Subject | English | Greek |
social.sc., agric. | Accident Insurance Association, Agricultural and Forestry Department | ΄Ενωση Ασφαλίσεων Ατυχημάτων, Γεωργικό και Δασικό Τμήμα |
gen. | adaptation of agricultural structures | προσαρμογή των γεωργικών διαρθρώσεων |
gen. | adjustment of agricultural structures | προσαρμογή των γεωργικών διαρθρώσεων |
agric., polit. | Advisory Committee on Questions of Agricultural Structure Policy | Συμβουλευτική Επιτροπή για τα Προβλήματα της Πολιτικής Γεωργικών Διαρθρώσεων |
agric. | Advisory Committee on Questions of Agricultural Structure Policy | συμβουλευτική επιτροπή για τα προβλήματα της πολιτικής γεωργικών διαρθρώσεων |
agric. | Advisory Committee on the Common Organisation of the Agricultural Market in Pigmeat | συμβουλευτική επαγγελματική επιτροπή για την κοινή οργάνωση γεωργικών αγορών σχετικά με το χοίρειο κρέας |
agric. | Advisory Committee on the Common Organisation of the Agricultural Market in Poultrymeat and Eggs | συμβουλευτική επαγγελματική επιτροπή για την κοινή οργάνωση γεωργικών αγορών σχετικά με το κρέας πουλερικών και τα αυγά |
agric. | Advisory Committee on the Common Organisation of the Agricultural Market in Raw Tobacco | συμβουλευτική επαγγελματική επιτροπή για την κοινή οργάνωση γεωργικών αγορών σχετικά με τα ακατέργαστα καπνά |
agric. | Advisory Committee on the Common Organisation of the Agricultural Markets in Beef and Veal | συμβουλευτική επαγγελματική επιτροπή για την κοινή οργάνωση γεωργικών αγορών σχετικά με το βόειο κρέας |
agric. | Advisory Committee on the Common Organisation of the Agricultural Markets in Cereals | συμβουλευτική επαγγελματική επιτροπή για την κοινή οργάνωση γεωργικών αγορών σχετικά με τα δημητριακά |
agric. | Advisory Committee on the Common Organisation of the Agricultural Markets in Cotton | συμβουλευτική επαγγελματική επιτροπή για την κοινή οργάνωση γεωργικών αγορών σχετικά με το βαμβάκι |
agric. | Advisory Committee on the Common Organisation of the Agricultural Markets in Feedingstuffs | συμβουλευτική επαγγελματική επιτροπή για την κοινή οργάνωση γεωργικών αγορών σχετικά με τις ζωοτροφές |
agric. | Advisory Committee on the Common Organisation of the Agricultural Markets in Flax and Hemp | συμβουλευτική επαγγελματική επιτροπή για την κοινή οργάνωση γεωργικών αγορών σχετικά με το λίνο και την κάνναβη |
agric. | Advisory Committee on the Common Organisation of the Agricultural Markets in Fresh and Processed Fruit and Vegetables | συμβουλευτική επαγγελματική επιτροπή για την κοινή οργάνωση γεωργικών αγορών σχετικά με τα νωπά και τα μεταποιημένα οπωροκηπευτικά |
agric. | Advisory Committee on the Common Organisation of the Agricultural Markets in Hops | συμβουλευτική επαγγελματική επιτροπή για την κοινή οργάνωση γεωργικών αγορών σχετικά με τον λυκίσκο |
nat.res., agric. | Advisory Committee on the Common Organisation of the Agricultural Markets in Live Plants and floriculture | συμβουλευτική επαγγελματική επιτροπή για την κοινή οργάνωση γεωργικών αγορών σχετικά με τα ζώντα φυτά και τα ανθοκομικά προϊόντα |
agric. | Advisory Committee on the Common Organisation of the Agricultural Markets in Milk and Milk Products | συμβουλευτική επαγγελματική επιτροπή για την κοινή οργάνωση γεωργικών αγορών σχετικά με το γάλα και τα γαλακτοκομικά προϊόντα |
agric. | Advisory Committee on the Common Organisation of the Agricultural Markets in Oils and Fats | συμβουλευτική επαγγελματική επιτροπή για την κοινή οργάνωση γεωργικών αγορών σχετικά με τις λιπαρές ουσίες |
agric. | Advisory Committee on the Common Organisation of the Agricultural Markets in Rice | συμβουλευτική επαγγελματική επιτροπή για την κοινή οργάνωση γεωργικών αγορών σχετικά με τα όρυζα |
agric. | Advisory Committee on the Common Organisation of the Agricultural Markets in Seeds | συμβουλευτική επαγγελματική επιτροπή για την κοινή οργάνωση γεωργικών αγορών σχετικά με τους σπόρους προς σπορά |
agric. | Advisory Committee on the Common Organisation of the Agricultural Markets in Sheepmeat and Goatmeat | συμβουλευτική επαγγελματική επιτροπή για την κοινή οργάνωση γεωργικών αγορών σχετικά με το κρέας αιγοπροβάτων |
agric. | Advisory Committee on the Common Organisation of the Agricultural Markets in Silkworms | συμβουλετική επαγγελματική επιτροπή για την κοινή οργάνωση αγορών σχετικά με τους μεταξοσκώληκες |
agric. | Advisory Committee on the Common Organisation of the Agricultural Markets in Sugar | συμβουλευτική επαγγελματική επιτροπή για την κοινή οργάνωση γεωργικών αγορών σχετικά με τη ζάχαρη |
agric. | Advisory Committee on the Common Organisation of the Agricultural Markets in Wine | συμβουλετική επαγγελματική επιτροπή για την κοινή οργάνωση αγορών σχετικά με τον οίνο |
gen. | Advisory Committee on the Dissemination of Agricultural Information | Συμβουλευτική επιτροπή για τη διάδοση γεωργικών πληροφοριών |
agric., polit. | afforestation of agricultural land | δασοφύτευση γεωργικών εκτάσεων |
agric., forestr. | afforestation of agricultural land | δάσωση γεωργικής γης |
agric., forestr. | afforestation of agricultural land | αναδάσωση γεωργικών εκτάσεων |
commer., food.ind. | Agreement between the European Community and the Swiss Confederation on trade in agricultural products | Συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με τις Συναλλαγές Γεωργικών Προϊόντων |
agric. | Agreement establishing the International Fund for Agricultural Development | Συμφωνία για τη σύσταση του Διεθνούς ταμείου αγροτικής ανάπτυξης |
commer., polit. | Agreement in the form of an Exchange of Letters between the European Community and the Kingdom of Morocco concerning reciprocal liberalisation measures and the replacement of the agricultural protocols to the EC-Morocco Association Agreement | Συμφωνία υπό μορφή ανταλλαγής επιστολών μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του Βασιλείου του Μαρόκου σχετικά με αμοιβαία μέτρα απελευθέρωσης και με την αντικατάσταση των γεωργικών πρωτοκόλλων αριθ. 1 και 3 της συμφωνίας σύνδεσης ΕΚ-Βασιλείου του Μαρόκου |
agric. | Agreement in the form of an Exchange of Letters between the European Community and the Kingdom of Norway concerning certain agricultural products | Συμφωνία υπό μορφήν ανταλλαγής επιστολών μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του Βασιλείου της Νορβηγίας σχετικά με ορισμένα γεωργικά προϊόντα |
social.sc., health., agric. | Agricultural Accidents Insurance Fund | Ταμείο Ασφαλίσεως Αγροτικών Ατυχημάτων |
agric. | agricultural accounts | αγροτικά λογιστικά βιβλία |
agric. | agricultural adviser | γεωργικός σύμβουλος |
agric. | agricultural adviser | αγροτικός σύμβουλος |
agric. | agricultural adviser | ειδικός επί των αγροτικών θεμάτων |
econ. | agricultural adviser | σύμβουλος γεωργικών εφαρμογών |
agric. | agricultural adviser | αγροτικός εμπειρογνώμονας |
agric. | agricultural advisory committee | συμβουλευτική επιτροπή στον τομέα της γεωργίας |
