English | Greek |
a blast furnace stove is alternately "on gas" and "on blast" | ο λέβητας προθέρμανσηςπροθερμαντήραςλειτουργεί "με άεριο" και "με αέρα",εναλλάξ |
a centralised installation of welding machines or transformers | κεντρική εγκατάσταση συσκευών ή μετασχηματιστών για ηλεκτροσυγκόλληση τόξου |
a circular area heated to red heat to remove local distortion | τοπικό πύρωμα μέχρι ερυθροπυρώσεως σε κυκλική επιφάνεια για διόρθωση παραμορφώσεων |
a copper etch also shows up the impurities in solution in the steel | μια προσβολή με χαλκό αποκαλύπτει τις ακαθαρσίες οι οποίες βρίσκονται εν διαλύσει στον χάλυβα |
a ferrite containing many subgrain boundaries | φερρίτης που περιέχει μεγάλο αριθμό διαχωριστικών επιφανειών υποκρυσταλλιτών |
a fine lamellar pearlite in the initial condition acts in the same way | μια αρχική δομή από λεπτές λωρίδες προκαλεί το ίδιο αποτέλεσμα |
a network of the eutectic, ledeburite, surrounds the primary austenite dendrites | λεδεβουριτικό δίκτυο περιβάλλει τους κρυστάλλους πρωτογενούς ωστενίτου |
a nucleating particle is present which has a lattice parameter | υπάρχει ενα κέντρο πυρηνοποίησης το οποίο έχει στεθερή κρυσταλλική παράμετρο |
a polycristalline solid is formed | σχηματίζεται ενα πολυκρυσταλλικό στερεό |
a position at which a welder is working including equipment | εξοπλισμένος πάγκος συγκολλητού |
a single crystal is formed, the form of which is that of the crucible | σχηματίζεται ενας μονοκρύσταλλος του οποίου η εξωτερική μορφή είναι αυτή μιας χοάνης |
a specified period comprising a time during which an arc runs continuously plus an off time | διάρκεια τυπικού κύκλου συγκολλήσεως |
a too high hardening temperature leads to melting | πολύ υψηλές θερμοκρασίες σκλήρυνσης προκαλούν μερική ανάτηξη |
a weld made from one side the penetration bead of which can be seen | συγκόλληση πλήρους διεισδύσεως από μια πλευρά,στην οποία φαίνεται το κορδόνι διεισδύσεως |
a weld made upwards by vertical position welding | ραφή σε κατακόρυφη προς τα πάνω συγκόλληση |
ability to bridge a gap between workpieces | ικανότητα του ηλεκτροδίου να γεφυρώνει με συγκόλληση χάσματα μεταξύ δύο ελασμάτων |
annealed in a continuous furnace and air cooled | το έλασμα αναθερμάνθηκε σε κλίβανο συνεχούς ροής και στην συνέχεια ψύχθηκε στον αέρα |
apparatus for distillation under a current of steam | συσκευή απόσταξης σε ρεύμα υδρατμών |
apparatus to measure or record the time of arcing of a welding arc | συσκευή μετρήσεως χρόνου εναύσεως τόξου |
appliance for electrolysis on a mercury cathode | συσκευή ηλεκτρόλυσης με κάθοδο υδραργύρου |
application of asbestos by means of a spraying process | εφαρμογή του αμιάντου με ψεκασμό |
arch of a furnace | θόλος κλιβάνου |
arm carrying an electrode without a holder | βραχίονας με ηλεκτρόδιο χωρίς στήριγμα |
at a stress | κάτω από τάση |
austenites with a nitrogen addition agent | ωστενικός χάλυβας με προσθήκη αζώτου |
bedding a core | τοποθετώ έναν πυρήνα σε στρώμα άμμου |
bending strength modulus of a ring | μέτρο αντοχής σε κάμψη ενός δακτυλίου |
bending test of a ring | δοκιμή κάμψης ενός δακτυλίου |
bevel or J butt weld in a Tee or corner joint | εσωραφή με προετοιμασία των άκρων σε σύνδεση T ή σύνδεση γωνίας |
blackplate is a flat-rolled mild steel product | ο μαύρος σίδηρος είναι ένα ελασθέν,επίπεδο προϊόν από μαλακό χάλυβα |
blow out a core | φυσώ έναν πυρήνα |
blowpipe with a small hole cutting attachment | φλογοκόπτης διάτρησης |
bottom edge of a cut | κάτω ακμή κοπής |
to box a stove | διαφύλαξη θερμότητας ενός αναγεννητή |
