Subject | English | Greek |
met., el. | a specified period comprising a time during which an arc runs continuously plus an off time | διάρκεια τυπικού κύκλου συγκολλήσεως |
met. | air-arc cutting | κοπή με πεπιεσμένο αέρα και ηλεκτρικό τόξο |
met. | air carbon arc cutting | κοπή με πεπιεσμένο αέρα και τόξο με ηλεκτρόδιο άνθρακα |
met. | air carbon-arc gouging | σκάψιμο με ηλεκτρικό τόξο χρησιμοποιώντας πεπιεσμένο αέρα και ηλεκτρόδιο άνθρακα |
life.sc. | Alpine Arc | χώρα της αλπικής αλυσίδας |
life.sc. | Alpine Arc | χώρα τoυ αλπικoύ τόξoυ |
met. | apparatus to measure or record the time of arcing of a welding arc | συσκευή μετρήσεως χρόνου εναύσεως τόξου |
met., el. | arc adjuster | ρεοστάτης ρύθμισης |
met., el. | arc adjuster | αντίσταση ηλεκτρικού ρεύματος συγκόλλησης |
mech.eng., construct. | arc arrestor | αποσβεστήρας βολταϊκού τόξου |
el. | arc-back | προσωρινή απώλεια ανάστροφης αποκοπής ιοντικής βαλβίδας |
el. | arc-back | επιστροφή τόξου |
el. | arc back | οπισθοσπινθήρας |
el. | arc blow | φύσημα του τόξου |
met. | arc braze welding | συγκόλληση με τόξο |
med. | arc burn | οφθαλμία από έντονο φωτισμό |
el. | arc chute | οχετός τόξου |
el. | arc-control device | θάλαμος ελέγχου τόξου |
el. | arc current | ένταση τόξου |
el. | arc current of a protector | ρεύμα εκκένωσης τόξου αλεξικεραύνου |
el. | arc current through a gas-discharge protector | ρεύμα τόξου μέσω προστατευτήρα εκκένωσης αερίου |
lab.law. | arc cutter | κόπτης με ηλεκτρικό τόξο |
met. | arc cutting | κοπή με ηλεκτρικό τόξο |
el. | arc discharge | εκφόρτιση εκκενώσεως |
el. | arc discharge | ηλεκτρική εκκένωση |
earth.sc. | arc discharge | εκκένωση τόξου |
el. | arc extinction | απόσβεση τόξου |
med. | arc-eye | οφθαλμία από έντονο φωτισμό |
el. | arc eye | επίδραση τόξου στα μάτια |
med. | arc eye | οφθαλμία από έντονο φωτισμό |
met., el. | arc flame | ηλεκτρικό τόξο |
med. | arc flash | οφθαλμία από έντονο φωτισμό |
el. | arc furnace | ηλεκτρική κάμινος τόξου |
el. | arc furnace | κάμινος βολταϊκού τόξου |
el. | arc furnace | κλίβανος με βολταϊκό τόξο |
el. | arc furnace bus bars | ζυγοί ηλεκτρικής τροφοδοσίας καμίνου τόξου |
el. | arc furnace delta connection | συνδεσμολογία τριγώνου ηλεκτρικής καμίνου τόξου |
el. | arc furnace earthing device | διάταξη γείωσης ηλεκτρικής καμίνου τόξου |
el. | arc furnace electrode arm | βραχίονας ηλεκτροδίου ηλεκτρικής καμίνου τόξου |
el. | arc furnace electrode clamp | σφιγκτήρας ηλεκτροδίου ηλεκτρικής καμίνου τόξου |
el. | arc furnace electrode mast | ιστός στήριξης ηλεκτροδίων ηλεκτρικής καμίνου |
el. | arc furnace electrode mast brake | διάταξη πέδησης ηλεκτροδίων ηλεκτρικής καμίνου τόξου |
el. | arc furnace electrode mast snubber | διάταξη πέδησης ηλεκτροδίων ηλεκτρικής καμίνου τόξου |
el. | arc furnace electrode PCD | διάμετρος του κύκλου των ηλεκτροδίων σε τριφασική |
el. | arc furnace electrode pitch circle diameter | διάμετρος του κύκλου των ηλεκτροδίων σε τριφασική |
el. | arc furnace fixed roof | σταθερή οροφή ηλεκτρικής καμίνου τόξου |
el. | arc furnace flexible cables | εύκαμπτα καλώδια ηλεκτρικής καμίνου τόξου |
el. | arc furnace fume elbow | στόμιο αναρρόφησης των καπνών καμίνου τόξου |