agric. | agricultural advisory officer | αγροτικός σύμβουλος |
agric. | agricultural advisory officer | αγροτικός εμπειρογνώμονας |
agric. | agricultural advisory officer | γεωργικός σύμβουλος |
agric. | agricultural advisory officer | ειδικός επί των αγροτικών θεμάτων |
econ. | agricultural advisory services | γεωργικές εφαρμογές |
agric. | agricultural alcohol | αιθυλική αλκοόλη γεωργικής προέλευσης |
agric. | agricultural alcohol | γεωργική αλκοόλη |
agric. | agricultural analyst | φυτοτεχνολόγος |
agric., fish.farm. | agricultural and agri-industrial research, including fisheries | ΄Ερευνα για τη γεωργία και τη βιομηχανία γεωργικών προϊόντων συμπεριλαμβομένης της αλιείας |
agric. | agricultural and agro-industrial research programme | πρόγραμμα γεωργο-βιομηχανικής έρευνας |
gen. | agricultural and forestry advisory services | παροχή συμβουλών στο γεωργικό και δασοκομικό τομέα |
gen. | agricultural and forestry advisory services | διάδοση γνώσεων στο γεωργικό και δασοκομικό τομέα |
gen. | agricultural and forestry holdings | γεωργικές και δασικές εκμεταλλεύσεις |
construct. | agricultural and horticultural drainage pipe | σωλήνας άρδευσης για τη γεωργία και την κηπουρική |
nat.res. | agricultural ant | μύρμηγκας ο θεριστής του Tέξας (Pogonomyrmex barbatus) |
agric., construct. | agricultural area | γεωργική περιοχή |
agric., construct. | agricultural area | γεωργική ζώνη |
agric. | agricultural area in use | ωφέλιμη γεωργική επιφάνεια |
agric. | agricultural area utilised for farming | χρησιμοποιούμενη γεωργική έκταση |
agric. | agricultural area utilised for farming | ωφέλιμη γεωργική επιφάνεια |
agric. | agricultural area utilized for farming | χρησιμοποιούμενη γεωργική έκταση |
econ. | agricultural area with environmental restrictions | γεωργική έκταση με περιβαλλοντικούς περιορισμούς |
gen. | agricultural aspect of the CSFs | γεωργική πτυχή των ΚΠΣ |
agric. | agricultural aspects of the Uruguay Round | γεωργικά θέματα του Γύρου της Ουρουγουάης |
agric. | agricultural attaché | γεωργικός ακόλουθος |
econ. | agricultural bank | αγροτική τράπεζα |
life.sc., environ., agric. | agricultural biological diversity | αγροβιοποικιλότητα |
nat.sc., agric. | agricultural botany | γεωργική βοτανική |
econ. | agricultural building | αγροτικό κτίριο |
agric. | agricultural building | αγροτικό οίκημα |
econ. | agricultural by-product | γεωργικό υποπροϊόν |
econ. | agricultural census | γεωργική απογραφή |
agric., construct. | agricultural chamber | Γεωργικό Επιμελητήριο |
med. | agricultural chemistry | γεωργική χημεία |
agric. | agricultural climatology | γεωργική κλιματολογία |
agric. | agricultural commodity | γεωργική πρώτη ύλη |
agric. | agricultural community | πληθυσμός εξαρτώμενος από τη γεωργία |
social.sc., agric. | agricultural community | αγροτική κοινότητα |
agric. | agricultural community | γεωργικός πληθυσμός |
agric. | agricultural community | αγροτικός πληθυσμός |
agric. | agricultural comparability index | δείκτης γεωργικής συγκρισιμότητας |
agric. | agricultural component | γεωργικό στοιχείο |
tax., agric. | agricultural component of the levy or duty | γεωργικό στοιχείο της επιβάρυνσης |
agric. | agricultural components | αγροτικά στοιχεία |
agric. | agricultural concession | γεωργική παραχώρηση |
agric. | agricultural consolidation | αναδασμός |
agric. | agricultural consultant | αγροτικός εμπειρογνώμονας |
agric. | agricultural consultant | γεωργικός σύμβουλος |
agric. | agricultural consultant | αγροτικός σύμβουλος |
agric. | agricultural consultant | ειδικός επί των αγροτικών θεμάτων |
econ. | agricultural cooperative | γεωργικός συνεταιρισμός |
agric. | agricultural country | γεωργική χώρα |
agric. | agricultural country | αγροτική χώρα |
econ. | agricultural credit | αγροτική πίστη |
econ. | agricultural credit facilities | σύστημα γεωργικής πίστης |
agric. | agricultural crop | γεωργική καλλιέργεια |
gen. | agricultural crop land | γεωργική καλλιεργήσιμη γη |
gen. | agricultural development agency for area | γραφείο γεωργικής ανάπτυξης της περιοχής |
econ., agric. | Agricultural Development Operational Programme | επιχειρησιακό πρόγραμμα γεωργικής ανάπτυξης |
econ., agric. | agricultural development programme | πρόγραμμα γεωργικής ανάπτυξης |
econ. | agricultural disaster | γεωργική καταστροφή |
agric., construct. | agricultural district | γεωργική ζώνη |
agric., construct. | agricultural district | γεωργική περιοχή |
agric. | agricultural early warning system | σύστημα έγκαιρης γεωργικής προειδοποίησης |
med. | agricultural ecology | γεωργική οικολογία |
econ. | agricultural economics | γεωργική οικονομία |
econ., agric. | agricultural economist | οικονομολόγος ειδικευμένος στη γεωργική οικονομία |
med. | agricultural economy | γεωργική οικονομία |
econ. | agricultural education | γεωργική εκπαίδευση |
gen. | agricultural employment | απασχόληση στη γεωργία |
econ. | agricultural equipment | γεωργικός εξοπλισμός |
econ. | agricultural establishment | εκμετάλλευση |
econ. | agricultural establishment | γεωργική εκμετάλλευση |
econ. | agricultural expenditure | αγροτική δαπάνη |
agric., construct. | agricultural extensification | εκτατικοποίηση των καλλιεργειών |
agric., construct. | agricultural extensification | δυνατότητα επέκτασης των καλλιεργειών |
econ., market. | agricultural fee | γεωργικό τέλος |
agric., polit. | agricultural financial year | γεωργικό οικονομικό έτος |
life.sc., agric. | agricultural genetics | γεωργική γενετική |
econ., agric. | agricultural geography | γεωργική γεωγραφία |
agric. | agricultural goods | γεωργικά εμπορεύματα |
econ. | agricultural guidance | γεωργικός προσανατολισμός |
econ., polit., agric. | agricultural guideline | γεωργική κατευθυντήρια γραμμή |
gen. | agricultural history | ιστορία της γεωργίας |
econ., agric. | agricultural holding | αγροτική εκμετάλλευση |
econ. | agricultural holding | εκμετάλλευση |
econ., agric. | agricultural holding | αγροτική επιχείρηση |
econ. | agricultural holding | γεωργική εκμετάλλευση |
econ. | agricultural implement | γεωργικό εργαλείο |
busin., agric. | agricultural income | γεωργικό εισόδημα |
busin., agric. | agricultural income | αγροτικό εισόδημα |
social.sc., agric. | agricultural income aid | ενισχύσεις στο γεωργικό εισόδημα |
agric. | agricultural income aid | ενίσχυση στο γεωργικό εισόδημα |
agric. | agricultural industry | γεωργική βιομηχανία |
agric. | Agricultural Information System | Συστήματα Γεωργικών Πληροφοριών |
gen. | agricultural information system | σύστημα γεωργικών πληροφοριών |
gen. | agricultural infrastructure | γεωργική υποδομή |
agric. | Agricultural Inspectorate | Επιθεώρηση Γεωργίας |
econ. | agricultural insurance | γεωργική ασφάλιση |
social.sc., agric. | Agricultural Insurance Organisation | Οργανισμός Γεωργικών Ασφαλίσεων |
econ., agric. | agricultural labor | γεωργικό εργατικό δυναμικό |
econ., agric. | agricultural labor force | γεωργικό εργατικό δυναμικό |