to box up a stove | διαφύλαξη θερμότητας ενός αναγεννητή |
boxing up a stove | διαφύλαξη θερμότητας ενός αναγεννητή |
brazing or soldering a capillary joint | συγκόλληση διακένου |
brazing or soldering a capillary joint | συγκόλληση αρμού |
brazing or soldering in a jig | συγκόλληση με ιδιοσυσκευή |
brazing or soldering machine with a belt for conveying work past heat source | μηχανή συγκόλλησης με μεταφορική ταινία |
brazing or soldering machine with a continuously rotating table | διάταξη συγκόλλησης με συνεχώς περιστρεφόμενο τραπέζι |
brazing or soldering machine with a rotating table | διάταξη συγκόλλησης με περιστρεφόμενο τραπέζι |
brazing or soldering using a concentrated light ray as heat source | συγκόλληση με φωτεινή δέσμη |
break a joint | αποσυναρμολογώ ένα καλούπι |
burner with a small hole cutting attachment | φλογοκόπτης διάτρησης |
calibrated flask with a ground neck | βαθμονομημένη φιάλη με λειασμένο αυχένα |
capability of depositing a long small bead | ικανότητα του ηλεκτροδίου για εναπόθεση λεπτών κορδονιών μεγάλου μήκους |
coating of a sand | επικάλυψη άμμου με ρητίνη |
commitment to close down a proportion of production capacity | δεσμεύσεις για τα ελάχιστα επίπεδα κλεισίματοςπαραγωγικών μονάδων |
complete transformation in the pearlite range is only obtained after a very slow cooling rate | ο μετασχηματισμός της περλιτικής φάσης ολοκληρώνεται μόνον με αργή ψύξη |
component parts of a blowpipe | εξαρτήματα του φλογοκόπτη |
component parts of a burner | εξαρτήματα του φλογοκόπτη |
component parts of a torch | εξαρτήματα του φλογοκόπτη |
concentration of a sodium silicate | συγκέντρωση πυριτικού νατρίου |
contamination of the surface of a resistance weld by the electrode | ρύπανση της επιφάνειας από ηλεκτρόδιο |
conventional tensile strength of the bond of a solder or brazing or braze welding filler metal | συμβατική ικανότητα πρόσφυσης ενός μετάλλου συγκόλλησης |
cr ni mo hardened and quenched steel having a comparatively low transition temperature | χάλυβας βελτιωμένος με Cν-Νι-Μο που έχει συγκριτικά χαμηλή θερμοκρασία μετατροπής |
creep property of a metal | ιδιότης διαρροής ενός μετάλλου |
cross-sectional area of a weld nugget at interface | διατομή πυρήνος συγκόλλησης |
cut made with a compound cutting head | πολλαπλή κοπή |
cut to a template | κοπή αντιγραφής |
cut to a tolerance | ακριβής κοπή |
cutting machine operating with a toothless metal friction disc | μηχανή κοπής με μεταλλικούς δίσκους τριβής |
cutting using a laser | κοπή με ακτίνες λέιζερ |
cylinder wheel consisting of a flange mounted grinding cylinder | σύνθετος κωδωνοειδής λειαντικός τροχός |
diaphragm stress in a straight pipe under internal pressure | μηχανική τάση διαφράγματος μέσα σε κάθετο αυλό υπό εσωτερική πίεση |
to dip the metal in a deaerated aqueous solution | βύθιση το μετάλλου σε απαερωμένο υδατικό διάλυμα |
dismantle a mould | αποσυναρμολογώ ένα καλούπι |
distance between the toes of a weld | πλάτος ραφής |
document containing a monograph on each country | έγγραφο συνοδευόμενο από εμπεριστατωμένη μελέτη ανά χώρα |
draw on a frame | ξεκαλουπιάζω με πλαίσιο |
driving wheel tracing from a drawing | τροχός κίνησης κατευθυνόμενος από μια χάραξη |
dry a core | στεγνώνω έναν πυρήνα |
during cooling a phase transformation may occur | κατά την διάρκεια της ψύξης μπορεί να υπάρξει μια μεταβολή της κρυστάλλωσης |
during tempering a secondary hardening effect is very clearly produced | κατά την διάρκεια της επαναφοράς παρατηρείται καθαρά μια δευτερογενής σκλήρυνση |
