Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
English
⇄
Greek
Terms
containing
best in
|
all forms
|
in specified order only
Subject
English
Greek
law
at most, the three best performing Member States in terms of price stability
τα τρία το πολύ κράτη μέλη με τις καλύτερες επιδόσεις από άποψη σταθερότητας τιμών
gen.
best practice in the field
βέλτιστη επιτόπια πρακτική
fin.
best practice in the financial industry
καλύτερη πρακτική του χρηματοπιστωτικού τομέα
econ.
Code of Best Practice in the Supply Chain
Κώδικας για την ορθή πρακτική στην αλυσία εφοδιασμού
econ., fin.
Code of best practice on the compilation and reporting of data in the context of the Excessive Deficit Procedure
Κώδικας ορθών πρακτικών για την κατάρτιση και την υποβολή στοιχείων στο πλαίσιο της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος
econ., market.
consultation in good faith
καλόπιστη διαβούλευση
law
disclosure in good faith
καλή τη πίστη γνωστοποίηση
gen.
duty to act in good faith
καθήκον πίστεως
immigr.
EU plan on best practices, standards and procedures for combating and preventing trafficking in human beings
Σχέδιο της ΕΕ για βέλτιστες πρακτικές, πρότυπα και διαδικασίες για την καταπολέμηση και την πρόληψη της εμπορίας ανθρώπων
health.
good commonly sold in a pharmacy
παραφαρμακευτικό προϊόν
tax.
good governance in tax matters
χρηστή διακυβέρνηση στον φορολογικό τομέα
market., fin.
good in
transit
εμπόρευμα υπό διαμετακόμιση
law
good practice in mutual legal assistance in criminal matters
ορθή πρακτική κατά την αμοιβαία δικαστική συνδρομή επί ποινικών υποθέσεων
law
in good and due form
δεόντως
law
in good faith
καλόπιστα
(bona fide)
health.
life expectancy in good health
προσδόκιμο υγείας
gen.
Process on stability and good-neighbourliness in south-east Europe
Διαδικασία για τη σταθερότητα και την καλή γειτονία στη Νοτιοανατολική Ευρώπη ; Διαδικασία του Royaumont
law
protection against third parties not acting in good faith
προστασία κατά των κακοπίστων τρίτων
Get short URL