el. | arc furnace fume hood | συλλέκτης καπνών ηλεκτρικής καμίνου τόξου |
el. | arc furnace grounding device | διάταξη γείωσης ηλεκτρικής καμίνου τόξου |
el. | arc furnace lining | πυρίμαχη επένδυση καμίνου |
el. | arc furnace low-reactance connection | συνδεσμολογία χαμηλής αντίστασης ηλεκτρικής καμίνου τόξου |
el. | arc furnace platform | κινητή βάση ηλεκτρικής καμίνου τόξου |
el. | arc furnace platform | εξέδρα καμίνου |
el. | arc furnace ram | έμβολο ηλεκτρικής καμίνου |
el. | arc furnace reactor | επαγωγικό πηνίο ηλεκτρικής καμίνου τόξου |
el. | arc furnace roof lift and swing aside | στρεφόμενη οροφή ηλεκτρικής καμίνου τόξου |
el. | arc furnace roof refractories | πυρίμαχα του θόλου ηλεκτρικής καμίνου τόξου |
el. | arc furnace roof ring | στεφάνη οροφής ηλεκτρικής καμίνου τόξου |
el. | arc furnace shell | κέλυφος ηλεκτρικής καμίνου τόξου |
el. | arc furnace side door | πλευρική πόρτα ηλεκτρικής καμίνου τόξου |
met., el. | arc furnace slagging door | πόρτα αποσκωρίωσης ηλεκτρικής καμίνου τόξου |
met., el. | arc furnace spout | στόμιο χύνωσης ηλεκτρικής καμίνου τόξου |
met., el. | arc furnace stirrer | ηλεκτρομαγνητικός αναδευτήρας καμίνου τόξου |
el. | arc furnace swivel gantry | περιστρεπτή γερανογέφυρα καμίνου τόξου |
el. | arc furnace tilt rockers | τόξα ανατροπής ηλεκτρικής καμίνου τόξου |
el. | arc furnace tilt roller track | τροχιά στήριξης ηλεκτρικής καμίνου τόξου |
met., el. | arc furnace tilting system | σύστημα ανατροπής καμίνου τόξου |
el. | arc furnace transformer | μετασχηματιστής ηλεκτρικής καμίνου τόξου |
mech.eng., el. | arc-generator | γεννήτρια τόξου |
met. | arc gouging | σκάψιμο με ηλεκτρικό τόξο |
el. | arc heating | θέρμανση με ηλεκτρικό τόξο |
industr., construct., mech.eng. | arc height | ύψος τόξου |
mech.eng., el. | arc jet | ηλεκτροθερμικός προωθητήρας τόξου |
mech.eng., el. | arc jet | αεροπροωθητήρας τόξου |
el. | arc lamp | λυχνία βολταϊκού τόξου |
el. | arc lamp | λυχνία τόξου |
el. | arc-lamp | λυχνία τόξου |
el. | arc-lamp | λυχνία βολταϊκού τόξου |
el. | arc-lamp | λαμπτήρας τόξου |
el. | arc-lamp | τοξοειδής λυχνία |
el. | arc lamp | τοξοειδής λυχνία |
el. | arc lamp | λαμπτήρας τόξου |
med. | arc-lamp treatment | ακτινοβόληση του σώματος με τοξοειδή λυχνία |
med. | arc-lamp treatment | θεραπεία του Finsen |
transp., tech., law | arc length | μήκος τόξου |
met., el. | arc length | μήκος βολταïκού τόξου |
el. | arc light | λυχνία βολταϊκού τόξου |
el. | arc light | λαμπτήρας τόξου |
el. | arc light | λυχνία τόξου |
el. | arc light | τοξοειδής λυχνία |
nat.sc. | arc minute | πρώτο λεπτό της μοίρας |
nat.sc. | arc minute | λεπτό της μοίρας |
IT | ARC network | δίκτυο υπολογιστών με προσαρμοσμένες πηγές |
IT | ARC network | ARC δίκτυο |
mech.eng. | arc of contact | τόξο εμπλοκής |
agric. | arc of spray | τοξοειδής ιστός |
el. | arc of the geostationary satellite orbit | τόξο τροχιάς γεωστατικού δορυφόρου |
transp., nautic. | arc of visibility | τόξο ορατότητας |
transp., nautic. | arc of visibility | γωνία ορατότητας |
el. | arc power | ισχύς βολταϊκού τόξου |
el. | arc power | ισχύς τόξου |
el. | arc power | απόδοση βολταϊκού τόξου |
industr. | arc remelt furnace | κάμινος ηλεκτρικού τόξου για ανάτηξη |
