Subject | English | Greek |
stat., scient. | average extra defectives limit | όριο μέσης υπερελαττωματικότητας |
stat. | average extra defectives limit | μέσο πρόσθετο όριο defectives |
polit. | Committee on protection against the effects of the extra-territorial application of legislation adopted by a third country, and actions based thereon or resulting therefrom anti-boycott | Επιτροπή για την προστασία από τις συνέπειες της εξωεδαφικής εφαρμογής ορισμένων νόμων που θεσπίστηκαν από μια τρίτη χώρα και των μέτρων που βασίζονται σε αυτούς ή που απορρέουν από αυτούς κατά του εμπορικού αποκλεισμού |
gen. | Committee on protection against the effects of the extra-territorial application of legislation adopted by a third country, and actions based thereon or resulting therefrom anti-boycott | Επιτροπή για την προστασία από τις συνέπειες της εξωεδαφικής εφαρμογής ορισμένων νόμων που θεσπίστηκαν από μια τρίτη χώρα, και των μέτρων που βασίζονται σ'αυτούς ή απορρέουν από αυτούς κατά του εμπορικού αποκλεισμού |
econ. | compensation for extra costs arising from isolated location | αντιστάθμιση του επιπρόσθετου κόστους λόγω της μεγάλης απομάκρυνσης από το κέντρο |
law | European Extra-Judicial Network | Ευρωπαϊκό Εξωδικαστικό Δίκτυο |
law | European Extra-Judicial Network | ΕΕΔ |
med. | extra-amniotic | εξωαμνιακός |
anim.husb. | Extra-amniotic use | Εξωαμνιακή χρήση |
gen. | extra amount humanitarian aid | συμπληρωματική πίστωση για ανθρωπιστική βοήθεια |
med. | extra-apical | περικορυφαίος |
med. | extra arm | επιπλέον βραχίονας |
med. | extra-articular | εξωαρθρικός |
med. | extra-articular arthrodesis | γεφυροειδής αρθρόδεση |
earth.sc. | extra-atmospheric | έξω-ατμοσφαιρικός |
life.sc. | extra-atmospheric particle | εξωγήϊνο σωματίδιο |
econ. | extra-atmospheric space | διάστημα |
health. | extra-auditive effects of noise | μη ακουστικά φαινόμενα θορύβου |
health. | extra-aural noise effects | μη ακουστικά φαινόμενα θορύβου |
med. | extra-axial tumor | εξωαξονικός όγκος |
med. | extra-axial tumour | εξωαξονικός όγκος |
commun. | extra binding | χειροποίητο δέσιμο |
commun. | extra binding | βιβλιοδεσία με το χέρι |
commun. | extra bit | επιπλέον μπιτ |
commun. | extra bit | εφεδρικό μπιτ |
commun. | extra bit | επιπλέον δυφίο |
commun. | extra bit | προστιθέμενο δυφίο |
commun. | extra bit | επιπλέον δυαδικό ψηφίο |
el. | extra bit capacity | συμπληρωματική χωρητικότητα σε δυαδικά ψηφία |
el. | extra block | πρόσθετη πλοκάδα |
el. | extra block probability | πιθανότητα επιπρόσθετης πλοκάδας |
el. | extra block probability | πιθανότητα προστιθέμενης πλοκάδας |
comp., MS | extra-bold | πολύ έντονα (Having a font weight that corresponds to a weight class value of 800 according to the OpenType specification) |
fin. | extra-budgetary expenditure | απρόβλεπτες δαπάνες |
fin. | extra-budgetary expenditure | δαπάνες εκτός προϋπολογισμού |
econ. | extra-budgetary expenditure | δαπάνη εκτός προϋπολογισμού |
law, fin. | extra burden on company | επιβάρυνση για τις επιχειρήσεις |
environ., agric. | extra burning period | περίοδος ανεξέλεγκτης πυρκαγιάς |
med. | extra-cellular enzyme | εξτρακυτταρικό ένζυμο |
fin. | extra charges | έκτακτα έξοδα |
fin. | extra charges | πρόσθετα έξοδα |
fin. | extra charges | συμπληρωματικά έξοδα |
transp. | extra coach | συμπληρωματικό όχημα |
transp. | extra coach | συμπληρωματική άμαξα |
transp. | extra coach | ενισχυτικό όχημα |
transp. | extra coach | ενισχυτική άμαξα |
mech.eng. | extra coarse pitch thread | πολύ χονδρό σπείρωμα |
fin., econ. | extra-Community capital movements | κινήσεις κεφαλαίων εκτός Κοινότητας |
