling rules | κανόνες χειρισμού κλήσεων (A set of features used for call answering and forwarding) |
transp. | cargo and mail handling | εμπορεύματα και ταχυδρομείο |
transp. | cargo - handling businesses | επιχειρήσεις διακίνησης φορτίου |
transp. | cargo handling vehicle | όχημα μεταφοράς φορτίου |
fin., lab.law. | cash-handling allowance | επίδομα διαχειριστικών λαθών |
fish.farm. | catch handling equipment | εξοπλισμός επεξεργασίας των αλιευμάτων |
agric. | chick handling | χειρισμός των νεοσσών |
forestr. | chip handling | χειρισμός ξυλοτεμαχιδίων |
transp. | claims allocation and handling | χειρισμός και ικανοποίηση ενστάσεων |
mater.sc., mech.eng. | coal-handling plant | εγκατάσταση φόρτωσης άνθρακα |
mater.sc., mech.eng. | coal-handling plant | συσκευή φόρτωσης άνθρακα |
mater.sc., mech.eng. | coal-handling plant | ανθράκευση |
coal., met. | coke handling plant | προετοιμασία οπτάνθρακος |
coal., met. | coke screening and handling | προετοιμασία οπτάνθρακος |
polit. | Committee for the adaptation to technical progress of legislation to remove technical barriers to trade in lifting and mechanical handling devices | Επιτροπή για την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο της νομοθεσίας με στόχο την εξάλειψη των τεχνικών εμποδίων στις συναλλαγές στον τομέα των συσκευών και μέσων ανύψωσης |
industr. | Committee for the Adaptation to Technical Progress of the Directives on Lifting and Mechanical Handling Appliances | επιτροπή για την εφαρμογή στην τεχνική πρόοδο - σχετικά με τις συσκευές και τα μέσα ανύψωσης ή χειρισμού |
law, tech. | Committee for the Adaptation to Scientific and Technical Progress of the Directives on Lifting and Mechanical Handling Appliances | Επιτροπή Προσαρμογής των Οδηγιών στην Επιστημονική και Τεχνική Πρόοδο - Ανυψωτικά Μηχανήματα και Μηχανήματα Διακινήσεως Φορτίων |
environ., nucl.phys. | Committee of inquiry into the handling and transport of nuclear material | Εξεταστική επιτροπή σχετικά με τη διαχείριση και μεταφορά ραδιενεργών υλικών |
environ., el. | Committee of Inquiry into the handling and transport of nuclear material | εξεταστική επιτροπή σχετικά με τη διαχείριση και τη μεταφορά πυρηνικού υλικού |
fin. | common list of usual forms of handling | κοινός πίνακας των συνήθων εργασιών |
transp. | container handling equipment | τεχνικός εξοπλισμός διακίνησης εμπορευματοκιβωτίων |
transp. | container handling speed | ταχύτητα διακίνησης εμπορευματοκιβωτίων |
mater.sc., mech.eng. | container with special fittings for handling | κοντέινερ με ειδικό φορέα |
mater.sc., mech.eng. | container with special fittings for handling | εμπορευματοκιβώτιο με ειδικό φορέα |
mech.eng. | continuous handling | συνεχής διακίνηση |
mech.eng. | continuous handling equipment | μηχάνημα χειρισμού με συνεχή λειτουργία |
mech.eng. | continuous handling equipment | μηχανήματα συνεχούς διακίνησης |
mech.eng. | control rod cluster handling | χειρισμός ράβδου ρυθμίσεως |
mech.eng. | control rod drive shaft handling fixture | εργαλείο χειρισμού του άξονα κινήσεως ράβδου ρυθμίσεως |
mech.eng. | core fuel handling mechanism | μηχανή μετακινήσεως των στοιχείων του πυρηνικού καυσίμου μέσα στον πυρήνα αντιδραστήρα |
IT | data handling | χειρισμός πληροφοριών |
IT | data handling | χειρισμός δεδομένων |
comp., MS | direct event handling | άμεσος χειρισμός συμβάντων (An event handling strategy that does not involve routing) |
gen. | direct handling | άμεσος χειρισμός |
IT | distributed case handling | κατανεμημένη επεξεργασία περιπτώσεων |
gen. | do not use compressed air for filling,discharging,or handling | ΜΗ χρησιμοποιείτε πεπιεσμένο αέρα για το γέμισμα,το άδειασμα ή το χειρισμό |
gen. | Document handling | Χειρισμός τεκμηρίων |