agric. | agricultural laborer | εργάτης γης |
econ., agric. | agricultural labour | γεωργικό εργατικό δυναμικό |
econ. | agricultural labour force | γεωργικό εργατικό δυναμικό |
agric. | agricultural labourer | εργάτης γης |
econ. | agricultural land | γεωργική γη |
agric. | agricultural land grouping | γεωργικός κτηματικός συνεταιρισμός |
law, agric. | agricultural law | γεωργικό δίκαιο |
law, agric. | agricultural law | αγροτικό δίκαιο |
law, agric. | agricultural legislation | γεωργική ρύθμιση |
med. | agricultural legislation | βελγική επαρχία Λουξεμβούργου |
econ. | agricultural levy | γεωργική εισφορά |
agric. | agricultural loans | αγροτικά δάνεια |
agric. | agricultural machine | γεωργική μηχανή |
econ. | agricultural machinery | γεωργικό μηχάνημα |
agric. | agricultural machinery | γεωργική μηχανολογία |
econ. | agricultural market | αγορά γεωργικών προϊόντων |
agric. | agricultural matters | γεωργικά θέματα |
earth.sc., life.sc. | agricultural meteorological station | σταθμός γεωργικής μετεωρολογίας |
life.sc., agric. | agricultural meteorology | γεωργική μετεωρολογία |
social.sc., agric. | Agricultural Old-Age Fund | Γεωργικό Ταμείο Γήρατος |
agric. | agricultural organisation | αγροτικό συνδικάτο |
agric. | agricultural organisation | αγροτική οργάνωση |
agric., polit. | agricultural parcel | αγροτεμάχιο |
social.sc., agric. | Agricultural Pension Fund | Αγροτικό ταμείο συντάξεων |
social.sc., agric. | Agricultural Pension Fund | Ταμείο Γεωργικών Συντάξεων |
econ. | agricultural performance | αποτέλεσμα της γεωργικής εκμετάλλευσης |
earth.sc., agric. | agricultural physics | γεωργική φυσική |
agric., construct. | agricultural planning | αγροτικός προγραμματισμός |
econ. | agricultural policy | γεωργική πολιτική |
econ. | agricultural policy | αγροτική πολιτική |
agric. | agricultural policy | πολιτική στον τομέα της γεωργίας |
agric. | agricultural population | αγροτικός πληθυσμός |
agric. | agricultural population | γεωργικός πληθυσμός |
agric. | agricultural population | πληθυσμός εξαρτώμενος από τη γεωργία |
agric. | agricultural practice | οι γεωργικές εκμεταλλεύσεις |
agric., construct. | agricultural premise | γεωργικό κτήριο |
agric., industr. | agricultural primary products | γεωργικές πρώτες ύλες |
agric., industr. | agricultural processing industry | γεωργική βιομηχανία |
econ., market. | agricultural processor | μεταποιητής γεωργικών προïόντων |
econ. | agricultural product | γεωργικό προϊόν |
econ. | agricultural product nomenclature | ονοματολογία γεωργικών προϊόντων |
econ. | agricultural production | γεωργική παραγωγή |
fin., agric. | agricultural production cooperative | γεωργική παραγωγική ένωση |
agric. | agricultural production of high economic value | γεωργική παραγωγή υψηλής οικονομικής αξίας |
econ. | agricultural production policy | πολιτική γεωργικής παραγωγής |
econ. | agricultural productivity | γεωργική παραγωγικότητα |
gen. | agricultural productivity | παραγωγικότητα της γεωργίας |
agric. | agricultural products | γεωργικά προϊόντα |
life.sc., agric. | agricultural profile | καλλιεργητικό προφίλ |
social.sc., agric. | agricultural proletariat | αγροτικό προλεταριάτο |
econ. | agricultural quota | γεωργικές ποσοστώσεις |
agric. | agricultural raw material | γεωργική πρώτη ύλη |
agric., industr. | agricultural raw materials | γεωργικές πρώτες ύλες |
econ. | agricultural real estate | έγγειος γεωργική ιδιοκτησία |
mater.sc. | agricultural refrigerated plant | γεωργική ψυκτική εγκατάσταση |
econ. | agricultural region | γεωργική περιοχή |
agric., construct. | agricultural region | γεωργική ζώνη |
agric. | agricultural register | γεωργικό αρχείο |
nat.sc., agric. | agricultural research | γεωργική έρευνα |
gen. | agricultural research facilities | εγκαταστάσεις αγροτικής έρευνας |
agric. | agricultural resources | γεωργικοί πόροι |
agric. | agricultural road | αγροτικός δρόμος |
agric. | agricultural rum | γεωργικό ρούμι |
law, insur. | agricultural scheme | ασφάλιση αγροτών |
med. | agricultural science | γεωπονία |
econ. | agricultural sector representative body | οργανισμός εκπροσώπησης του αγροτικού τομέα |
med. | agricultural seed | γεωργικοί σπόροι |
social.sc., health. | agricultural sickness fund | γεωργικό ταμείο ασθενείας |
econ. | agricultural situation | κατάσταση της γεωργίας |
agric., chem. | agricultural slag | γεωργική σκωρία |
social.sc., health., agric. | Agricultural Social Insurance Mutual Benefit Fund | Γεωργικό Ταμείο Κοινωνικής Αλληλασφαλίσεως |
social.sc., agric. | agricultural society | αγροτική οργάνωση |
social.sc., agric. | agricultural society | αγροτικό συνδικάτο |
social.sc., agric. | agricultural society | γεωργική κοινωνία |
agric. | agricultural spirit | αιθυλική αλκοόλη γεωργικής προέλευσης |
earth.sc., mech.eng. | agricultural spray pump | αντλία άρδευσης με τεχνητή βροχή |
agric. | agricultural stabiliser | γεωργικός σταθεροποιητής |
agric. | agricultural stabilizer | γεωργική σταθεροποίηση |
gen. | agricultural stabilizer | γεωργικός σταθεροποιητής |
econ. | agricultural statistics | γεωργικές στατιστικές |
agric. | agricultural structural improvement | βελτίωση των γεωργικών διαρθρώσεων |
agric., construct. | agricultural structure | αγροτική δομή |
agric., construct. | agricultural structure | γεωργική δομή |
agric., construct. | agricultural structure | αγροτική διάρθρωση |
agric. | agricultural structure | γεωργικές διαρθρώσεις |
agric., construct. | Agricultural structure data base | Βάση δεδομένων γεωργικών διαρθρώσεων |
agric. | agricultural substrate/substratums | έδαφος |
econ. | agricultural surplus | γεωργικό πλεόνασμα |
law, agric. | agricultural tenancy | σύμβαση αγρομίσθωσης |
hobby, agric. | agricultural tourism | αγροτικός τουρισμός |
hobby, agric. | agricultural tourism | αγροτουρισμός |
agric., industr. | agricultural tractor | γεωργικός ελκυστήρας |
econ. | agricultural trade | γεωργικές συναλλαγές |
gen. | agricultural training | γεωργική εκπαίδευση |
tech., industr., construct. | agricultural twine | γεωργικός σπάγκος |
tech., industr., construct. | agricultural twine | αγροτικός σπάγκος |
econ. | agricultural undertaking | γεωργική εκμετάλλευση |
econ. | agricultural undertaking | εκμετάλλευση |
econ. | agricultural unit of account | γεωργική λογιστική μονάδα |
econ., agric. | agricultural unit of account | γεωργική λογιστική μονάδα; "πράσινη" ΛΜ |
econ. | agricultural unit of account | "πράσινη" ΛM |
econ., agric. | Agricultural University of Athens | Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών |
obs., econ., agric. | Agricultural University of Athens | Ανωτάτη Γεωπονική Σχολή Αθηνών |
gen. | agricultural value added | προστιθέμενη γεωργική αξία |
agric. | agricultural value of seeds | καλλιεργητική αξία των σπόρων |
econ. | agricultural vehicle | γεωργικό όχημα |
econ. | agricultural waste | γεωργικά απόβλητα |