fin. | extra-Community capital movements | κινήσεις κεφαλαίων εκτός Kοινότητας |
transp. | extra-Community flight | εξωκοινοτική πτήση |
el. | extra-community shipment | εξωκοινοτική αποστολή |
market. | extra-Community undertaking | εξωκοινοτική επιχείρηση |
IT | extra computer connection | ενεργό στοιχείο |
IT | extra computer connection | ενεργή συνιστώσα |
IT | extra connection | σπατάλη |
insur. | extra-contractual obligation | πρόσθετες συμβατικές υποχρεώσεις |
el. | extra cost involved in supplying oil products | επιπρόσθετο κόστος εφοδιασμού με πετρελαιοειδή |
fin. | extra costs | συμπληρωματικά έξοδα |
fin. | extra costs | πρόσθετα έξοδα |
fin. | extra costs | έκτακτα έξοδα |
ed. | extra course | συμπληρωματικό μάθημα |
ed. | extra-curricular activities | εξωσχολικές δραστηριότητες |
el. | extra cut-off current | επιπλέον ρεύμα κατά τη στιγμή της διακοπής λειτουργίας |
el. | extra-diffraction transmission loss | απώλεια μετάδοσης χωρίς περίθλαση |
fin. | extra dividend | πρόσθετο μέρισμα |
fin. | extra dividend | έκτακτο μέρισμα |
fin. | extra dividend | συμπληρωματικό μέρισμα |
fin. | extra dividend | υπερμέρισμα |
agric. | extra-dry | πολύ ξηρός |
agric. | extra dry sparkling wine | αφρώδης πολύ ξηρός οίνος |
gen. | extra duties allowance | αποζηµίωση αναπλήρωσης |
agric. | extra eggs | αυγά ημέρας |
agric. | extra eggs | αυγά έξτρα |
med. | extra-embryological membrane | εξωεμβρυϊκή μεμβράνη |
med. | extra-embryonic | εξωεμβρυονικός |
med. | extra-embryonic | εξωεμβρυικός |
commun., IT | extra entry | πρόσθετη καταχώρηση |
med. | extra-epithelial | εξωεπιθηλιακός |
med. | extra-epithelial gland | υπoεπιθηλιακός αδένας |
mech.eng. | extra equipment | συμπληρωματικός εξοπλισμός |
econ. | extra-EU trade | συναλλαγές εκτός της Ένωσης |
fin. | extra expenses | πρόσθετα έξοδα |
fin. | extra expenses | συμπληρωματικά έξοδα |
fin. | extra expenses | έκτακτα έξοδα |
med. | extra-fascial | εξωπεριτονιακός |
mech.eng. | extra-fine thread | πολύ λεπτό σπείρωμα |
health. | extra-focal radiation | εξωεστιακή ακτινοβολία |
ed. | extra foreign language | πρόσθετη σύγχρονη γλώσσα |
gen. | extra fresh eggs | εξαιρετικά φρέσκα αυγά |
nat.sc. | extra-galactic radio source | εξωγαλαξιακή ραδιοπηγή |
industr., construct. | extra hard yarn | υπερστριμμένο νήμα |
industr., construct. | extra hard yarn | ιδιαίτερα σκληρό νήμα |
health. | extra heat | διατροφική αύξηση θερμότητας |
industr., construct., met. | extra-heavy sheet | πολύ χονδρός υαλοπίνακας |
transp., industr., construct. | extra high lug tyre | ελαστικό με ιδιαίτερα ψηλές γραμμώσεις |
el. | extra-high-pressure mercury lamp | λαμπτήρας ατμών υδραργύρου υπερυψηλής πίεσης |
el. | extra-high-pressure mercury vapor lamp | λαμπτήρας ατμών υδραργύρου υπερυψηλής πίεσης |
el. | extra-high-pressure mercury vapour lamp | λαμπτήρας ατμών υδραργύρου υπερυψηλής πίεσης |
el. | extra-high-voltage network | δίκτυο υπερυψηλής τάσεως |
econ., lab.law. | extra income | επικουρικό εισόδημα |
med. | extra-insular | εξωνησιδιακός |
econ. | extra interest paid on deposits left longer than originally agreed | έκτακτοι τόκοι για καταθέσεις που καταθέτονται για μεγαλύτερο διάστημα από αυτό που είχε συμφωνηθεί αρχικά |
law | extra-judicial body | εξωδικαστικό όργανο |
commer. | extra-judicial body for the settlement of consumer disputes | εξωδικαστικός φορέας για τη διευθέτηση καταναλωτικών διαφορών |
law | extra-judicial settlement | εξώδικη διευθέτηση |
law | extra-judicial settlement of conflicts | εξώδικη διευθέτηση |
h.rghts.act. | extra-legal, arbitrary and summary executions | εξωδικαστική εκτέλεση |
h.rghts.act. | extra-legal, arbitrary and summary executions | συνοπτική εκτέλεση |
