DictionaryForumContacts

   English
Terms for subject Agriculture containing close | all forms | exact matches only
EnglishGreek
claw with automatic closing deviceαρπάγη με αυτόματο κλείσιμο
close-croppedκουρεμένοόπως το γκαζόν
close espacement tree plantationδενδροκομείο πυκνής φύτευσης
close filtrationαποστειρωτική διήθηση
close filtrationαποστειρωτική διαύγαση
close fire-seasonΠερίοδος απαγόρευσης ανάμματος φωτιάς
close-growing cropsπυκνές γραμμές
close pilingσύμπυκνος στοίβαξις
close set hedgeπυκνός φυτικός φράκτης
close spacingπυκνή σπορά
close sprayingτοπικός ψεκασμός
close sprayingκατευθυνόμενος ψεκασμός
close stackingσύμπυκνος στοίβαξις
close textureπυκνή υφή
close textureμη πορώδης υφή
close wing shovelυνί με κλειστά φτερά
closing deviceσύστημα πωματισμού
closing deviceτρόπος σφράγισης " διάταξη πωματισμού
closing deviceδιάταξη κλεισίματος
closing unitΚεκλιμένος τροχός κλεισίματος οπής
cow close to calvingεπίτοκη αγελάδα
self-closing deviceδιάταξη αυτόματου κλεισίματος