English | Greek |
angle between the two wire guides | γωνία μεταξύ των οδηγών σύρματος |
angle section used as compression bar for slenderness below 100 | τμήμα γωνίας που χρησιμοποιείται σαν ράβδος συμπίεσης για λεπτότητα κατώτερη του 100 |
angle spice | γωνιακή αρμοκαλύπτρα |
bevel angle | γωνία λοξοτομής του άκρου συγκολλήσεως |
connection angle | γωνιακό |
cut angles | στρογγύλευμα γωνιών |
groove angle | γωνία του V στη διαμόρφωση των άκρων για ραφή V |
loss angle of the mutual inductance | γωνία απωλειών της αλληλεπαγωγής |
other angles,shapes and sections,80 mm or more and Omega sections | άλλες γωνίες,σχήματα ή διατομές άνω των 80μμ και διατομές τύπου Ω |
other bars,flats,angles,light sections,etc. | επίπεδα προϊόντα και λοιπές συμπαγείς ράβδοι,μορφοχάλυβες |
research on cleaning methods from the maintenance angle | μελέτη των μεθόδων καθαρισμού με σκοπό την καλή συντήρηση των υλικών |
single-angle milling cutter | φρέζα αυλακώσεων μορφής χελιδονοουράς |
single-pitched latticed trusses built up of light angles | δικτυωτά ζευκτά μονού βήματος κατασκευασμένα από ελαφρές γωνίες |
unequal angle bar | ανισοσκελής σιδηρογωνία |
wrought bars, rods, angles, shapes and sections, of tungsten wolfram | βολφράμιο, εις ράβδους, είδη καθωρισμένης μορφής, ελάσματα, φύλλα, ταινίες, σύρματα, νήματα |