el. | arc resistance | αντίσταση τόξου |
met., el. | arc resistance | αντίσταση βολταïκού τόξου |
industr., construct., chem. | arc resistance | αντίσταση στο ηλεκτρικό τόξο |
el. | arc resistance heating | θέρμανση με βυθισμένο τόξο |
earth.sc. | arc-saw technique | τεχνική με πριόνι τόξου |
el. | arc segmentation plan | σχέδιο κατάτμησης τόξου |
nat.sc., industr., construct. | arc shake | Τοξοειδής ραγάδα |
transp. | arc shaped motor | κινητήρας μορφής τόξου |
met., el. | arc shield | προστατευτική πλάκα |
stat. | arc sine distribution | κατανομή τόξου συνημιτόνου |
stat., scient. | arc sine transformation | μετασχηματισμός τοξημίτονου |
stat. | arc sine transformation | μετασχηματισμός τόξου συνημιτόνου |
stat. | arc sine transformation | τριγωνικός μετασχηματισμός |
el. | arc stability | σταθερότητα τόξου |
el. | arc suppression coil | πηνίο αποσβέσεως των εκκενώσεων |
earth.sc., el. | arc suppression coil | πηνίο ισοστάθμισης τάσης |
el. | arc suppression coil | πηνίο Πέτερσεν |
earth.sc., el. | arc-suppression coil | επαγωγικό πηνίο στραγγαλισμού τόξου |
scient. | arc tangent | τόξο εφαπτομένης |
transp., construct. | arc test | υπαίθρια δοκιμή στρέψης |
life.sc. | arc-to-chord reduction | διόρθωση διευθύνσεως |
life.sc. | arc-to-chord reduction | αναγωγή τόξου σε χορδή |
commun. | arc transmitter | πομπός ηλεκτρικού τόξου |
el. | arc voltage | τάση τόξου |
el. | arc voltage | τάση του τόξου |
el. | arc voltage | τάση βολταϊκού τόξου |
met. | arc welding | συγκόλληση τόξου |
met., el. | arc welding alternator | γεννήτρια εναλλασσομένου ρεύματος ηλεκτροσυγκολλήσεως τόξου |
met. | arc welding electrode 2 | ηλεκτρόδιο συνδέσμου συγκόλλησης |
met. | arc welding electrode 2 | ηλεκτρόδιο συγκόλλησης τόξου |
met. | arc welding generator with drooping characteristic | γεννήτρια συγκόλλησης τόξου |
lab.law. | arc-welding helmet | κράνος για ηλεκτροσυγκόλληση |
lab.law. | arc-welding mask | προσωπίδα για ηλεκτροσυγκόλληση |
met. | arc welding process | μέθοδος συγκόλλησης τόξου |
met. | arc welding processes | μέθοδοι ηλεκτροσυγκολλήσεως τόξου |
met., el. | arc welding set | συσκευή ηλεκτροσυγκολλήσεως τόξου |
met., el. | arc welding transformer | μετασχηματιστής ηλεκτροσυγκολλήσεως τόξου |
met. | arc welding using non consumable electrodes | συγκόλληση τόξου με πυράντοχο ηλεκτρόδιο |
met. | arc welding with deep penetration electrodes | συγκόλληση τόξου με διεισδυτικό ηλεκτρόδιο |
el. | arcing contact | επαφή τόξου |
el. | arcing distance | μήκος τόξου |
food.ind., chem. | ARCS system | σύστημα ARCS |
earth.sc. | argon arc light system | σύστημα φωτισμού τόξου αργού |
lab.law. | argon arc welder | συγκολλητής με αργό |
met. | argon-arc welding | ηλεκτρική συγκόλληση με αέριο αργό |
polit., loc.name. | Atlantic Arc | Ατλαντικό Τόξο |
econ. | Atlantic Arc | Τόξο του Ατλαντικού |
met. | atomic arc welding | συγκόλληση τόξου με ατομικό υδρογόνο |
met. | atomic hydrogen arc welding | συγκόλληση τόξου με ατομικό υδρογόνο |
met. | automatic arc welding | αυτόματη συγκόλληση τόξου |
met. | automatic arc welding machine | αυτόματη συσκευή συγκόλλησης τόξου |
met. | automatic submerged arc welding | αυτόματη συγκόλληση τόξου μέσα σε σκόνη συλλιπάσματος |
