Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
English
⇄
Afrikaans
Arabic
Bulgarian
Chinese
Czech
Danish
Dutch
Esperanto
Finnish
French
German
Greek
Hungarian
Irish
Italian
Japanese
Norwegian Bokmål
Polish
Portuguese
Romanian
Russian
Scottish Gaelic
Serbian Latin
Slovene
Spanish
Swedish
Ukrainian
Uzbek
Terms
for subject
Finances
containing
carrying
|
all forms
|
exact matches only
English
Greek
automatic
carry
-over
αυτόματη μεταφορά
automatic
carry
-over
μεταφορά αυτοδικαίως
bond
carrying
a warrant
ομολογία με δικαιώματα
warrant
bond
carrying
a warrant
ομολογία με δικαίωμα επιλογής
bond
carrying
a warrant
πιστοποιητικό εκδιδόμενο συγχρόνως με τα χρεόγραφα,το οποίο αναγνωρίζει στον κομιστή χρεογράφου το προνόμιο να αγοράσει χρεόγραφα υπό ορισμένους όρους
capital
carrying
voting rights
κεφάλαιο που παρέχει δικαίωμα ψήφου
carry
-forward of profits
μεταφορά κερδών
to
carry
out a targeted inquiry
διεξάγω έρευνα προς συγκεκριμένη κατεύθυνση
to
carry
out checks
προβαίνω σε ελέγχους
carry
-over
σύμβαση μεταφοράς
carry
-over
μεταφορά πιστώσεων στο επόμενο έτος
carry
-over
μεταφορά πιστώσεων
carry
-over
σύμβαση μεταφοράς; πράξεις παράτασης
carry
-over
πράξεις παράτασης
carry
-over aid
ενίσχυση στη μεταφορά
carry
-over aid
ενίσχυση μεταφοράς
carry
over appropriations automatically
οι πιστώσεις αποτελούν αντικείμενο αυτόματης μεταφοράς
carry
over automatically
μεταφορά αυτοδικαίως
carry
-over payment
εξισωτική αποζημίωση
carry
-overs can be repeated
επιτρέπεται η επανάληψη μεταφορών
carry
rate
συντελεστής μεταφοράς
carrying
appropriations forward
μεταφορά πιστώσεων στο επόμενο έτος
carrying
appropriations forward
μεταφορά πιστώσεων
carrying
charge
κόστος παρακράτησης κεφαλαίων
carrying
charge
κόστος απραξίας
carrying
-charge market
αγορά δικαιωμάτων με δυνατότητα αναβολής
carrying
cost
κόστος παρακράτησης κεφαλαίων
carrying
cost
κόστος απραξίας
carrying
dividend
μερισμός σε μεταφορά
carrying
dividend
επιμερισμός μερισμάτων
carrying
dividend
δικαιούχος μερίσματος
carrying
out of customs formalities
διεκπεραίωση των τελωνειακών διατυπώσεων
carrying
over
προθεσμιακή συναλλαγή με δικαίωμα μεταφοράς της ημερομηνίας εκκαθάρισης
carrying
-over rate
δικαίωμα μεταφοράς
carrying
-over rate
"ρεπόρ"
cash and
carry
διαιτησία τιμών μετρητοίς με προθεσμιακή
cash and
carry
arbitrage
φέρουσα εξισορροπητική κερδοσκοπία
cash and
carry
arbitrage
διαιτησία τιμών μετρητοίς με προθεσμιακή
company not
carrying
on any actual business
εταιρία χωρίς πραγματική δραστηριότητα
cost of
carry
κόστος εκχώρησης
cost of
carry
κόστος απραξίας
cost of
carry
κόστος παρακράτησης κεφαλαίων
cost of
carry
option
φέρον κόστος
full
carrying
charge market
αγορά πλήρους κάλυψης
in
carrying
out financial operations
κατά την εκτέλεση των δημοσιονομικών πράξεων
non-automatic
carry
-over
μη αυτόματες μεταφορές πιστώσεων
request to
carry
over
αίτηση μεταφοράς πιστώσεων
security which
carries
a preemptive right
τίτλος που συνοδεύεται από το δικαίωμα αναλήψεως μετοχής
share
carrying
extended voting rights
προνομιούχος μετοχή
share
carrying
multiple voting rights
προνομιούχος μετοχή
storage and
carry
-over arrangements
μέτρα αποθήκευσης και λογιστικής μεταφοράς
the amounts improperly devoted to
carrying
out the programme
τα ποσά που κακώς διετέθησαν για την πραγματοποίηση του προγράμματος
Get short URL