each stage during freezing supplies a certain amount of heat | κάθε στάδιο στερεοποίησης απελευθερώνει κατά θέσεις ορισμένη ποσότητα θερμότητας |
edge of a cut | ακμή κοπής |
electrode travel in a straight line | κίνηση ηλεκτροδίου κατά μήκος ευθείας γραμμής |
electrode travel in an arc of a circle | κίνηση ηλεκτροδίου κατά μήκος κυκλικού τόξου |
electrode with a covering of the iron oxide type giving a solid slag | ηλεκτρόδιο με οξειδωτική επένδυση |
electrode with a covering of the iron oxide type giving inflated slag | ηλεκτρόδιο με όξινη επένδυση |
electrode with a female taper | ηλεκτρόδιο σημείου κωνικό εσωτερικά |
electrode with a male taper | ηλεκτρόδιο σημείου κωνικό εξωτερικά |
electrode with a very thin covering | ηλεκτρόδιο με πολλή λεπτή επικάλυψη |
electrode with one or more wires flyspun around a core wire | ηλεκτρόδιο με δικτυωτό περίβλημα |
end of a cut | τέλος της κοπής |
to enlarge with a drift pin | διευρύνω οπή |
external cylindrical broaching with a reciprocating tool | εξωτερική κυκλική διάνοιξη με ευθύγραμμα μετατοπιζόμενο εργαλείο |
external cylindrical broaching with a rotary tool | εξωτερική κυκλική διάνοιξη με περιστρεφόμενο εργαλείο |
face of a cut | επιφάνεια κοπής |
ferrites show a sub-structure called " veining " | οι φερρίτες παρουσιάζουν μια υποδομή αποκαλούμενη "νεύρωση" |
fillet weld in a corner joint | εξωραφή συγκολλήσεως σε ελάσματα που σχηματίζουν γωνία |
fillet weld in a lap joint | εξωραφή συγκολλήσεως σε ελάσματα με επικάλυψη |
finish planing with a wide tool | πλάνιση αποπεράτωσης με επιμήκη κόψη |
flame priming using a phosphating solution | αποξείδωση με φλόγα και φωσφάτωση |
flooding of a pigment | υπερχείληση χρωστικού |
force acting on a cutting tool | πίεση κοπής |
force acting on a cutting tool | αντίσταση κοπής |
guiding from a drawing | οδήγηση σχεδίου |
guiding from a drawing | αυτόματη οδήγηση με σχέδιο |
guiding from a drawing with a guiding pointer | οδήγηση σχεδίου με οδηγό βελόνη |
guiding from a drawing with a guiding roller | οδήγηση σχεδίου με οδηγό ράουλο |
guiding from a line on a workpiece | οδήγηση με χάραξη |
guiding from a strip template | οδήγηση με ράουλα τριβής |
guiding from a template | οδήγηση με αντιγραφή μοντέλου |
hardening due to the straightening of a steel surface | σκλήρυνση που οφείλεται στην επιπέδωση μιας επιφανείας χάλυβα |
hearth of a treatment furnace | εστία φούρνου θερμικής κατεργασίας |
helical chip type A | ελικοειδές απόβλιττο |
hollow electrode with a clamping device for the workpiece | ηλεκτρόδιο με σφιχτήρα |
homogeneous germination necessitates a degree of supercooling greater than l00 oC | η ομοιογενής πυρηνοποίηση απαιτεί θερμοκρασία υπέρτηξης ανώτερη των 100° C |
impact test on a notched test bar | δοκιμή κρούσης σε μια ράβδο φέρουσα εγκοπές |
in a continuous mill,the mill has stands in series | στις συνεχείς συστοιχίες,τα έλαστρα είναι τοποθετημένα το ένα μετά το άλλο |
in a steel which is recrystallised to a coarse grain size after a small deformation | σε χάλυβα ο οποίος ανακρυσταλλώθηκε σε χονδρόκοκκο μετά απο ελαφρά παραμόρφωση |
in practice a temperature difference, or undercooling, is required for solidification | στην πρακτική για την στερεοποίηση είναι αναγκαία η επιβράδυνση ή η υπόψυξη |
in the structure a roughening can be seen | η δομή παρουσιάζει τραχεία όψη |
in the washer the rising gases pass through a water spray | στο πλυντήριο τα αέρια,καθώς ανέρχονται,διασχίζουν νέφος υδροσταγονιδίων |
