DictionaryForumContacts

   English
Terms for subject Chemistry containing action | all forms | exact matches only
EnglishGreek
action spindleάξονας εμπλοκής
catalytic actionκαταλυτική αντίδραση
cleansing actionενέργεια καθαρισμού
Community rolling action plan for substance evaluationκυλιόμενο κοινοτικό πρόγραμμα δράσης για την αξιολόγηση των ουσιών
contact actionδράση επαφής
delayed action electric detonatorβραδύς ηλεκτρικός πυροκροτητής
to detonate under the action of a strikerεκρήγνυμαι με τη βοήθεια επικρουστήρα
electrochemical valve actionδράση ηλεκτροχημικής βαλβίδας
final regulatory actionοριστική ρυθμιστική πράξη
integral action controllerολοκληρωτικός ρυθμιστής
shattering actionσυντριπτικό αποτέλεσμα
shattering actionεκρηκτικό αποτέλεσμα
shattering actionδιαρρηκτικό αποτέλεσμα
shear actionδράση της κλίσης κατά την απόχυση
substance having a gestagenic actionουσίες με γεσταγόνο δράση
substance with a gestagenic actionουσίες με γεσταγόνο δράση