agric. | agricultural water schemes | έγγειες και αρδευτικές βελτιώσεις |
agric., construct. | agricultural zone | γεωργική ζώνη |
agric., construct. | agricultural zone | γεωργική περιοχή |
agric. | aid for the advertising of agricultural products | εθνική ενίσχυση για διαφήμιση γεωργικών προϊόντων |
agric., polit. | aid for the afforestation of agricultural land | ενίσχυση για τη δασοφύτευση των γεωργικών εκτάσεων |
agric. | aid for the disposal of agricultural products | ενίσχυση για τη διάθεση γεωργικών προϊόντων |
econ. | alternative agricultural production | εναλλακτική γεωργική παραγωγή |
econ. | alternative use of agricultural products | εναλλακτική χρησιμοποίηση γεωργικού προϊόντος |
agric. | an agricultural section and a transport section | ένα τμήμα για τη γεωργία και ένα τμήμα για τις μεταφορές |
econ., agric. | anti-agricultural policy | αντιαγροτική πολιτική |
agric. | Arab Organisation for Agricultural Development | Αραβικός Οργανισμός Γεωργικής Ανάπτυξης |
chem. | Association of Offical Agricultural Chemists | Ένωση Επίσημων Αναλυτικών Χημικών |
chem. | Association of Offical Agricultural Chemists | Ένωση Αναγνωρισμένων Αναλυτικών Χημικών |
econ., market. | basic agricultural product | βασικό γεωργικό προïόν |
agric. | basic agricultural product | βασικό γεωργικό προϊόν |
nat.sc. | biological make-up of agricultural species | βιολογική σύσταση των γεωργικών ειδών |
tax., social.sc., agric. | budget annex of agricultural social security benefits | παράρτημα του προϋπολογισμού για κοινωνικοαγροτικές επιδοτήσεις |
agric. | Caribbean Agricultural Research and Development Institute | Ινστιτούτο Γεωργικής Ερευνας και Ανάπτυξης της Καραϊβικής |
social.sc., agric. | Central Agricultural Mutual Benefit Fund | Κεντρικό Ταμείο Γεωργικής Αλληλοβοήθειας |
social.sc., agric. | Central Agricultural Mutual Benefit Fund | Κεντρικό Ταμείο Γεωργικής Αλληλοβοηθείας |
agric. | Centre for European Agricultural Studies | Κέντρο Ευρωπαϊκών Αγροτικών Μελετών |
agric. | cessation of agricultural production | εγκατάλειψη της γεωργικής παραγωγής |
life.sc. | climatic index of agricultural potential | κλιματικός δείκτης γεωργικής παραγωγικότητας |
agric. | code of good agricultural practice | Κώδικας Ορθής Γεωργικής Πρακτικής |
ecol., econ. | code of good agricultural practice | κώδικας ορθής γεωργικής πρακτικής |
ecol., econ. | code of good agricultural practice | κώδικας καλής συμπεριφοράς στο γεωργικό τομέα |
agric. | collective use of agricultural aircraft | συνεταιρισμός εναέριων εφαρμογών |
agric. | collective use of agricultural aircraft | ομαδοποίηση εναέριων εφαρμογών |
agric. | Committee for implementation of the Directive on type-approval of agricultural or forestry tractors, their trailers and interchangeable towed machinery, together with their systems, components and separate technical units | Επιτροπή για την εφαρμογή της οδηγίας σχετικά με την έγκριση γεωργικών ή δασικών ελκυστήρων, των ρυμουλκούμενων και των εναλλάξιμων ρυμουλκούμενων μηχανημάτων τους, καθώς και των συστημάτων, κατασκευαστικών στοιχείων και χωριστών τεχνικών ενοτήτων των οχημάτων αυτών |
law, transp. | Committee for the Adaptation to Scientific and Technical Progress of the Directives on Agricultural and Forestry Tractors | Επιτροπές Προσαρμογής των Οδηγιών στην Επιστημονική και Τεχνική Πρόοδο - Γεωργικοί και Δασικοί Ελκυστήρες |
obs., polit., agric. | Committee for the Common Organisation of the Agricultural Markets | Διαχειριστική Επιτροπή για την Κοινή Οργάνωση των Γεωργικών Αγορών |
gen. | Committee for the European Agricultural Guidance and Guarantee Fund | Επιτροπή του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Προσανατολισμού και Εγγυήσεων |
agric. | Committee of Agricultural Organisations in the European Community | Επιτροπή Γεωργικών Επαγγελματικών Οργανώσεων της ΕΟΚ |
social.sc., agric. | Committee of Agricultural Organisations in the European Union | Επιτροπή των Επαγγελματικών Γεωργικών Οργανώσεων της Ευρωπαϊκής 'Ενωσης |
social.sc., agric. | Committee of Professional Agricultural Organisations in the European Union | Επιτροπή των Επαγγελματικών Γεωργικών Οργανώσεων της Ευρωπαϊκής 'Ενωσης |
econ., agric. | Committee on Agricultural Structures and Rural Development | Επιτροπή Γεωργικών Διαρθρώσεων και Αγροτικής Ανάπτυξης |
econ., agric. | Committee on Agricultural Structures and Rural Development | επιτροπή διαχείρισης γεωργικών διαρθρώσεων και αγροτικής ανάπτυξης |
econ., agric. | Committee on Agricultural Structures and Rural Development | Επιτροπή Γεωργικών Διαρθρώσεων και Γεωργικής Ανάπτυξης |
gen. | Committee on Agricultural Structures and Rural Development | Επιτροπή γεωργικών διαρθρώσεων και αγροτικής ανάπτυξης |
gen. | Committee on certificates of specific character for agricultural products and foodstuffs | Επιτροπή βεβαιώσεων ιδιοτυπίας των γεωργικών προϊόντων και των τροφίμων |
gen. | Committee on horizontal questions concerning trade in processed agricultural products not listed in Annex I | Επιτροπή των οριζόντιων θεμάτων που αφορούν το εμπόριο μεταποημένων γεωργικών προϊόντων εκτός παραρτήματος Ι |
gen. | Committee on mutual assistance in customs and agricultural matters | Επιτροπή αμοιβαίας συνδρομής στον τελωνειακό και γεωργικό τομέα |
agric. | Committee on organic production of agricultural products and indications referring thereto on agricultural products and foodstuffs | Μόνιμη επιτροπή βιολογικής γεωργίας |
agric. | Committee on organic production of agricultural products and indications referring thereto on agricultural products and foodstuffs | Επιτροπή για το βιολογικό τρόπο παραγωγής γεωργικών προϊόντων και τις σχετικές ενδείξεις στα γεωργικά προϊόντα και στα είδη διατροφής |
agric. | Committee on the conditions governing imports of agricultural products originating in third countries following the accident at the Chernobyl nuclear power station | Επιτροπή για τον κανονισμό σχετικά με τους όρους εισαγωγής γεωργικών προϊόντων καταγωγής τρίτων χωρών μετά το ατύχημα στον πυρηνικό σταθμό του Τσερνομπίλ |
econ. | common agricultural policy | Κοινή Γεωργική Πολιτική |
agric. | Common Agricultural Policy Analysis | Ανάλυση της Κοινής Γεωργικής Πολιτικής |
agric. | Common Catalogue of Agricultural Plant Species | κοινός κατάλογος για τα γεωργικά φυτά |
agric. | common catalogue of species of agricultural plants | κοινός κατάλογος ποικιλιών καλλιεργουμένων φυτικών ειδών |
agric. | common catalogue of varieties of agricultural plant species | κοινός κατάλογος των ποικιλίων των ειδών των γεωργικών φυτών |
agric. | common catalogue of varieties of agricultural plant species | κοινός κατάλογος ποικιλιών καλλιεργουμένων φυτικών ειδών |
agric., construct. | Community typology for agricultural holdings | κοινοτική τυπολογία των γεωργικών εκμεταλλεύσεων |
agric. | Competitiveness of Agriculture and the Management of Agricultural Resources | πρόγραμμα γεωργο-βιομηχανικής έρευνας |