cultur. | editing desk for handling films | τραπέζι για το τελείωμα της επεξεργασίαςμοντάζκινηματογραφικών ταινιών |
law | EEC-type lifting or mechanical-handling device and/or component | ανυψωτικό μηχάνημα ή μηχάνημα διακίνησης φορτίων και/ή στοιχείο κατασκευής τύπου ΕΟΚ |
transp., avia. | emergency handling | επίγεια εξυπηρέτηση έκτακτης ανάγκης |
IT | error handling | Χειρισμός σφαλμάτων. |
comp., MS | error handling | χειρισμός σφαλμάτων (The process of dealing with errors (or exceptions) as they arise during the running of a program. Some programming languages, such as C++, Ada, and Eiffel, have features that aid in error handling) |
IT | error handling procedure | διαδικασία χειρισμού σφάλματος |
nat.sc., agric. | establishment handling fresh meat | εγκατάσταση επεξεργασίας νωπών κρεάτων |
gen. | European Committee of Manufacturers of Air Handling Equipment | Ευρωπαϊκή Επιτροπή Κατασκευαστών Υλικών Αερισμού |
transp. | European Federation of Handling Industries | Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Διακίνησης Φορτίων |
transp. | European Federation of Lifting, Conveying and Handling Equipment Manufacturers | Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Διακίνησης Φορτίων |
nat.sc. | European Tritium Handling Experimental Laboratory | ευρωπαϊκό πειραματικό εργαστήριο για το χειρισμό τριτίου |
R&D., nucl.phys. | European Tritium-handling Experimental Laboratory | Ευρωπαϊκό Πειραματικό Εργαστήριο Χειρισμού του Τριτίου |
agric. | fibre rope handling gear | συσκευή χειρισμού σχοινιών από ίνες |
agric. | field hay handling | εργασίες στους αγρούς σχετικές με τη χορτονομή |
agric. | field hay handling | χειρισμός χορτονομής στους αγρούς |
agric. | field hay handling | διαχείριση χορτονομής στους αγρούς |
agric. | fish handling equipment | εξοπλισμός διακίνησης αλιεύματος |
agric., mech.eng. | front loaders are often employed for handling manure | οι μετωπικοί φορτωτές εξυπηρετούν κυρίως στην φόρτωση της κοπριάς |
gen. | fuel handling accident | ατύχημα κατά τον χειρισμό του πυρηνικού καυσίμου |
energ.ind. | fuel handling equipment | μηχανισμός χειρισμού στοιχείων πυρηνικού καυσίμου |
transp. | goods awaiting handling | εμπορεύματα υπό αποστολή |
transp. | goods handling service | υπηρεσία φόρτωσης και εκφόρτωσης εμπορευμάτων |
mech.eng. | grain handling system | σύστημα χειρισμού σπόρου |
mech.eng. | grain handling system | σύστημα χειρισμού κόκκου |
transp., avia. | ground handling | Επίγεια εξυπηρέτηση |
transp., avia. | ground handling | επίγεια εξυπηρέτηση |
econ. | ground handling | υπηρεσίες εδάφους |
transp. | ground handling equipment | εξοπλισμός εξυπηρέτησης εδάφους |
transp. | ground handling facilities | υπηρεσίες εδάφους |
transp., avia. | ground handling facility | Διευκολύνσεις επίγειας εξυπηρέτησης |
transp. | ground handling facility | υπηρεσίες εδάφους |
transp., avia. | ground handling instructions | οδηγίες επίγειας εξυπηρέτησης |
transp. | ground handling service | εξυπηρέτηση εδάφους στους αερολιμένες |
transp. | ground handling service | εξυπηρέτηση με επίγεια μέσα υπηρεσίας |
transp. | ground handling service | υπηρεσίες εδάφους |
transp., avia. | ground handling services | υποστηριστικές υπηρεσίες εδάφους |
mech.eng. | handling a machine | χειρισμός μηχανής |
transp., avia. | handling accidents | ατυχήματα επίγειας εξυπηρέτησης |
transp., avia. | handling agent | αντιπρόσωπος επίγειας εξυπηρέτησης |
agric., mech.eng. | handling and harvesting machinery with small power requirements | οι μηχανές χειρισμού και συγκομιδής απαιτούν μικρή κινητήρια δύναμη |
industr., construct., met. | handling breakage | σπάσιμο λόγω μεταφοράς |
fin. | handling bureau | γραφείο διακανονισμού |
transp., mech.eng. | handling cart | αμαξίδιο χειρισμών |
