DictionaryForumContacts

   English
Terms containing day working | all forms | in specified order only
SubjectEnglishGreek
econ., lab.law.available working daysδιαθέσιμες ημέρες εργασίας
econ., lab.law.available working daysδιαθέσιμες εργάσιμες ημέρες
econ.continuous working dayσυνεχές ωράριο
lab.law.day workingημέρα εργασίας
lab.law.day workingέργο ημέρας
fin.ECB working dayεργάσιμη ημέρα ΕΚΤ
econ., lab.law.estimated working days availableδιαθέσιμες ημέρες εργασίας
stat.index of production for working dayδείκτης παραγωγής ανά εργάσιμη ημέρα
law, lab.law.non-working dayημέρα ανεργίας
lab.law.per working dayανά εργάσιμη ημέρα
lab.law.split working dayδιακεκομμένο ωράριο
commun.traffic per average working dayμέση τιμή της κίνησης ανά εργάσιμη ημέρα
commun.traffic per average working dayκίνηση της μέσης εργάσιμης ημέρας
gov.working dayεργάσιμη ημέρα
gen.working dayεργάσιμη μέρα
fin.working day zeroεργάσιμη ημέρα 0