nat.sc., agric. | Consultative Group on International Agricultural Research | Γνωμοδοτική Ομάδα του Διεθνούς Δικτύου Γεωργικής ΄Ερευνας |
agric., R&D. | Consultative Group on International Agricultural Research | Συμβουλευτική Ομάδα για τη Διεθνή Γεωργική Ερευνα |
agric. | Convention concerning the Rights of Association and Combination of Agricultural Workers | Σύμβαση "περί του δικαιώματος του συνεταιρίζεσθαι και συνασπίζεσθαι των γεωργικών εργατών" |
gen. | conversion of agricultural production | μετατροπή της γεωργικής παραγωγής |
agric. | development of agricultural advisory services | ανάπτυξη των γεωργικών εφαρμογών |
agric. | development of agricultural advisory services | ανάπτυξη γεωργικών συμβουλευτικών υπηρεσιών |
agric., energ.ind. | diesel fuel for agricultural purposes | πετρέλαιο χρησιμοποιούμενο στη γεωργία |
agric. | Directorate for the Management of Agricultural Products | Διεύθυνση Διαχείρισης Αγοράς Γεωργικών Προϊόντων |
agric. | Directorate for the Management of Agricultural Products | Διεύθυνση Διαχείρισης Γεωργικών Προϊόντων |
agric. | Directorate for the management of agricultural products | Διεύθυνση Διαχείρισης Αγροτικών Προϊόντων ΔΙΔΑΓΕΠ |
agric. | dissemination of agricultural knowledge | διάδοση των γεωργικών γνώσεων |
agric. | distillate of agricultural origin | Πρoϊόν απόσταξης distillat γεωργικής προέλευσης |
agric. | eligible agricultural area | επιλέξιμη αρόσιμη έκταση |
agric. | ethyl alcohol of agricultural origin | αιθυλική αλκοόλη γεωργικής προέλευσης |
econ. | EU agricultural market | αγορά γεωργικών προϊόντων της ΕΕ |
obs., fin., polit. | European Agricultural Guidance and Guarantee Fund | Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Προσανατολισμού - Εγγυήσεων' Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Προσανατολισμού και Εγγυήσεων |
econ. | European agricultural model | ευρωπαϊκό γεωργικό πρότυπο |
agric., R&D. | European Agricultural Research Initiative | Ευρωπαϊκή Αγροτική Πρωτοβουλία |
agric. | European Committee of Associations of Manufacturers of Agricultural Machinery | Ευρωπαϊκή Επιτροπή των Ενώσεων Κατασκευαστών Γεωργικών Μηχανημάτων |
social.sc., agric. | European Federation of Agricultural Workers | Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Εργατών Γής |
social.sc., agric. | European Federation of Agricultural Workers' Trade Unions | Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Συνδικάτων των Εργατών της Γης |
agric. | Export and Development Company of Agricultural Products | Εταιρία Εξαγωγής και Αξιοποίησης Γεωργικών Προϊόντων |
agric. | family agricultural holding | οικογενειακή γεωργική εκμετάλλευση |
agric. | final agricultural output | τελική γεωργική παραγωγή |
agric. | food and other agricultural imports | εισαγωγές γεωργικών προϊόντων και ειδών διατροφής |
agric., polit. | framework system for national aids to agricultural income | καθεστώς πλαισίωσης των εθνικών ενισχύσεων στο γεωργικό εισόδημα |
agric. | Fund for the Encouragement of Agricultural Research | ταμείο για την προώθηση της γεωργικής έρευνας |
agric. | General Committee for Agricultural Cooperation in the EC | Γενική Επιτροπή της Γεωργικής Συνεργασίας της Ευρωπαϊκής Κοινότητας |
agric. | General Committee for Agricultural Cooperation in the European Union | Γενική Επιτροπή Γεωργικής Συνεργασίας της ΕΕ |
agric. | General Confederation of Agricultural Cooperatives in the European Union | Γενική Επιτροπή Γεωργικής Συνεργασίας της ΕΕ |
agric., R&D. | Global Forum on Agricultural Research | Παγκόσμιο Φόρουμ για την Γεωργική Έρευνα |
agric. | good agricultural practice | ορθή γεωργική πρακτική' κατάλληλη εφαρμογή των γεωργικών τεχνικών |
agric. | good agricultural practices | ορθή γεωργική πρακτική' κατάλληλη εφαρμογή των γεωργικών τεχνικών |
econ. | head of agricultural holding | επικεφαλής γεωργικής εκμετάλλευσης |
agric. | hydro-agricultural improvement schemes | έγγειες και αρδευτικές βελτιώσεις |
agric. | to increase agricultural productivity | αυξάνει την παραγωγικότητα της γεωργίας |
econ., agric. | index numbers of agricultural production | δείκτες γεωργικής παραγωγής |
agric., industr. | Intergroup on non-food uses of agricultural products | κοινοβουλετική ομάδα "non-food uses of agricultural products" |
agric., industr. | Intergroup on the Industrial Use of Agricultural Products | Διακομματική Ομάδα "Βιομηχανική χρήση γεωργικών προϊόντων" |
agric. | Interinstitutional Agricultural Sector Group | Διϋπηρεσιακή Ομάδα του Γεωργικού Τομέα των Χωρών της Κεντρικής Αμερικής |
agric. | International Agricultural Centre | Διεθνές Κέντρο Γεωργίας |
gen. | International Assessment of Agricultural Knowledge, Science and Technology for Development | Διεθνής αξιολόγηση της γεωργικής γνώσης, επιστήμης και τεχνολογίας για την ανάπτυξη |
agric. | International Federation of Agricultural Producers | Διεθνής Ομοσπονδία Αγροτών Παραγωγών |
econ. | International Fund for Agricultural Development | Διεθνές Ταμείο Γεωργικής Αναπτύξεως |
agric., UN | International Fund for Agricultural Development | Διεθνές ταμείο αγροτικής ανάπτυξης |
agric., polit. | International Fund for Agricultural Development | ΙFΑD |
agric. | International Information System for Agricultural Sciences and Technology | Διεθνές σύστημα πληροφοριών για τις επιστήμες και την τεχνολογία της γεωργίας |
social.sc., agric. | International Movement of Catholic Agricultural and Rural Youth | Διεθνής Κίνηση των Νέων Καθολικών Αγροτών |
agric., R&D. | International Service for National Agricultural Research | Διεθνής Υπηρεσία Βοηθείας στην Εθνική Γεωργική Ερευνα |
agric. | Intervention Board for Agricultural Products | Ηνωμένο Βασίλειο |
social.sc., agric. | Joint Committee on Social Problems of Agricultural Workers | Ισομερής επιτροπή για τα κοινωνικά προβλήματα των μισθωτών σε γεωργική απασχόληση |
social.sc., lab.law., agric. | Joint Committee on Social Problems of Agricultural Workers | ισομερής επιτροπή για τα κοινωνικά προβλήματα των αγρεργατών |
econ. | less-favoured agricultural area | μειονεκτική γεωργική περιοχή |
econ. | levies on imported agricultural products | εισφορές στα εισαγόμενα αγροτικά προϊόντα |
agric. | limited liability agricultural holding | γεωργική εκμετάλλευση περιορισμένης ευθύνης |
commer., polit., agric. | Long-term programme for the use of telematics for Community information systems concerned with imports/exports and the management and financial control of agricultural market organizations- C ooperation in automation of d ata and documentation for imports/ exports and agriculture | Μακροπρόθεσμο πρόγραμμα που αφορά τη χρησιμοποίηση της τηλεματικής στα Κοινοτικά συστήματα πληροφόρησης σχετικά με τις εισαγωγές και τις εξαγωγές,καθώς και τη διαχείριση και το δημοσιονομικό έλεγχο των οργανώσεων της γεωργικής αγοράς |
econ. | making a comparison of their agricultural policies | η σύγκριση της γεωργικής πολιτικής τους |