el. | average of instantaneous voltages during arcing | μέση τάση του τόξου |
el. | back arcing | επιστροφή τόξου |
econ., polit., loc.name. | banana-shaped arc | γαλάζια μπανάνα |
earth.sc. | breakup efficiency of the arc | δραστικότητα διαχωρισμού του τόξου |
gen. | Bureau of the ARC/ALE Group | Προεδρείο της Πολιτικής Ομάδας OT/ALΕ |
gen. | Bureau of the ARC/GRAEL Group | Προεδρείο της Πολιτικής Ομάδας OT/GRAEL |
el. | carbon arc | τόξο άνθρακα |
met. | carbon-arc air cutting | κοπή με πεπιεσμένο αέρα και τόξο με ηλεκτρόδιο άνθρακα |
met. | carbon-arc air gouging | σκάψιμο με ηλεκτρικό τόξο χρησιμοποιώντας πεπιεσμένο αέρα και ηλεκτρόδιο άνθρακα |
met. | carbon-arc braze welding | συγκόλληση με τόξο άνθρακα |
met. | carbon arc cutting | κοπή με τήξη με τόξο ηλεκτροδίου άνθρακος |
el. | carbon arc lamp | λυχνία τόξου με ηλεκτρόδια άνθρακα |
earth.sc., el. | cathodic arc deposition | εναπόθεση καθοδικής εκκένωσης τόξου |
transp. | circular arc aerofoil | αεροτομή κυκλικού τόξου |
met. | circular arc caster | μηχανή καμπυλωτής συνεχούς χύτευσης |
met. | circular arc caster | μηχανή συνεχούς χύτευσης καμπυλωτού τύπου |
life.sc. | circumzenithal arc | περιζενιθιακό τόξο |
IT, mech.eng. | clockwise arc | κυκλικό τόξο στη κατεύθυνση των δεικτών του ωρολογίου |
el. | compensation for arc resistance | αντιστάθμιση για αντίσταση τόξου |
el. | congested arc | τόξο σε συμφόρηση |
construct. | connecting arc | τόξα συναρμογής |
met. | constant voltage arc welding generator | γεννήτρια συγκόλλησης τόξου σταθερής τάσης |
el. | constricted arc | συγκεντρωμένο τόξο |
el. | constricted arc | εστιασμένο τόξο |
el. | contact arc | τόξο επαφών |
el. | contact arc | σειρά επαφών |
earth.sc. | continuous arc | συνεχές τόξο |
met. | controlled arc welding | ελεγχομένη συγκόλληση με τόξο |
met. | controlled rate arc welding | ελεγχομένη συγκόλληση με τόξο |
IT, mech.eng. | counter-clockwise arc | τόξο αντίθετο προς την κατεύθυνση των δεικτών του ωρολογίου |
el. | covered arc | προστατευόμενο τόξο |
met. | covered arc welding | συγκόλληση τόξου με καλυμμένο ηλεκτρόδιο |
el. | crackling arc | θορυβώδες τόξο με τριξίματα |
el. | device for eliminating arcing | συσκευή καταστολής του φαινομένου του ηλεκτρικού τόξου |
el. | differential arc regulator | διαφορικός ρυθμιστής |
el. | direct-arc air furnace | ηλεκτρική κάμινος τόξου |
el. | direct-arc air furnace | κάμινος βολταϊκού τόξου |
el. | direct-arc air furnace | κλίβανος με βολταϊκό τόξο |
el. | direct arc furnace | κάμινος έμμεσου τόξου |
el. | direct arc furnace | τριφασική ηλεκτροκάμινος τόξου |
el. | direct arc furnace | ηλεκτρική κάμινος άμεσου τόξου |
el. | direct arc heating | άμεση θέρμανση με τόξο |
el. | dry arcing distance | μήκος τόξου |
el. | dynamic voltage of an arc furnace installation | δυναμική τάση ηλεκτρικής καμίνου τόξου |
el. | electric arc | ηλεκτρική εκκένωση |
el. | electric arc | τόξο |
earth.sc. | electric arc | εκκένωση τόξου |
el. | electric arc | ηλεκτρικό τόξο |
el. | electric arc | εκφόρτιση εκκενώσεως |
el. | electric arc | βολταοκό τόξο |
gen. | electric arc | πύρινο τόξο |
energ.ind., industr. | electric arc furnace | κάµινος βολταϊκού τόξου |