h.rghts.act. | extra-legal, arbitrary and summary executions | εκτέλεση χωρίς δίκη |
comp., MS | extra-light | πολύ λεπτά (Having a font weight that corresponds to a weight class value of 200 according to the OpenType specification) |
agric. | extra-light harrow | πολύ ελαφριά σβάρνα |
commun. | extra load | υπερφόρτωση |
med. | extra-lobar bronchus | στελεχιαίος βρόγχος |
med. | extra-lobar bronchus | κύριος βρόγχος |
patents. | Extra Low Emission Vehicle | όχημα εξαιρετικά χαμηλών εκπομπών |
commun., IT | Extra Low Frequency | ιδιαίτερα χαμηλή συχνότητα |
fin. | extra-low rate | εξαιρετικά μειωμένος συντελεστής |
el. | extra-low-voltage lighting | φωτισμός πολύ χαμηλής τάσης |
demogr. | extra-marital birth | γέννηση εκτός γάμου |
social.sc. | extra-marital connexion | μοιχεία |
social.sc. | extra-marital connexion | εξωγαμιαία σχέση |
social.sc. | extra-marital connexion | σχέση μοιχείας |
met. | extra-mild steel | εξαιρετικά ημιμαλακός χάλυβας |
industr., construct., chem. | extra-milled fibre | Πολυτριμμένη ίνα |
ed. | extra modern language | πρόσθετη σύγχρονη γλώσσα |
lab.law. | extra month's pay | επίδομα διακοπών δώρο |
med. | extra-muros therapy | θεραπεία extra-muros |
med. | extra-nuclear inheritance | κυτταροπλασματική ή κυτοπλασματική κληρονομικότης |
med. | extra-ocular | εξοφθάλμιος |
med. | extra-oral bandage | εξωστοματικός επίδεσμος |
med. | extra-oral injection | εξωστοματική ένεση |
market. | extra-ordinary income | έκτακτο κέρδος |
econ. | extra-parliamentary party | εξωκοινοβουλευτικό κόμμα |
stat., scient. | extra period change over design | σχεδιασμός εναλλαγής προσαυξημένης περιόδου |
stat. | extra period change over design | πρόσθετη αλλαγή περιόδου πέρα από το σχέδιο |
agric. | extra-period fire | παρατεταμένη πυρκαϊά |
gen. | extra personal protection | ειδική ατομική προστασία |
stat. | extra-Poisson variation | παραλλαγή πρόσθετος-Poisson |
pharma., chem. | extra pure | εξαιρετικής καθαρότητας |
pharma., chem. | extra pure | εξαιρετικά καθαρό |
agric., tech. | extra quality | εξαιρετική ποιότητα |
transp. | extra-railway | μή-σιδηροδρομικός |
gen. | extra-regional observer | παρατηρητής εκτός περιοχής |
agric. | extra rod | υπεράριθμος κλάδος |
agric. | extra rod | συμπληρωματικός βλαστός |
agric. | extra rod | συμπληρωματικό κλαδί |
gen. | extra-royalty | πρόσθετη εισφορά |
commun., transp. | extra-section | συμπληρωματική τροχοδρόμηση |
transp. | extra section | έκτακτη αμαξοστοιχία προδρομολογημένη της κανονικής |
transp. | extra section | έκτακτη αμαξοστοιχία μεταδρομολογημένη της κανονικής |
commun., transp. | extra section | συμπληρωματική τροχοδρόμηση |
industr., construct. | extra short staple | πολύ κοντή ίνα |
food.ind. | extra strong beer | μπίρα πολυτελείας |
food.ind. | extra strong beer | ζύθος πολυτελείας |
commun., IT | extra-terrestrial body | εξωγήινο σώμα |
commun., IT | extra-terrestrial life | εξωγήινη ζωή |
commun. | extra-terrestrial noise | εξωγήινος θόρυβος |
commun. | extra-terrestrial noise | κοσμικός θόρυβος |
commun. | extra-terrestrial noise | γαλακτικός θόρυβος |
life.sc. | extra-terrestrial particle | εξωγήϊνο σωματίδιο |
life.sc. | extra-terrestrial radiation | εξωγήινη ακτινοβολία |
law | extra-territorial application of legislation | εξωεδαφική εφαρμογή ορισμένων νόμων |
law | extra-territorial competence | εξωεδαφική αρμοδιότητα |
law, market. | extra-territorial dividend | μέρισμα από την αλλοδαπή |
account. | extra-territorial enclaves | θύλακες έξω από τη γεωγραφική επικράτεια |
gen. | extra-territorial enclaves | εδαφικοί θύλακες μέσα στη γεωγραφική επικράτεια |
market. | extra-territorial loss | ζημία εκτός της επικράτειας |
