DictionaryForumContacts

   English
Terms for subject Transport containing carrying | all forms | exact matches only
EnglishGreek
actual carrying capacityπραγματικό ωφέλιμο φορτίο
aircraft which does not carry solely cargoαεροσκάφος μεικτών μεταφορών
approval to carry dangerous goodsέγκριση μεταφοράς επικινδύνων εμπορευμάτων
automatically tensioned carrying cableφέρον καλώδιο αυτορρυθμιζόμενης τάσης
auxiliary carrying cableβοηθητικό φέρον καλώδιο
barge-carrying shipπλοίο για φορτηγίδες
barge-carrying shipπλοίο μεταφοράς φορτηγίδων
barge-carrying shipπλοίο φορτηγίδων
barge-carrying shipπλοίο "καγκουρό"
barge-carrying shipφορτηγιδοφόρο πλοίο
barge-carrying shipπλοίο για φορτηγίδες τύπου LASH
barge-carrying vesselπλοίο για φορτηγίδες
barge-carrying vesselπλοίο μεταφοράς φορτηγίδων
barge-carrying vesselφορτηγιδοφόρο πλοίο
barge carrying vesselπλοίο μεταφοράς φορτηγίδων
barge-carrying vesselπλοίο για φορτηγίδες τύπου LASH
barge-carrying vesselπλοίο φορτηγίδων
barge-carrying vesselπλοίο "καγκουρό"
block carrying bogieόχημα μεταφοράς ογκολίθων
block-carrying truckόχημα μεταφοράς ογκολίθων
branch line carrying feederτροφοδοτική σιδηροδρομική γραμμή
branch line carrying feederσιδηροδρομική γραμμή περισυλλογής
cableway installation designed to carry passengersεγκατάσταση με συρματόσχοινα για τη μεταφορά προσώπων
cableway installation designed to carry passengersεγκατάσταση με συρματόσχοινα για τη μεταφορά κοινού
cableway installation designed to carry personsεγκατάσταση με συρματόσχοινα για τη μεταφορά προσώπων
cableway installation designed to carry personsεγκατάσταση με συρματόσχοινα για τη μεταφορά κοινού
car-carrying day serviceημερήσια υπηρεσία μεταφοράς αυτοκινήτων
car-carrying day serviceημερήσια αμαξοστοιχία μεταφοράς αυτοκινήτων
cargo carrying bargeφορτηγό πλοίο
cargo carrying bargeταχυδρομικό πλοίο
cargo carrying boatφορτηγό πλοίο
cargo carrying boatταχυδρομικό πλοίο
carry by air for remunerationαεροπορική μεταφορά έναντι αμοιβής
carry cotφορητή κούνια πορτ-μπεμπέ
carry cot restraintσύστημα συγκράτησης φορητής κούνιας πορτ-μπεμπέ
to carry easy sailπροχωρώ αργά
to carry easy sailπλέω ήρεμα
to carry offαπομακρύνω
to carry offαδειάζω
to carry out minor adjustmentsεκτελώ μικρορρυθμίσεις
to carry out minor adjustmentsπραγματοποιώ ελάσσονες ρυθμίσεις
to carry out minor adjustmentsεκτελώ μικρές ρυθμίσεις
carrying axleφέρων άξονας
carrying-axle pinπείρος φέροντα άξονα
carrying bogieφέρον φορείο
carrying capacityοριακό φορτίο
carrying capacityόριο φόρτωσης
carrying capacityμεταφορική ικανότητα
carrying capacityμέγιστο επιτρεπόμενο φορτίο
carrying capacity of a lineχωρητικότητα γραμμής
carrying capacity of a trainμεταφορική ικανότητα μιας αμαξοστοιχίας
carrying capacity of a vehicleμέγιστο φορτίο ενός οχήματος
carrying cushionανυψωτικό στρώμα μεταφοράς
carrying traction ropeφέρον και έλκον καλώδιο
carrying wheelsφέροντες τροχοί
carrying wheelsτροχοί κύλισης
Code for Construction and Equipment of Ships Carrying Dangerous Chemicals in BulkΚώδικας για την κατασκευή και τον τεχνικό εξοπλισμό πλοίων που μεταφέρουν χύδην επικίνδυνες χημικές ουσίες
contact line not provided with a carrying cableγραμμή επαφής χωρίς φέρον καλώδιο
double-deck car-carrying wagonδιώροφο φορτηγό μεταφοράς αυτοκινήτων
double-deck car-carrying wagonδιδάπεδο φορτηγό μεταφοράς αυτοκινήτων
equally divided traffic carryingισομερής κατανομή των συγκοινωνιών
external load carryingμεταφορά φορτίου με σαμπάνι
external load carryingμεταφορά φορτίου με αρτάνη
full use of the carrying capacity of a trainχρησιμοποίηση του φορτίου της αμαξοστοιχίας
full use of the carrying capacity of a trainχρησιμοποίηση του προσφερόμενου φορτίου της αμαξοστοιχίας
International Code for construction and equipment of ships carrying dangerous chemicals in bulkδιεθνής κώδικας του IMO σχετικός με τη ναυπήγηση και τον εξοπλισμό των πλοίων που μεταφέρουν χύδην επικίνδυνες ουσίες