agric. | Management Committee for Agricultural Products | γεωργική επιτροπή διαχείρισης |
obs., polit., agric. | Management Committee for the Common Organisation of Agricultural Markets | Διαχειριστική Επιτροπή για την Κοινή Οργάνωση των Γεωργικών Αγορών |
agric. | Management Committee of the Common Organization of the Agricultural Market for Fruit and Vegetables | επιτροπή διαχείρισης των κοινών οργανώσεων γεωργικών αγορών σχετικά με τα οπωροκηπευτικά |
agric. | Management Committee of the Common Organization of the Agricultural Market for Milk and Milk Products | επιτροπή διαχείρισης των κοινών οργανώσεων γεωργικών αγορών σχετικά με το γάλα και τα γαλακτοκομικά προϊόντα |
agric. | Management Committee of the Common Organization of the Agricultural Market for Poultrymeat and Eggs | επιτροπή διαχείρισης των κοινών οργανώσεων γεωργικών αγορών σχετικά με τα αυγά και τα πουλερικά |
agric. | Management Committee of the Common Organization of the Agricultural Market for Products Processed from Fruit and Vegetables | επιτροπή διαχείρισης των κοινών οργανώσεων γεωργικών αγορών σχετικά με τα μεταποιημένα προϊόντα με βάση οπωροκηπευτικά |
agric. | Management Committee of the Common Organization of the Agricultural Market for Wine | επιτροπή διαχείρισης των κοινών οργανώσεων γεωργικών αγορών σχετικά με τον οίνο |
agric. | Management Committee of the Common Organization of the Agricultural Market in Beef and Veal | επιτροπή διαχείρισης των κοινών οργανώσεων γεωργικών αγορών σχετικά με το βόειο κρέας |
agric. | Management Committee of the Common Organization of the Agricultural Market in Dehydrated Fodder | επιτροπή διαχείρισης των κοινών οργανώσεων γεωργικών αγορών σχετικά με τις αποξηραμένες ζωοτροφές |
agric. | Management Committee of the Common Organization of the Agricultural Market in Flax and Hemp | επιτροπή διαχείρισης των κοινών οργανώσεων γεωργικών αγορών σχετικά με το λίνο και την κάνναβη |
agric. | Management Committee of the Common Organization of the Agricultural Market in Hops | επιτροπή διαχείρισης των κοινών οργανώσεων γεωργικών αγορών σχετικά με το λυκίσκο |
agric. | Management Committee of the Common Organization of the Agricultural Market in Live Plants and floriculture | επιτροπή διαχείρισης των κοινών οργανώσεων γεωργικών αγορών σχετικά με τα ζώντα φυτά και τα ανθοκομικά προϊόντα |
agric. | Management Committee of the Common Organization of the Agricultural Market in Oils and Fats | επιτροπή διαχείρισης των κοινών οργανώσεων γεωργικών αγορών σχετικά με τις λιπαρές ουσίες |
agric. | Management Committee of the Common Organization of the Agricultural Market in Raw Tobacco | επιτροπή διαχείρισης των κοινών οργανώσεων γεωργικών αγορών σχετικά με τα ακατέργαστα καπνά |
agric. | Management Committee of the Common Organization of the Agricultural Market in Seeds | επιτροπή διαχείρισης των κοινών οργανώσεων γεωργικών αγορών σχετικά με τους σπόρους για σπορά |
agric. | Management Committee of the Common Organization of the Agricultural Market in Sheepmeat and Goatmeat | επιτροπή διαχείρισης των κοινών οργανώσεων γεωργικών αγορών σχετικά με το κρέας αιγοπροβάτων |
agric. | Management Committee of the Common Organization of the Agricultural Market in Sugar | επιτροπή διαχείρισης των κοινών οργανώσεων γεωργικών αγορών σχετικά με τη ζάχαρη |
agric. | Management Committee of the Common Organizations of Agricultural Markets for Cereals and Rice | επιτροπή διαχείρισης των κοινών οργανώσεων γεωργικών αγορών σχετικά με τα δημητριακά και τα όρυζα |
agric. | Management Committee of the Common Organizations of Agricultural Markets for Pigmeat | επιτροπή διαχείρισης των κοινών οργανώσεων γεωργικών αγορών σχετικά με το χοίρειο κρέας |
agric. | Management Committee on Agricultural Structures and Rural Development | Επιτροπή διαχείρισης των γεωργικών διαρθρώσεων και της ανάπτυξης της υπαίθρου |
gen. | Management Committee on Agricultural Structures and Rural Development | Διαχειριστική επιτροπή γεωργικών διαρθρώσεων και αγροτικής ανάπτυξης |
agric. | manufacture of agricultural machinery and tractors | κατασκευή αγροτικών μηχανημάτων και ελκυστήρων |
agric. | manufacture of hand tools and agricultural tools | κατασκευή εργαλείων του χεριού και αγροτικών προϊόντων |
econ., market. | marketable agricultural production | γεωργική παραγωγή για εμπορικούς σκοπούς |
econ. | means of agricultural production | μέσο γεωργικής παραγωγής |
agric. | model scheme for information on rural development initiatives and agricultural markets | δίκτυο κέντρων πληροφόρησης για τις πρωτοβουλίες σε θέματα αγροτικής ανάπτυξης και για τις γεωργικές αγορές |
agric. | Multiannual programme of studies and technical assistance in the field of agricultural sector modelling | Πολυετές πρόγραμμα μελετών και τεχνικής βοήθειας στον τομέα της ανάπτυξης γεωργικών μοντέλων |
social.sc., agric. | National Agricultural Insurance Institute | Οργανισμός Γεωργικών Ασφαλίσεων |
econ. | national agricultural policy | εθνική γεωργική πολιτική |
agric. | National Agricultural Research Foundation | Εθνικό Ιδρυμα Αγροτικής Ερευνας |
agric. | National Department for Agricultural Products | εθνική υπηρεσία γεωργικών προϊόντων |
agric. | National Institute for Agricultural Research | Εθνικό Ιδρυμα Γεωπονικής Ερευνας |
agric. | National Marketing Office for Agricultural and Horticultural Products | Γεωργικός Οργανισμός Γεωργικών και Κηπευτικών Αγορών |
econ., agric. | net family agricultural income | καθαρό οικογενειακό εισόδημα |
econ., agric. | net family agricultural income | γεωργικό οικογενειακό εισόδημα |
gen. | non-agricultural activities | μη γεωργικές δραστηριότητες |
gen. | non-agricultural and non-forestry activity | εξω-γεωργική και εξω-δασοκομική δραστηριότητα |
nat.sc. | non-agricultural pesticide | γεωργικό φάρμακο μη αγροτικής χρήσεως |
chem. | non-agricultural pesticide | μη γεωργικό παρασιτοκτόνο |
social.sc. | non-agricultural population | μη αγροτικός πληθυσμός |
social.sc., agric., polit. | non-agricultural worker | απασχολούμενος σε μη γεωργικές δραστηριότητες |
social.sc., lab.law. | non-agricultural workers | μη απασχολούμενοι στη γεωργία |
agric. | non-food agricultural produce | γεωργικά προϊόντα που δεν προορίζονται για τη διατροφή |
agric. | non-food agricultural product | μη εδώδιμα γεωργικά προϊόντα |
agric. | non-food agricultural products | γεωργικά προϊόντα που δεν προορίζονται για τη διατροφή |
agric. | to obtain the best return for agricultural products | η αξιοποίηση των γεωργικών προ2bόντων |
agric. | Office for Agricultural Development in Lombardy | υπηρεσία γεωργικής ανάπτυξης της Λομβαρδίας |
social.sc. | Order of Agricultural Merit | Τάγμα της Γεωργικής Αξίας |
nat.sc., agric. | organic production of agricultural products | βιολογική παραγωγή των γεωργικών προϊόντων |
agric. | Organisation for Certification and Inspection of Agricultural Products | Οργανισμός Πιστοποίησης και Επίβλεψης Γεωργικών Προϊόντων |