el. | electric arc furnace | ηλεκτρική κάμινος τόξου |
el. | electric arc furnace | κάμινος βολταϊκού τόξου |
el. | electric arc furnace | κλίβανος με βολταϊκό τόξο |
energ.ind., industr. | electric arc furnace | καμίνι ηλεκτρικού τόξου |
energ.ind., industr. | electric arc furnace | ηλεκτρική υψικάμινος |
met. | electric arc gun | πιστόλι ψεκασμού με ηλεκτρικό τόξο |
el. | electric arc in a gas | εκκένωση τόξου |
met. | electric arc pistol | πιστόλι ψεκασμού με ηλεκτρικό τόξο |
met. | electric arc roughening | προετοιμασία της επιφάνειας με αύξηση της τραχύτητας με ηλεκτρικό τόξο |
met., el. | electric arc spraying | ψεκασμός ηλεκτρικού τόξου |
gen. | Electric Arc Steel | ηλεκτροχάλυβας |
industr., construct., chem. | electric arc treatment | επεξεργασία με ηλεκτρικό τόξο |
lab.law. | electric arc welder | ηλεκτροσυγκολλητής |
med. | electric-arc welder's eye flash | οφθαλμία από έντονο φωτισμό |
lab.law., met. | electric arc welding machine operator | χειριστής μηχανής ηλεκτροσυγκολλήσεων |
astronaut., transp. | electrical arcing | Ηλεκτρικό τόξο |
el. | electrical characteristics of an arc | ηλεκτρικά χαρακτηριστικά του τόξου |
el. | electrode of an arc furnace | ηλεκτρόδιο ηλεκτρικής καμίνου τόξου |
met., el. | electrode tapping for submerged arc furnace | ηλεκτρόδιο απόχυσης καμίνου βυθισμένου τόξου |
met., el. | electrode travel in an arc of a circle | κίνηση ηλεκτροδίου κατά μήκος κυκλικού τόξου |
el. | enclosed arc lamp | λυχνία τόξου κλειστού τύπου |
met. | equipment for arc welding | εξοπλισμός για συγκόλληση τόξου |
el. | erratic arc | περιπλανώμενο τόξο |
stat., scient. | finite arc sine distribution | κατανομή πεπερασμένου τόξου |
stat. | finite arc sine distribution | πεπερασμένη διανομή ημιτόνου τόξων |
gen. | flame arc | πύρινο τόξο |
el. | flame arc lamp | λυχνία τόξου-φλόγας |
life.sc., construct. | fore-arc | πρότοξο |
met. | gas shielded arc cutting | κοπή τόξου σε ατμόσφαιρα αδρανούς αερίου |
met. | gas shielded magnetic flux arc welding | συγκόλληση τόξου με μαγνητική σκόνη περιβλήματος |
met. | gas shielded metal-arc cutting | κοπή τόξου με μεταλλικό ηλεκτρόδιο σε αδρανή ατμόσφαιρα |
met. | gas shielded tungsten arc cutting | κοπή τόξου με ηλεκτρόδιο βολφραμίου σε αδρανή ατμόσφαιρα |
met. | gas-shielded arc welding | συγκόλληση τόξου σε προστατευτική ατμόσφαιρα |
el. | geostationary arc | τόξο τροχιάς γεωστατικού δορυφόρου |
met. | gun for inert or other gas metal arc welding | πιστολέτο συγκόλλησης τόξου με προστατευτικό αέριο |
met. | gun for semi-automatic submerged arc welding | εκτοξευτήρας ημιαυτόματης εμβυθιζόμενης συγκόλλησης τόξου |
el. | hard arc | σκληρό τόξο |
met., el. | heat of the arc | ακτινοβολία βολταïκού τόξου |
el. | Heroult electric arc furnace | κλίβανος με βολταϊκό τόξο |
el. | Heroult electric arc furnace | κάμινος βολταϊκού τόξου |
el. | Heroult electric arc furnace | ηλεκτρική κάμινος τόξου |
earth.sc. | high field emission arc | τόξο εκπομπής πεδίου |
el. | high pressure arc discharge lamp | λαμπτήρας αίγλης τόξου υψηλής τάσεως |
el. | high-intensity carbon arc lamp | λυχνία τόξου με ηλεκτρόδια άνθρακα υψηλής έντασης |