transp., avia. | handling characteristics | χαρακτηριστικά επίγειας εξυπηρέτησης |
fin., transp. | handling charge | έξοδα διακίνησης |
transp. | handling charges | έξοδα χειρισμών φορτίων |
fin. | handling charges | έξοδα εργασιών χειρισμού |
fin. | handling charges | έξοδα εργασιών διαφύλαξης |
agric., met. | handling costs | κόστος μεταφοράς και αποθηκεύσεως |
mech.eng. | handling cradle | κλίνη εργασιών συντήρησης |
transp., polit. | handling difficulty | δυσχέρεια χειρισμού |
gen. | handling duties | εργασίες συντήρησης |
lab.law. | handling gear | μηχάνημα |
gen. | handling life | χρόνος χειρισμού |
gen. | handling life | ζωή χειρισμού |
industr. | handling machinery | μηχανή/συσκευή διακίνησης φορτίων |
transp., avia. | handling, notifying and reporting of accidents | χειρισμός, γνωστοποίηση και αναφορά ατυχημάτων |
commun., IT | handling of claims | αντιμετώπιση παραπόνων |
transp. | handling of consignments | διακίνηση των προς αποστολή φορτίων |
health. | handling of mercury | επεξεργασία του υδραργύρου |
IT | handling of patches | χειρισμός επιδιορθώσεων |
IT, dat.proc. | handling of print queues | διαχείριση της σειράς εκτύπωσης |
IT, dat.proc. | handling of print queues | διαχείριση εκτύπωσης ουράς |
el., industr. | handling of radioactive substances on an industrial scale | χρησιμοποίηση ραδιενεργών ουσιών σε βιομηχανική κλίμακα |
med. | handling of the mentally handicapped | αντιμετώπιση των διανοητικώς μειονεκτούντων ατόμων |
IT | handling of uncertainty | χειρισμός της αβεβαιότητας |
IT | handling of uncertainty | αντιμετώπιση της αβεβαιότητας |
IT | handling operator | χειριστής αποθηκεύσεως |
IT | handling or roaming traffic | διεκπεραίωση κίνησης από περιαγωγή |
transp., avia. | handling personnel | προσωπικό επίγειας εξυπηρέτησης |
transp. | handling pilot | χειριστής υπηρεσίας |
transp. | handling point | σημείο εξυπηρέτησης |
transp. | handling pulley block | παλάγκο εξυπηρέτησης |
industr., construct., met. | handling scratch | γρατσούνισμα λόγω χειρισμών |
transp., avia. | handling services | υποστηριστικές υπηρεσίες εδάφους |
law, fin., tax. | handling stolen goods | αποδοχή προϊόντων εγκλήματος |
gen. | handling stresses | τάσεις αναπτυσσόμενες λόγω χειρισμών |
IT | handling the exception | διαχείριση της εξαίρεσης |
interntl.trade. | handling, up-grading and other processing costs | διαχείριση, βελτίωση της ποιότητας και λοιπές δαπάνες |
nat.sc., agric. | hygienic handling of meat | υγιεινός χειρισμός του κρέατος |
IT | information handling | χειρισμός πληροφοριών |
IT | information handling | χειρισμός δεδομένων |
lab.law. | instruction on handling | οδηγίες χειρισμού |
ed., IT | intelligent enquiry handling | χειρισμός ερωτήσεων με τεχνητή νοημοσύνη |
gen. | Interinstitutional Agreement of 12 March 2014 between the European Parliament and the Council concerning the forwarding to and handling by the European Parliament of classified information held by the Council on matters other than those in the area of the common foreign and security policy | Διοργανική συμφωνία της 12ης Μαρτίου 2014 μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη διαβίβαση προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και τον χειρισμό από αυτό διαβαθμισμένων πληροφοριών του Συμβουλίου σε θέματα πλην εκείνων του τομέα της κοινής εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφάλειας |
transp. | Internal Transport, Storage and Handling | Εσωτερική μεταφορά, αποθήκευση και διακίνηση |
transp. | International Cargo Handling Co-ordination Association | Διεθνής Ενωση για το Συντονισμό της Διακίνησης Φορτίων |
agric. | lifting and mechanical handling appliances | ανυψωτικά μηχανήματα και μηχανήματα διακινήσεως φορτίων |
