DictionaryForumContacts

   English
Terms for subject Mechanic engineering containing dry | all forms | exact matches only
EnglishGreek
dry ball-millσφαιρόμυλος λειτουργίας "εν ξηρώ"
dry clutchξηρός συμπλέκτης
dry drillαερόσφυρα
dry drillαεροκίνητος σφύρα
dry filterφίλτρο ξηρού τύπου
dry filterξηρό φίλτρο
dry linerξηρό χιτώνιο
dry operationξηρά λειτουργία
dry plate clutchσυμπλέκτης ξηρού δίσκου
dry shaverηλεκτρική ξυριστική μηχανή
dry spliceξερό μάτισμα
dry type sleeveξηρό χιτώνιο
dry unloading cellκυψέλη εκφορτώσεως ξηρού περιβάλλοντος
drying ovenκλίβανος' ξηραντήρας
drying plantξηραντήριο
manifold drying apparatusθάλαμος "σκαντζόχοιρος"
tray drying chamberθάλαμος κενού με ράφια