increasing the tempering temperature leads to a decrease in hardness | η αύξηση της θερμοκρασιάς επαναφοράς προκαλεί μείωση της σκληρότητας |
inert gas arc welding using a non-consumable electrode | συγκόλληση τόξου με αδρανές αέριο και μη αναλώμενο ηλεκτρόδιο |
interface of a weld nugget | διατομή πυρήνος συγκόλλησης |
iron oxide covering giving a solid slag | οξειδωτικός μανδύας |
keyhole notch with a root radius of l mm | εγκοπή σχήματος κλειδαρότρυπας με ακτίνα στον πυθμένα της εγκοπής 1μμ |
labourer in a bolts factory | κοχλιοποιός |
lack of fusion due to metal being deposited on a layer of oxide which has fused but not dispersed | ατελής τήξη λόγω υπάρξεως οξειδίου που έχει τακεί αλλά δεν έχει διασκορπισθεί |
lack of fusion due to metal being deposited on a layer of oxide which has not been fused | ατελής τήξη λόγω υπάρξεως οξειδίου που δεν έχει τακεί |
lashing of a core | δέσιμο πυρήνα |
line a bearing | επενδύω ένα κουζινέτο |
lining a bearing | επένδυση ενός κουζινέτου |
load-extension diagram of a mild steel | καμπύλη τάσης-επιμήκυνσης ενός μαλακού χάλυβα |
loading conditions on a welding set during hand-welding | χειροκίνητη συγκόλληση |
losing a cut | διακοπή της κοπής |
lute a mould | σφραγίζω ένα καλούπι με πηλό |
machining on a vertical boring mill | κατακόρυφο τορνάρισμα |
making a butt weld in the downhand position | συγκόλληση εσωραφής με ραφή I σε οριζόντιο επίπεδο |
making a butt weld in the flat position | συγκόλληση εσωραφής με ραφή I σε οριζόντιο επίπεδο |
making a butt weld in the gravity position | συγκόλληση εσωραφής με ραφή I σε οριζόντιο επίπεδο |
making a butt weld in the horizontal position | συγκόλληση εσωραφής σε οριζόντια διεύθυνση σε κατακόρυφο επίπεδο |
making a butt weld in the horizontal position | συγκόλληση εσωραφής με ραφή I σε οριζόντιο επίπεδο |
making a butt weld in the horizontal-vertical position | συγκόλληση εσωραφής σε οριζόντια διεύθυνση σε κατακόρυφο επίπεδο |
making a fillet weld in the downhand position | συγκόλληση εξωραφής σε οριζόντιο επίπεδο |
making a fillet weld in the flat position | συγκόλληση εξωραφής σε οριζόντιο επίπεδο |
making a fillet weld in the gravity position | συγκόλληση εξωραφής σε οριζόντιο επίπεδο |
making a fillet weld in the horizontal position | συγκόλληση εξωραφής σε οριζόντιο-κατακόρυφο επίπεδο |
making a fillet weld in the horizontal-vertical position | συγκόλληση εξωραφής σε οριζόντιο-κατακόρυφο επίπεδο |
making a fillet weld in the overhead position | συγκόλληση εξωραφής σε θέση οροφής |
manganese addition agents have a beneficial effect on depth hardness | η προσθήκη μαγγανίου βελτιώνει τη σκληρότητα σε βάθος |
metal used as a binder | βοηθητικό μέταλλο |
modulus of rupture in a transverse test | μέτρο θραύσης σε εγκάρσια δοκιμή |
molten pool with a frothy surface | μεταλλικό λουτρό με αφρισμένη επιφάνεια |
mould from a casting | καλουπιάζω από ένα χυτό |
mould in a snap flask | καλουπιάζω σε βγαλμένο πλαίσιο |
moulding from a casting | κατασκευή καλουπιών από ένα χυτό |
nett cross-section of a rolled section | καθαρή διατομή ενός εξηλασμένου προφίλ |
nitriding is applied to obtain a solid nitrogen solution in the matrix %1F BTL | η εναλάτωση προκαλεί τη δημιουργία στερεού διαλύματος αζώτου μέσα στη μήτρα |
observation window of a furnace | θυρίδα παρατήρησης κλιβάνου |
often a successive etching in the two solutions is suitable | συχνά είναι προτιμώτερη η διαδοχική χάραξη με χρήση των δύο αντιδραστηρίων |
oxyarc cutting electrode with a central oxygen hole | ηλεκτρόδιο κοπής με τόξο και οξυγόνο και εσωτερική οπή οξυγόνου |