agric. | owner farmed agricultural area | γεωργικές εκτάσεις χρησιμοποιούμενες για ιδιοκαλλιέργεια |
agric. | owner-farmed agricultural area | ιδιοκαλλιέργεια |
agric. | Panhellenic Confederation of Unions of Agricultural Cooperatives | Πανελλήνια Συνομοσπονδία Ενώσεων Γεωργικών Συνεταιρισμών |
agric. | para-agricultural investment in rural regions | παραγεωργική επένδυση σε αγροτική περιφέρεια |
econ. | policy on agricultural structures | πολιτική γεωργικών διαρθρώσεων |
econ. | pollution from agricultural sources | ρύπανση από τη γεωργική δραστηριότητα |
social.sc., agric. | pre-pension with non-agricultural use of land | προσύνταξη με εγκατάλειψη της γης |
econ. | price of agricultural produce | τιμές γεωργικών προϊόντων |
econ., agric., UN | primary agricultural products | πρωτογενής γεωργική παραγωγή |
earth.sc., life.sc. | principal agricultural meteorological station | κύριος σταθμός γεωργικής μετεωρολογίας |
agric. | processing and marketing of agricultural products | μεταποίηση και εμπορία γεωργικών προϊόντων |
econ., agric. | productivity of agricultural labour | παραγωγικότητα γεωργικής εργασίας |
nat.sc., agric. | programme for coordination of agricultural research | πρόγραμμα για το συντονισμό της γεωργικής έρευνας |
nat.sc., agric. | programme for research and technological development in the field of competitiveness of agriculture and management of agricultural resources | κοινοτικό πρόγραμμα για έρευνα και τεχνολογική ανάπτυξη στον τομέα της ανταγωνιστικότητας της γεωργίας και της διαχείρισης των γεωργικών πσρων |
agric., polit. | Programme of Agricultural Income Aid | πρόγραμμα ενισχύσεων στο γεωργικό εισόδημα ΠΕΓΕ |
agric. | Programme of agricultural income aid | Πρόγραμμα των γεωργικών εισοδηματικών ενισχύσεων |
social.sc., agric. | Programme of Agricultural Income Aids | Πρόγραμμα Ενισχύσεων στο Γεωργικό Εισόδημα |
econ., agric. | Programmes of agricultural income aid | Πρόγραμμα των γεωργικών εισοδηματικών ενισχύσεων |
gen. | Protocol adjusting the trade aspects of the Europe Agreement establishing an Association between the European Communities and their Member States, of the one part, and the Czech Republic, of the other part, to take account of the outcome of negotiations between the parties on new mutual agricultural concessions | Πρωτόκολλο για την προσαρμογή των εμπορικών πτυχών της Ευρωπαϊκής Συμφωνίας σύνδεσης μεταξύ των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και των κρατών μελών τους, αφενός, και της Τσεχικής Δημοκρατίας, αφετέρου, ώστε να ληφθούν υπόψη τα αποτελέσματα των διαπραγματεύσεων μεταξύ των μερών για νέες αμοιβαίες γεωργικές παραχωρήσεις |
gen. | Protocol adjusting the trade aspects of the Europe Agreement establishing an association between the European Communities and their Member States, of the one part, and the Republic of Bulgaria, of the other part, to take account of the outcome of negotiations between the Parties on new mutual agricultural concessions | Πρωτόκολλο για την προσαρμογή των εμπορικών πτυχών της ευρωπαϊκής συμφωνίας μεταξύ των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και των κρατών μελών τους, αφενός, και της Δημοκρατίας της Βουλγαρίας, αφετέρου, ώστε να ληφθούν υπόψη τα αποτελέσματα των διαπραγματεύσεων μεταξύ των μερών σχετικά με τις νέες αμοιβαίες γεωργικές παραχωρήσεις |
gen. | Protocol adjusting the trade aspects of the Europe Agreement establishing an Association between the European Communities and their Member States, of the one part, and the Republic of Hungary, of the other part, to take account of the outcome of negotiations between the Parties on new mutual agricultural concessions | Πρωτόκολλο για την προσαρμογή των εμπορικών πτυχών της ευρωπαϊκής συμφωνίας σύνδεσης μεταξύ των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και των κρατών μελών τους αφενός, και της Δημοκρατίας της Ουγγαρίας αφετέρου, ώστε να ληφθούν υπόψη τα αποτελέσματα των διαπραγματεύσεων μεταξύ των μερών για νέες αμοιβαίες γεωργικές παραχωρήσεις |
agric. | Protocol adjusting the trade aspects of the Europe Agreement establishing an association between the European Communities and their Member States, of the one part, and the Republic of Latvia, of the other part, to take account of the outcome of negotiations between the parties on new mutual agricultural concessions | Πρωτόκολλο για την προσαρμογή των εμπορικών πτυχών της ευρωπαϊκής συμφωνίας σύνδεσης μεταξύ των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και των κρατών μελών τους, αφενός, και της Δημοκρατίας της Λεττονίας, αφετέρου, ώστε να ληφθούν υπόψη τα αποτελέσματα των διαπραγματεύσεων μεταξύ των μερών σχετικά με τις νέες αμοιβαίες γεωργικές παραχωρήσεις |
gen. | Protocol adjusting the trade aspects of the Europe Agreement establishing an Association between the European Communities and their Member States, of the one part, and the Slovak Republic, of the other part, to take account of the outcome of negotiations between the parties on new mutual agricultural concessions | Πρωτόκολλο για την προσαρμογή των εμπορικών πτυχών της Ευρωπαϊκής Συμφωνίας σύνδεσης μεταξύ των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και των κρατών μελών τους, αφενός, και της Σλοβακικής Δημοκρατίας, αφετέρου, ώστε να ληφθούν υπόψη τα αποτελέσματα των διαπραγματεύσεων μεταξύ των μερών για νέες αμοιβαίες γεωργικές παραχωρήσεις |
agric. | public storage of agricultural products | δημόσια αποθεματοποίηση γεωργικών προϊόντων |
econ. | quality control of agricultural products | ποιοτικός έλεγχος γεωργικών προϊόντων |
agric. | recurrent agricultural acts and management committees | περιοδικές γεωργικές πράξεις και επιτροπές διαχείρισης |
agric. | reduced agricultural component | μειωμένη αγροτική συνιστώσα |
agric. | reduced agricultural component | μειωμένη γεωργική συνιστώσα |
agric. | reduced agricultural component | μειωμένα γεωργικά στοιχεία |
agric. | reduced agricultural component | μειωμένο γεωργικό στοιχείο |
agric. | register to monitor agricultural surfaces | κτηματολόγιο για την παρακολούθηση των αγροτικών εκτάσεων |
econ. | regulation of agricultural production | κανονιστικές ρυθμίσεις της γεωργικής παραγωγής |
law, agric. | Regulation of the European Parliament and of the Council establishing rules for direct payments to farmers under support schemes within the framework of the common agricultural policy | Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί θεσπίσεως κανόνων για άμεσες ενισχύσεις στους γεωργούς βάσει καθεστώτων στήριξης στο πλαίσιο της κοινής γεωργικής πολιτικής |
law, agric. | Regulation of the European Parliament and of the Council on the financing, management and monitoring of the common agricultural policy | Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη χρηματοδότηση, τη διαχείριση και την παρακολούθηση της κοινής γεωργικής πολιτικής |
agric. | re-nationalization of the common agricultural policy | επανεθνικοποίηση της κοινής γεωργικής πολιτικής |
