Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
English
⇄
Arabic
Bulgarian
Chinese
Czech
Danish
Dutch
English
Esperanto
Finnish
French
German
Greek
Hungarian
Italian
Japanese
Norwegian Bokmål
Polish
Portuguese
Romanian
Russian
Scottish Gaelic
Serbian Latin
Spanish
Swedish
Ukrainian
Uzbek
Terms
for subject
Chemistry
containing
forming
|
all forms
|
exact matches only
English
Greek
air-assist vacuum
forming
σχηματισμός εν κενώ με προδιαμόρφωση με αέρα
air-cushion
forming
κοίλος σχηματισμός με στρώμα αέρος
air-cushion
forming
διαμόρφωση κοιλότητας με στρώμα αέρος
blow
forming
διαμόρφωση με εμφύσηση
electro-
forming
ηλεκτροχύτευση
electro-
forming
γαλβανική διαμόρφωση
film-
forming
agent
φιλμογενής παράγοντας
film-
forming
agent
μεμβρανογενής παράγοντας
forming
gas
αντιοξειδωτικό αέριο σχηματισμού
forming
pad
μαξιλάρι πίεσης από καουτσούκ
forming
pad
ελαστικό μαξιλάρι πίεσης
forming
with helper
διαμόρφωση με προσχηματισμό με έμβολο
free-vacuum
forming
διαμόρφωση εν κενώ χωρίς καλούπι
hole
forming
pin
άξονας-οδηγός αντικειμένου
mandrel
forming
σχηματισμός σωλήνων από πλάκες
matched mold
forming
εκτύπωση
matched mold
forming
διαμόρφωση στην πρέσα
pipe
forming
σχηματισμός σωλήνων από πλάκες
plug-assist
forming
διαμόρφωση με προσχηματισμό με έμβολο
pressure
forming
εκτύπωση
pressure
forming
διαμόρφωση στην πρέσα
ridge
forming
θερμοδιαμόρφωση σε πλαίσιο
set
forming
διαμόρφωση εν ψυχρώ
skeleton
forming
θερμοδιαμόρφωση σε πλαίσιο
slip
forming
διαμόρφωση με βυθιζόμενο έμβολο
straight vacuum
forming
διαμόρφωση εν κενώ
stretch
forming
διαμόρφωση σε θετικό καλούπι
thread-
forming
insert
δακτυλίδι με εσωτερικό σπείρωμα για καλούπωμα εξωτερικών σπειρωμάτων
trapped sheet
forming
σχηματισμός φύλλου σε κλειστό καλούπι
twin-shell
forming
σχηματισμός φύλλων σε καλούπι διπλού κελύφους
vacuum
forming
in free-space
διαμόρφωση εν κενώ χωρίς καλούπι
Get short URL