el. | hissing arc | θορυβώδες τόξο με συριγμούς |
el. | image arc furnace | κατοπτρική κάμινος τόξου |
met. | in arc furnaces,the electric current is passed between the electrodes and the charge | στις καμίνους τόξου,το ρεύμα διέρχεται ανάμεσα στα ηλεκτρόδια και το φορτίο |
el. | independent arc furnace | κάμινος έμμεσου τόξου |
el. | independent arc furnace | μονοφασική ηλεκτρική κάμινος ακτινοβολούντος τόξου |
el. | independent arc furnace | ηλεκτρική κάμινος έμμεσου τόξου |
el. | indirect arc furnace | ηλεκτρική κάμινος έμμεσου τόξου |
el. | indirect arc furnace | κάμινος έμμεσου τόξου |
el. | indirect arc furnace | μονοφασική ηλεκτρική κάμινος ακτινοβολούντος τόξου |
el. | indirect arc heating | έμμεση θέρμανση με τόξο |
met. | inert gas arc welding | συγκόλληση τόξου σε αδρανή ατμόσφαιρα |
met. | inert gas arc welding using a non-consumable electrode | συγκόλληση τόξου με αδρανές αέριο και μη αναλώμενο ηλεκτρόδιο |
met. | inert gas shielded arc welding | συγκόλληση τόξου σε αδρανή ατμόσφαιρα |
met., el. | inert-gas metal-arc hand welding | χειροκίνητη ηλεκτροσυγκόλληση τόξου με αδρανές αέριο |
el. | intermittent arc | διακοπτόμενο τόξο |
earth.sc. | interrupted arc | διακοπτόμενο τόξο |
el. | long arc | επίμηκες τόξο |
el. | long-arc lamp | λυχνία μακρού τόξου |
transp., tech., law | long arc xenon lamp | λυχνία ξένον μεγάλου τόξου |
earth.sc. | low voltage arc | τόξο χαμηλής τάσης |
life.sc. | lower circumzenithal arc | κατώτερο περιζενιθιακό τόξο |
met. | low-shaft electric arc furnace | χαμηλή κάμινος ηλεκτρικού τόξου |
earth.sc., el. | magnet arc blow-out contact | επαφή με μαγνητικό σβήσιμο |
el. | magnetic arc blow | μαγνητικό φύσημα του τόξου |
met., el. | manual inert-gas metal-arc welding | χειροκίνητη ηλεκτροσυγκόλληση τόξου με αδρανές αέριο |
el. | manual metal arc welding with coated electrodes | συγκόλληση που γίνεται με το χέρι,με τόξο και επενδυμένα ηλεκτρόδια |
transp., tech., law | medium-pressure mercury-vapour arc lamp | λυχνία τόξου ατμών υδραργύρου μέσης πίεσης |
gen. | mercury-arc converter | ανορθωτής υδραργύρου |
el. | mercury arc rectifier | ανορθωτής με ατμούς υδραργύρου |
el. | mercury-arc valve | βαλβίδα τόξου υδραργύρου |
el. | mercury-arc valve device | βαλβίδα τόξου υδραργύρου |
el. | metal-arc active-gas welding | συγκόλληση με τόξο σε ενεργή ατμόσφαιρα |
el. | metal-arc active-gas welding | συγκόλληση ΜΕΑ |
met. | metal-arc air cutting | κοπή με πεπιεσμένο αέρα και μεταλλικό ηλεκτρόδιο |
el. | metal arc cutting | κοπή με ηλεκτρικό τόξο |
met. | metal-arc cutting | κοπή με τήξη με τόξο μεταλλικού ηλεκτροδίου |
met. | metal-arc gouging | σκάψιμο με ηλεκτρικό τόξο χρησιμοποιώντας μεταλλικό ηλεκτρόδιο |
el. | metal-arc inert-gas welding | συγκόλληση με τόξο σε αδρανή ατμόσφαιρα |
el. | metal-arc inert-gas welding | συγκόληση ΜΑΑ |
el. | metal arc welding | συγκόλληση με ηλεκτρικό τόξο |
met. | metal arc welding | συγκόλληση τόξου με τηκόμενο ηλεκτρόδιο |
el. | metal tank mercury arc rectifier | αναστροφέας με ατμούς υδραργύρου με μεταλλική λεκάνη |
gen. | No - Load voltage of arc welding equipment | Τάση χωρίς φορτίο συσκευών συγκόλλησης με τόξο |
fish.farm. | Noach a arc | καλόγνωμη |