econ. | rent and royalties paid for the right to make use of non-agricultural land | ενοίκια και ποσοστά που πληρώνονται για το δικαίωμα χρήσης μη αγροτικής γης |
econ. | rent of non-agricultural buildings and of dwellings | ενοίκια μη αγροτικών κτιρίων και κατοικιών |
econ., market. | re-privatization of agricultural land | επανιδιωτικοποίηση των γεωργικών εκτάσεων |
agric. | rules which are designed to make it easier to dispose of agricultural products | ρύθμιση η οποία αποσκοπεί να διευκολύνει τη διάθεση των γεωργικών προ2bόντων |
law, immigr. | seasonal agricultural worker | αλλοδαπός εποχιακός εργαζόμενος |
law, agric. | secondary agricultural law | παράγωγο γεωργικό δίκαιο |
agric. | Selection criteria for investments for improving the processing and marketing conditions for agricultural and forestry products | κριτήρια επιλογής που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη για τις επενδύσεις που αφορούν τη βελτίωση των συνθηκών μεταποίησης και εμπορίας των αγροτικών προϊόντων και προϊόντων δασοκομίας |
econ. | semi-subsistence agricultural holding | εκμετάλλευση ημιεπιβίωσης |
agric. | share-farmed agricultural area | επίμορτος αγροληψία |
agric. | special agricultural conference | 'Εκτακτη Συνδιάσκεψη για γεωργικά θέματα |
agric. | specific agricultural conversion rate | ειδική γεωργική ισοτιμία |
agric. | Specific Community research and technological development programme in the field of competitiveness of agriculture and management of agricultural resources 1989 to 1993 | Ειδικό Κοινοτικό πρόγραμμα έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης στον τομέα της ανταγωνιστικότητας της γεωργίας και της διαχείρισης των γεωργικών πόρων1989-1993 |
agric., tech., R&D. | Specific Community Research and Technological Development Programme in the field of Competitiveness of Agriculture and Management of Agricultural Resources 1989 to 1993 | Ειδικό κοινοτικό πρόγραμμα έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης στον τομέα της ανταγωνιστικότητας της γεωργίας και της διαχείρισης των γεωργικών πόρων 1989- 1993 |
agric. | Standing Committee on Agricultural Structures | Μόνιμη Επιτροπή Γεωργικών Διαρθρώσεων |
agric. | Standing Group on Promotion of Agricultural Products | Μόνιμη Ομάδα Προώθησης των Γεωργικών Προϊόντων |
gen. | State Secretary for Agricultural Markets and Food Quality | Αναπληρωτής Υπουργός των Γεωργικών Αγορών και της Ποιότητας της Διατροφής |
agric. | Subcommittee for Cooperation on Agricultural and Rural Development | Υποεπιτροπή συνεργασίας ΑΚΕ-ΕΚ για την γεωργική και αγροτική ανάπτυξη |
agric. | Subcommittee for Cooperation on Agricultural and Rural Development | υποεπιτροπή συνεργασίας για τη γεωργική και αγροτική ανάπτυξη |
agric. | Sub-Committee on Research and Technology/Agricultural and Forestry Resources | Υποεπιτροπή "΄Ερευνα και Τεχνολογία/γεωργικοί και δασικοί πόροι" |
agric. | substitute agricultural production | εναλλακτική γεωργική παραγωγή |
agric. | support services for agricultural holdings | υπηρεσία στήριξης που παρέχεται στις γεωργικές εκμεταλλεύσεις |
gen. | system of agricultural surveys | σύστημα γεωργικών ερευνών |
agric. | system of investment aid to agricultural holdings | σύστημα ενισχύσεων των επενδύσεων στις γεωργικές εκμεταλλεύσεις |
econ., agric. | Technical Centre for Agricultural and Rural Cooperation | Τεχνικό Κέντρο Γεωργικής Συνεργασίας |
econ., agric. | Technical Centre for Agricultural and Rural Cooperation | Τεχνικό Κέντρο Γεωργικής και Αγροτικής Συνεργασίας |
econ., agric. | Technical Centre for Agricultural and Rural Cooperation | Τεχνικό Κέντρο Αγροτικής και Γεωργικής Συνεργασίας |
agric. | Technical Centre for Agricultural and Rural Cooperation | Κέντρο Γεωργικής Ανάπτυξης |
agric. | Technical Centre for the Preservation of Agricultural Products | τεχνικό κέντρο διατηρήσεως γεωργικών προϊόντων |
agric. | temperate-zone agricultural product | γεωργικό προϊόν των εύκρατων περιοχών |
agric. | temperate-zone agricultural product | γεωργικό προϊον των εύκρατων ζωνών |
agric. | tenant-farmed agricultural area | γεωργική έκταση υπό αγρομίσθωση |
agric., met. | the axles and bosses of an agricultural trailer are special-steel drop forgings | οι άξονες και τα κέντρα των τροχών των αγροτικών οχημάτων είναι από σφυρηλατημένο ειδικό χάλυβα |
agric. | the degree of freedom of trade in agricultural products | ο βαθμός ελευθερίας συναλλαγών επί γεωργικών προϊόντων |
agric. | the interdependence of the agricultural matters mentioned | η αλληλεξάρτηση των γεωργικών θεμάτων που αναφέρονται |
agric. | the particular nature of agricultural activity | ο ιδιαίτερος χαρακτήρας της γεωργικής δραστηριότητος |
econ. | the rational development of agricultural production | η ορθολογική ανάπτυξη της γεωργικής παραγωγής |
agric. | thus to ensure a fair standard of living for the agricultural community | εξασφαλίζει κατ'αυτόν τον τρόπο ένα δίκαιο βιοτικό επίπεδο στο γεωργικό πληθυσμό |
agric. | transitional aid to agricultural income | μεταβατική ενίσχυση στο γεωργικό εισόδημα |
agric., construct. | Union typology for agricultural holdings | κοινοτική τυπολογία των γεωργικών εκμεταλλεύσεων |
agric., food.ind. | urgent action to supply agricultural products | επείγουσα δράση για την προμήθεια ορισμένων γεωργικών προϊόντων |
agric. | use of agricultural raw materials for non-food uses | χρήση γεωργικών πρώτων υλών για σκοπούς άλλους από τη διατροφή |
agric. | useful agricultural area | χρησιμοποιούμενη γεωργική έκταση |
agric. | utilised agricultural area | ωφέλιμη γεωργική επιφάνεια |
econ. | utilised agricultural area | χρησιμοποιούμενη γεωργική έκταση |
gen. | utilised agricultural area | Χρησιμοποιούμενη Γεωργική'Εκταση |
gen. | utilised agricultural area | Χρησιμοποιούμενη Γεωργική Επιφάνεια |
agric. | working out and implementing the common agricultural policy | διαμόρφωση και εφαρμογή της κοινής γεωργικής πολιτικής |
gen. | Working Party of Agricultural Counsellors/Attachés | Ομάδα Συμβούλων/Ακολούθων για γεωργικά θέματα |
agric. | Working Party on Agricultural Policy | Ομάδα Εργασίας "Γεωργική Πολιτική" |
agric. | Working Party on Agricultural Prices | Ομάδα Εργασίας "Γεωργικές Τιμές" |
gen. | Working Party on Agricultural Questions GMO | Ομάδα "Γεωργικά Θέματα" ΓΤΟ |
gen. | Working Party on Agricultural Structures and Rural Development | Ομάδα "Γεωργικές Διαρθρώσεις και Αγροτική Ανάπτυξη" |
gen. | Working Party on Financial Agricultural Questions Agrifin | Ομάδα "Γεωργικά και οικονομικά θέματα" AGRIFIN |
gen. | Working Party on Horizontal Agricultural Questions | Ομάδα "Οριζόντια Γεωργικά Θέματα" |
gen. | Working Party on Horizontal Agricultural Questions Strengthening of Controls | Oμάδα "Οριζόντια Γεωργικά Θέματα" Ενίσχυση των Ελέγχων |
gen. | Working Party on the Promotion of Agricultural Products | Ομάδα "Προώθηση των γεωργικών προϊόντων" |