gen. | load handling equipment | εξοπλισμός για τη διακίνηση φορτίου |
agric. | malt handling | διαχείριση βύνης |
transp. | management and handling in heavy weather | διοίκηση και χειρισμός πλοίου σε δυσμενείς καιρικές συνθήκες |
IT, mech.eng. | manual handling device | χειροκίνητος διαχειριστής |
IT, mech.eng. | manual handling device | μονάδα χειροκίνητης διαχείρισης |
lab.law., chem. | manual handling of loads | χειρωνακτική διακίνηση φορτίων |
lab.law., industr. | manual handling of loads involving a risk of musculoskeletal injury to workers | χειρωνακτική διακίνηση φορτίων που εμπεριέχει μυοσκελετικούς κινδύνους για τους εργαζομένους |
IT, lab.law. | manual handling of loads where there is a risk | χειρωνακτική διακίνηση φορτίων που εμπεριέχει κινδύνους |
transp., mech.eng. | materials handling equipment | εξοπλισμός διακίνησης υλικών |
mech.eng. | mechanical handling | μηχανικός χειρισμός |
mech.eng. | mechanical handling | μηχανική επεξεργασία |
commun. | mechanical handling equipment | μηχανικός εξοπλισμός εκμηχανισμένης διεκπεραίωσης |
commun. | message handling | διαχείριση μυνημάτων |
IT | message handling | ΔΜ |
commun. | message handling environment | περιβάλλον διαχείρισης μηνυμάτων |
commun. | message handling environment | περιβάλλον διαχείρισης μυνημάτων |
commun., IT | message handling server | κύκλωμα διαβίβασης μηνυμάτων |
commun., IT | message handling server | εξυπηρετητής μηνυμάτων |
commun., IT | message handling service | υπηρεσία διαχείρισης μηνυμάτων |
commun., IT | message handling service | υπηρεσία μεταγωγής μηνυμάτων |
IT | message-handling standard | πρότυπο επεξεργασίας μηνυμάτων |
commun., IT | message-handling system | σύστημα για τη μετάδοση μηνυμάτων' σύστημα διαχείρισης μηνυμάτων |
commun., IT | Message Handling System | Σύστημα Διαχείρισης Μηνυμάτων |
IT | message handling system | σύστημα διαχείρισης μηνυμάτων |
agric. | milk handling | χειρισμός του γάλακτος |
agric. | milk handling room | αίθουσα διακίνησης του γάλακτος |
agric. | milk handling room | αίθουσα γαλακτοκομικών χειρισμών |
agric. | navigation simulator,ship handling simulator | προσομοιωτής πηδαλιουχίας πλοίου |
transp. | non-handling pilot | χειριστής μη κυβερνών |
mech.eng. | nuclear remote handling equipment | τηλεχειριζόμενος εξοπλισμός σε πυρηνικό περιβάλλον |
IT, geogr. | order handling service | υπηρεσία παραγγελιών |
mech.eng., el. | overhead handling network | εναέριο δίκτυο |
mech.eng., el. | overhead handling network | δίκτυο εναέριων τροχιών |
commun., IT | packet handling | χειρισμός πακέτων |
commun., IT | packet handling function | λειτουργία μεταγωγής πακέτων |
commun., IT | packet handling function | διεκπεραίωση μεταγωγής πακέτων |
transp. | passenger handling | υπηρεσία επιβατών |
transp., avia. | passenger handling staff | προσωπικό επίγειας εξυπηρέτησης επιβατών |
transp. | port handling | μεταφορά εντός λιμένος |
IT, el. | power handling capability | χωρητικότητα φόρτωσης ισχύος |
IT, el. | power handling capability | ικανότητα χειρισμού ισχύος |
el. | processor handling time | χρόνος επεξεργασίας,επεξεργαστή |
commun. | public message handling service | δημόσια υπηρεσία διαχείρισης μηνυμάτων |
commun., IT | public message handling service | δημόσια επιχείρηση διαχείρισης μηνυμάτων |
transp. | ramp handling | εξυπηρέτηση στο χώρο στάθμευσης |
transp. | ramp handling service | εξυπηρέτηση στο χώρο στάθμευσης |
health. | Regulatory Committee on the Minimum Safety and Health Requirements for Handling Heavy Loads where there is a Risk of Back Injury for Workers | επιτροπή κανονιστικής ρύθμισης σχετικά με το χειρισμό βαρέων φορτίων που συνεπάγεται οσφυϊκούς κινδύνους για του εργαζόμενους |