met. | non transferred constricted arc cutting | κοπή με δέσμη πλάσματος |
el. | non-consumable electrode refining arc furnace | ηλεκτρική κάμινος τήξης με τόξο με μη καταναλισκόμενο ηλεκτρόδιο |
el. | non-transferred arc plasma torch | λάμπα πλάσματος εσωτερικού τόξου |
met. | normal arc length | κανονικό μήκος τόξου |
el. | open arc-lamp | ανοικτός λαμπτήρας τόξου |
met. | open arc welding | συγκόλληση με ορατό βολταϊκό τόξο |
commun. | orbital arc | τοξοτροχιά |
commun. | orbital arc of visibility | τοξοτροχιά ορατότητας |
mech.eng. | overlap arc | τόξο πλευρικής επικάλυψης |
met., el. | oxy-arc cutting electrode | ηλεκτρόδιο κοπής με τόξο και οξυγόνο |
met. | oxygen arc cutting | κοπή οξυγόνου με ηλεκτρικό τόξο |
met., el. | oxygen arc cutting electrode | ηλεκτρόδιο κοπής με οξυγόνο |
met., el. | oxygen arc cutting electrode with central oxygen hole | διάτρητο ηλεκτρόδιο |
met. | oxygen-arc derivetting | αφαίρεση ηλώσεων με τόξο και οξυγόνο |
met., el. | oxygen arc electrode holder | φορέας ηλεκτροδίου |
met. | paint which absorbs harmful rays from an arc and prevents their reflection | χρώμα απορρόφησης ακτινοβολίας |
met. | paint which absorbs harmful rays from an arc and prevents their reflection | αντιανακλαστική βαφή |
el. | peak arc voltage | τάση αιχμής τόξου |
el. | physical characteristics of an arc | φυσικά χαρακτηριστικά του τόξου |
el. | pilot arc | τόξο-οδηγός |
met., el. | plasma arc | τόξο πλάσματος |
el. | plasma arc cutting | κοπή με εκτόξευση πλάσματος |
el. | plasma arc rotation rate | συχνότητα περιστροφής τόξου πλάσματος |
earth.sc. | plasma arc tunnel | σήραγγα τόξου πλάσματος |
el. | plasma arc welding | συγκόλληση με εκτόξευση πλάσματος |
earth.sc., life.sc. | pointlight arc lamp | λυχνία τόξου σημειακού φωτός |
el. | power rating of an arc furnace transformer | ονομαστική ισχύς ενός μετασχηματιστή καμίνου τόξου |
el. | to prevent arcing | περιστέλλω το ηλεκτρικό τόξο διακοπής |
met. | pulsed arc welding | συγκόλληση με παλμικό τόξο |
el. | rated current of an arc suppression coil | ονομαστικό ρεύμα στραγγαλιστικού πηνίου τόξου |
med. | reflex arc | αντανακλαστικό τόξο |
med. | reflex-arc | αντανακλαστικό τόξο |
el. | refractory hot spot of an arc furnace | θερμό σημείο της επένδυσης καμίνου τόξου |
el. | rocking arc furnace | παλινδρομική κάμινος τόξου |
el. | rotating arc | περιστρεφόμενο τόξο |
nat.sc., agric. | safety arc | τόξο ασφαλείας |
met. | self adjusting arc welding | αυτορυθμιζόμενη συγκόλληση βολταϊκού τόξου |
el. | series arc regulator | ρυθμιστής σε σειρά |
commun. | service arc | τόξο εξυπηρέτησης |
met. | shielded inert gas metal arc welding sigma welding | συγκόλληση τόξου σε αδρανή ατμόσφαιρα |
el. | short arc | βραχύ τόξο |
el. | short-arc lamp | λυχνία βραχέος τόξου |
el. | short-circuit impedance of an arc furnace installation | σύνθετη αντίσταση βραχυκυκλώματος ηλεκτρικής καμίνου |
el. | short-circuit through an arc | βραχυκύκλωμα μέσω τόξου |
el. | shunt arc regulator | ρυθμιστής εν παραλλήλω |
agric. | sizing by arc | ταξινόμηση σύμφωνα με την κυρτότητα |
el. | soft arc | μαλακό τόξο |
el. | spattering arc | τόξο με ανεξέλεγκτες εκτοξεύσεις μετάλλου |