International Code for construction and equipment of ships carrying dangerous chemicals in bulkκώδικας IBC
International Code for construction and equipment of ships carrying dangerous chemicals in bulkΔιεθνής κώδικας σχετικός με τη ναυπήγηση και τον εξοπλισμό των πλοίων που μεταφέρουν χύδην επικίνδυνες ουσίες
International Code for the Construction and Equipment of Ships Carrying Dangerous Chemicals in BulkΔιεθνής Κώδικας για την κατασκευή και τον εξοπλισμό των πλοίων που μεταφέρουν επικίνδυνα χημικά χύμα
International Code for the construction and equipment of ships carrying liquefied gases in bulkδιεθνής κώδικας του IMO σχετικός με με τη ναυπήγηση και τον εξοπλισμό των πλοίων που μεταφέρουν χύδην υγροποιημένα αέρια
International Code for the Construction and Equipment of Ships Carrying Liquefied Gases in BulkΔιεθνής Κώδικας για την κατασκευή και τον εξοπλισμό πλοίων που μεταφέρουν υγροποιημένα αέρια χύμα
International Code for the construction and equipment of ships carrying liquefied gases in bulkΔιεθνής κώδικας σχετικός με με τη ναυπήγηση και τον εξοπλισμό των πλοίων που μεταφέρουν χύδην υγροποιημένα αέρια
International Code for the construction and equipment of ships carrying liquefied gases in bulkκώδικας IGC
limit of carrying capacity of a vehicleόριο χωρητικότητας οχήματος
limit of carrying capacity of a vehicleόριο μεταφορικής ικανότητας οχήματος
line carrying dense trafficαρτηρία μεγάλης κυκλοφορίας
line carrying dense trafficγραμμή με μεγάλη κίνηση
line carrying dense trafficαρτηρία βαρειάς κυκλοφορίας
line carrying heavy trafficγραμμή με μεγάλη κίνηση
line carrying heavy trafficαρτηρία μεγάλης κυκλοφορίας
line carrying heavy trafficαρτηρία βαρειάς κυκλοφορίας
line carrying light trafficγραμμή με μικρή κίνηση
load carryingμετάδοση φόρτισης
load carrying capacityχωρητικότητα
load carrying capacityικανότητα φορτίου
load-carrying doorπόρτα φέρουσα φορτία
load-carrying doorπόρτα φέρουσα
load-carrying doorπόρτα καταπονούμενη
load carrying membersφέροντα στοιχεία
load carrying membersκαταπονούμενα δομικά μέλη
load carrying membersδομικά στοιχεία
main artery line carrying heavy or dense trafficαρτηρία μεγάλη
main artery line carrying heavy or dense trafficαρτηρία κυρία
main artery line carrying heavy or dense trafficαρτηρία κεντρική
main carrying cableκύριο φέρον καλώδιο
medium-range antisubmarine torp-carrying helicopterανθυποβρυχιακό ελικόπτερο μέσης ακτίνας δράσης
modern tractors can carry mounted implementsμε τους σύγχρονους ελκυστήρες τα εργαλεία μπορεί να είναι ημιφερόμενα η φερόμενα
non load-carrying doorπόρτα μη φέρουσα φορτία
non load-carrying doorπόρτα μη φέρουσα
non-load carryingμη φέρον
non-load carryingμη καταπονούμενο
normal carrying capacity of a vehicleκανονικό ωφέλιμο φορτίο ενός οχήματος
normal carrying capacity of a vehicleωφέλιμη φορτοϊκανότητα
normal carrying capacity of a vehicleικανότητα φορτίου
permanent approval to carry dangerous goodsμόνιμη έγκριση για μεταφορά επικινδύνων εμπορευμάτων
rail-carrying wagonφορτηγό όχημα μεταφοράς σιδηροτροχιών
regulation carrying capacityεπιτρεπόμενο ωφέλιμο φορτίο
set of carrying wheelsαμαξοστοιχία με φέροντες τροχούς
timber carrying truckβαγόνι για τη μεταφορά κορμών ξυλείας
tonnage of carrying capacityχωρητικότητα
traffic carrying capacityμεταφορική ικανότητα
train carrying foodstuffsαμαξοστοιχία μεταφοράς τροφίμων
train carrying military equipmentαμαξοστοιχία μεταφοράς στρατιωτικού υλικού
undertaking carrying out transportεπιχείρηση που εκτελεί μεταφορές
useful carrying capacityωφέλιμη μεταφορική ικανότητα
vessel carrying dangerous or polluting goodsπλοίο που μεταφέρει εμπορεύματα επικίνδυνα ή ρυπογόνα
wagon-carrying trailerελκόμενο όχημα μεταφοράς φορτηγών
wagon-carrying trailer railσιδηροτροχιά ρυμούλκισης φορτηγών
wagon-carrying trailer railσιδηροτροχιά ρυμούλκησης βαγονιών
wing carry-through structureδιάταξη εγκάρσια της ατράκτου