gen. | remote handling in hazardous and disordered environments | τηλεχειρισμός σε επικίνδυνο και διαταραγμένο περιβάλλον |
lab.law., el., industr. | remote handling in nuclear hazardous and disordered environments | μεταχείριση εξ αποστάσεως σε περιβάλλοντα πυρηνικού κινδύνου και αναστάτωσης |
gen. | remote handling method | μέθοδος τηλεχειρισμού |
nat.sc. | remote handling of in-vessel components | τηλεχειρισμός των συστατικών μερών εντός του λέβητα του αντιδραστήρα |
nat.sc. | remote-handling system | σύστημα τηλεχειρισμού |
R&D., nucl.phys. | Research and Training Programme for the European Atomic Energy Community in the field of Remote Handling in Hazardous or Disordered Nuclear Environments 1989 to 1993 | Ερευνητικό και εκπαιδευτικό πρόγραμμα για την Ευρωπαϊκή Κοινότητα Ατομικής Ενέργειας στον τομέα του τηλεχειρισμού υπό επικίνδυνες ή έκρυθμες πυρηνικές συνθήκες 1989-1993 |
earth.sc. | Research and training programme for the European Atomic Energy Community in the field of remote handling in nuclear hazardous and disordered environments 1989-93 | Πρόγραμμα έρευνας και κατάρτισης για την Ευρωπαϊκή Κοινότητα Ατομικής Ενέργειας στον τομέα του τηλεχειρισμού σε περιβάλλον πυρηνικού κινδύνου και αναστάτωσης1989-1993 |
mech.eng. | rope-way material handling | χειρισμός με εναέριο σύστημα μεταφοράς |
nucl.phys. | safe handling of plutonium fuel | ασφαλής χειρισμός καυσίμων πλουτωνίου |
coal., chem. | safety in handling | ασφάλεια χειρισμού |
gen. | sale, supply and handling | προμήθεια και διάθεση |
IT, dat.proc. | selection handles | τετράγωνο επιλογής |
transp. | self-handling | εξυπηρέτηση δι'ιδίων μέσων |
agric., construct. | self-propelled handling shovel | φτυάριλκυστήρα |
agric., construct. | self-propelled handling shovel | αυτοκινούμενος φορτωτής |
agric., construct. | self-propelled handling shovel | αυτοκινούμενο φορτωτικό φτυάρι |
gen. | semi-autonomous telecommanded handling | ημιαυτόνομος τηλεχειριζόμενος χειρισμός |
environ. | sewage handling pump | αντλία λυμάτων |
environ. | sewage handling pump | αντλία εκκένωσης βόθρων |
comp., MS | shipping and handling | αποστολή και διεκπεραίωση (The process of packing and distributing merchandise for a charge) |
transp. | shuttle or ferry set plying between two handling points in a freight terminal | ομάδα φορτηγών που κινείται εκ περιτροπής μεταξύ δύο σημείων εμπορικού σταθμού |
mech.eng. | solids handling pump | αντλία στερεών υλών |
comp., MS | Spot Corruption Handling | Χειρισμός κατεστραμμένων σημείων (An error-handling function of NTFS that is targeted only to corrupted areas to avoid lengthy checkdisk operations) |
fin. | State Property Handling Company | εταιρεία διαχείρισης της κρατικής περιουσίας |
IT, el. | string handling | διαχείριση αλυσίδων χαρακτήρων |
transp. | technical and operational ground handling | τεχνική και επιχειρησιακή υποστήριξη εδάφους |
tax., transp. | terminal handling charges | έξοδα διακίνησης σε λιμένες |
transp. | terminal handling charges | Τέλη Διακίνησης Φορτίων σε Λιμένες |
commun. | traffic handling | διοχέτευση της κίνησης |
commun. | traffic handling | διαχείριση μυνημάτων |
commun., IT | traffic-handling capacity | διεκπεραιωτική ικανότητα κίνησης |
transp. | training in handling of dangerous goods | εκπαίδευση στη διακίνηση επικινδύνων εμπορευμάτων |
earth.sc. | tritium handling laboratory | εργαστήριο χειρισμού του τριτίου |
transp., mech.eng. | truck for handling luggage | όχημα χειρισμών |
transp., mech.eng. | truck for handling parcels | όχημα χειρισμών |
market., fin. | usual forms of handling | συνήθεις εργασίες |
IT | wafer handling system | σύστημα χειρισμού πλακιδίων |
chem. | Wash … thoroughly after handling. | Πλύνετε … σχολαστικά μετά το χειρισμό. |