med. | spinal stretch reflex arc | τόξο αντανακλαστικού τάσης νωτιαίου μυελού |
agric. | spraying arc | τοξοειδής ιστός |
el. | stable arc | σταθερό τόξο |
el. | striking of an arc | εμφάνιση σπινθήρα |
el. | striking of an arc | εμφάνιση τόξου |
el. | striking of an arc | σπινθηρισμός |
el. | striking the arc | έναυση του τόξου |
el. | submerged arc furnace | ηλεκτρική κάμινος βυθισμένου τόξου |
met. | submerged arc furnace | κάμινος βυθιζομένου τόξου |
el. | submerged arc heating | θέρμανση με βυθισμένο τόξο |
met. | submerged arc welding | συγκόλληση τόξου μέσα σε ηλεκτραγώγιμο συλλίπασμα |
met. | submerged arc welding | συγκόλληση με εμβαπτιζόμενο τόξο |
el. | superimposed arc plasma torch | λάμπα πλάσματος με υπερκείμενο τόξο |
mech.eng., construct. | sustained arc | διατηρούμενο τόξο |
gen. | system compensated with arc suppression coil | σύστημα αντισταθμισμένο με πηνίο καταστολής τόξου |
met. | the arc furnace is a hearth furnace with a working chamber covered by a domed roof | η κάμινος τόξου είναι κάμινος ανοικτής πυράς με θολωτή οροφή |
met. | there are two main kinds of electric furnaces:induction furnaces and arc furnaces | οι κύριοι τύποι ηλεκτρικών καμίνων είναι δύο:οι επαγωγικές κάμινοι και οι κάμινοιβολταϊκούτόξου |
mech.eng. | total arc of contact | ολικό τόξο επαφής |
el. | traffic capacity in an orbital arc | δυνατότητα κίνησης |
el. | tranquil arc | ήρεμο τόξο |
el. | transferred arc plasma torch | λάμπα πλάσματος μεταφερόμενου τόξου |
mech.eng. | tread arc width | ανάπτυξη πέλματος σε πλάτος |
el. | true arc voltage | τάση λειτουργίας του τόξου |
earth.sc. | tubular carbon arc | σωληνώδες τόξο άνθρακα |
met., el. | tubular oxygen arc cutting electrode | διάτρητο ηλεκτρόδιο |
el. | tungsten-arc inert-gas welding | συγκόλληση με τόξο σε αδρανή ατμόσφαιρα με ηλεκτρόδιο από βολφράμιο |
el. | tungsten-arc inert-gas welding | συγκόλληση ΒΑΑ |
el. | tungsten arc lamp | λυχνία τόξου βολφραμίου |
met. | tungsten arc welding | συγκόλληση με τόξο βολφραμίου |
el. | turbulent arc | τυρβώδες τόξο |
met., el. | twin arc welding set | συσκευή συγκολλήσεως διπλού τόξου |
met., el. | under water arc welding | μέθοδος υποβρύχιας ηλεκτροσυγκολλήσεως τόξου |
earth.sc. | unipolar arc | μονοπολικό τόξο |
el. | unstable arc | ασταθές τόξο |
life.sc. | upper circumzenithal arc | ανώτερο περιζενιθιακό τόξο |
mech.eng. | US:arc of action | τόξο εμπλοκής |
met. | vacuum arc furnace | κάμινος τόξου σε κενό |
el. | vacuum arc furnace mold | χωνευτήριο ηλεκτρικής καμίνου τόξου με κενό |
el. | vacuum arc furnace mould | χωνευτήριο ηλεκτρικής καμίνου τόξου με κενό |
el. | vacuum remelting arc furnace | ηλεκτρική κάμινος τόξου για τήξη υπό κενό |
el. | vigorously crackling and spattering arc | θορυβώδες τόξο με τριξίματα και ανεξέλεγκτες εκτοξεύσεις μετάλλου |
commun. | visible arc | ορατό τόξο |
mech.eng., construct. | voltage arc | τόξο τάσεως |
mech.eng., construct. | voltage arc | βολταϊκό τόξο |
met. | welding by metallic arc | συγκόλληση με μεταλλικό τόξο |
gen. | Working Party of the ARC/GRAEL Group | Ομάδα εργασίας της πολιτικής Ομάδας OT/GRAEL |
gen. | Xenon arc | Λυχνία ξένου |
transp., tech., law | xenon long arc lamp | λυχνία ξένον μεγάλου τόξου |