DictionaryForumContacts

   English
Terms for subject Electronics containing form | all forms | exact matches only
EnglishGreek
activity orientated formτυπικό προσανατολισμένο στη δραστηριότητα
activity oriented formτυπικό προσανατολισμένο στη δραστηριότητα
beam forming networkδίκτυο σχηματισμού δέσμης
cable form armβραχίονας καλωδιοφόρμας
compact formσυμπαγής μορφή
DC form factorσυντελεστής μορφής συνεχούς ρεύματος
d.c.form factorσυντελεστής μορφής συνεχούς ρεύματος
direct current form factorσυντελεστής μορφής συνεχούς ρεύματος
facility for alteration in form or contentεγκατάσταση μεταβολής της μορφής ή της περιεκτικότητας
forms of energyπηγές ενέργειας
forms of energyμορφές πρωτογενούς ενέργειας
phosphor-bronze formingσχηματισμός με τη χρησιμοποίηση φωσφορούχου ορείχαλκου
potting-formκαλούπι
quantized formκβαντοποιημένη μορφή