econ. | extra-territoriality | ετεροδικία |
law, commer. | extra-territoriality | εξωεδαφικότητα |
industr., construct., met. | extra-thick sheet glass | πολύ χονδρός υαλοπίνακας |
commun., IT | extra thin paper | πολύ λεπτό φωτογραφικό χαρτί |
industr., construct., met. | extra thin sheet glass | πολύ λεπτός υαλοπίνακας |
gov. | extra time worked | υπερωριακή απασχόληση |
IT | extra time worked | συπληρωματική παροχή |
gen. | extra time worked | συμπληρωματική παροχή |
transp. | extra train | πρόσθετη αμαξοστοιχία |
transp. | extra train | έκτακτη αμαξοστοιχία προδρομολογημένη της κανονικής |
transp. | extra train | έκτακτη αμαξοστοιχία μεταδρομολογημένη της κανονικής |
transp. | extra train | διπλή συμπληρωματική αμαξοστοιχία |
transp. | extra train | διπλή ενισχυτική αμαξοστοιχία |
transp. | extra train | έκτακτη αμαξοστοιχία |
nat.sc., transp., industr. | extra-urban cycle | εξωαστικός κύκλος οδήγησης |
nat.sc., transp., industr. | extra-urban cycle | υπεραστικός κύκλος |
transp. | extra-urban cycle characterised by a synthesised driving pattern | υπεραστικός κύκλος που χαρακτηρίζεται από σύνθετη μορφή οδήγησης |
nat.sc., transp., industr. | Extra Urban Driving Cycle | υπεραστικός κύκλος |
transp. | extra-urban driving cycle | κύκλος οδήγησης εκτός πόλεως |
nat.sc., transp., industr. | Extra Urban Driving Cycle | εξωαστικός κύκλος οδήγησης |
med. | extra-uterine | εξωμήτριος |
food.ind. | extra virgin olive oil | εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο |
construct. | extra water | συμπληρωματικόν ύδωρ |
industr., construct. | extra white cotton | υπέρλευκο βαμβάκι |
industr., construct. | extra white cotton | πολύ λευκό βαμβάκι |
agric., food.ind. | extra white sugar | υπέρλευκη ζάχαρη |
agric., sugar. | extra white sugar | ραφιναρισμένη λευκή ζάχαρη |
agric., food.ind. | extra white sugar | ραφιναρισμένη ζάχαρη |
IT, dat.proc. | extra wide | πρόσθετο εύρος |
mater.sc., construct. | extra width at a curve | διαπλάτυνση εν καμπύλη |
comp., MS | Extras Library | Βιβλιοθήκη των Έξτρα (A renaming of the Vista Program Library experience that showcases and allows quick access to installed Media Center Extras) |
gen. | intra-and extra-computer connections | εσωτερικές και εξωτερικές συνδέσεις υπολογιστών |
account. | intra-EU/extra-EU trade | εμπόριο στο εσωτερικό/εξωτερικό της ΕΕ |
life.sc., transp. | low water extra charge | πρόσθετο τέλος χαμηλής στάθμης νερού |
comp., MS | Media Center Extras | Έξτρα του Media Center (A collection of third-party extensibility applications for Windows Media Center) |
insur. | occupational extra | επασφάλιστρο επαγγέλματος |
agric. | pork of extra quality | ποιότητα χοιρινών σφαγίων ΕΑ Αεξαιρετική |
law | principle of extra-territoriality | αρχή της εδαφικότητας |
law, h.rghts.act., social.sc. | Principles on the effective prevention and investigation of extra-legal, arbitrary and summary executions | Αρχές για την αποτελεσματική πρόληψη και διερεύνηση των παράνομων, αυθαίρετων και συνοπτικών εκτελέσεων |
ed. | school and extra-mural activities | σχολικές ή σχετικές με το σχολείο δραστηριότητες |
nat.sc. | search for extra-terrestrial intelligence | αναζήτηση εξωγήινης νοημοσύνης |
life.sc. | secret extra-EUR 12 countries | μη αποκαλυπτόμενες μη κοινοτικές χώρες,εκτός EUR 12 |
cultur. | socket for connecting extra flashlamps | ρευματολήπτης για τη διακλάδωση των συμπληρωματικών πυρσών |
comp., MS | Windows Ultimate Extras | Έξτρα των Windows Ultimate (Programs, services, and tips and tricks for using Windows Vista Ultimate Edition. Users can select the programs and services that they want from a menu) |