oxygen cutting with the assistance of a steel rod | κοπή οξυγόνου με τη βοήθεια μεταλλικής βέργας |
partial homogenizatiom of segregation on a grain scale | μερική ομογενοποίηση των διαφορισμών στην κλίμακα του κόκκου |
piercing using a laser | κοπή με ακτίνες λέιζερ |
plastification in a cross section | πλαστικοποίηση σε διατομή |
point on a workpiece where cutting is taking place at any instant | στιγμιαία θέση κοπής |
porosity in a weld due to carbon monoxide | πορώδες στη συγκόλληση από εγκλεισμένο αέριο μονοξείδιο του άνθρακα |
preheating flame from a separate blowpipe | φλόγα προθέρμανσης |
preheating flame from a separate torch | φλόγα προθέρμανσης |
quenching a steel and tempering it at a high temperature | βαφή χάλυβα και επαναφορά του σε υψηλή θερμοκρασία |
rabble a bath | αναδεύω ένα μπάνιο |
radiations liable to cause a phase change and embrittlement | ακτινοβολίες που μπορούν να οδηγήσουν σε μετασχηματισμούς φάσεων και σε ευθραυστοποιήσεις |
reappearance of the columnar zone after a halt in the stirring | επανεμφάνιση της βασαλτικής ζώνης μετά την παύση της ανάδευσης |
rectification of distortion by means of a flame | διόρθωση των παραμαορφώσεων με τοπικό πύρωμα φλόγας καυσίμου αερίου |
restarting a weld | επανένταξη της συγκολλήσεως |
restoration of a weld | κανονικοποίηση συγκόλλησης |
restoration of a weld | κανονικοποίηση ραφής |
sand coated with a thin layer of synthetic resin | άμμος με λεπτό επίχρισμα συνθετικής ρητίνης |
seam welding using a fixed mandrel | συγκόλληση ραφής με σταθερό ρολό |
seam welding using a moving mandrel | συγκόλληση ραφής με κινούμενο ρολό |
selective corrosion is a frequent concomitant of rising temperature | η αύξηση της θερμοκρασίας έχει συχνά σαν επακόλουθο την εκλεκτική διάβρωση |
shear deflexion of a panel of sheeting under unit load | κάμψη διάτμησης ενός πλαισίου θωράκισης υπό την επίδραση μονάδας φορτίου |
side-shield of a furnace | τοίχωμα κλιβάνου |
skin dry a mould | στεγνώνω εξωτερικά ένα καλούπι με φλόγα |
slabs are produced by a slabbing mill | τα πλατέα είναι προϊόντα της εξέλασης |
slag covering only one side or the other of a weld face | μονόπλευρη σκωρία |
slag which has a rippled surface | σκωρία πτυχοειδούς επιφάνειας |
slag with a depression along the axis of the deposit | σκωρία με βαθουλώματα στον άξονα της απόθεσης |
slag with a smooth surface and a honeycomb of blowholes against the metal | πορώδης σκωρία |
slag with a smooth surface and a honeycomb of blowholes against the metal | αφρώδης σκωρία |
slip deformation is reflected by the formation of a relief on the surface of the piece | η παραμόρφωση με ολίσθηση εκδηλώνεται στην επιφάνεια των τεμαχών με τον σχηματισμό ανάγλυφου |
spraying a composite coating | ψεκασμός σύνθετης επικάλυψης |
spraying a double coating | ψεκασμός δύο διαδοχικών στρωμάτων |
spraying a duplex coating | ψεκασμός δύο διαδοχικών στρωμάτων |
stabilizing treatment with a view to producing fine precipitates | κατεργασία σταθεροποίησης με σκοπό τη δημιουργία λεπτών κατακρημνισμάτων |
start of a cut | σημείο έναρξης της κοπής |
starting portion of a hob | μεταβατική περιοχή φρέζας για την έναρξη της κοπής |
step between the start and the end of the cut in a closed cut | μετατόπιση τομής |
step between the start and the end of the cut in a closed cut | δόντι |
stir a bath | αναδεύω ένα μπάνιο |
strip can be through hardened up to a thickness of nearly 5mm | φυλλίδιο που μπορεί να σκληρυνθεί μέχρι πάχους 5 mm περίπου |
suitability for a given apparatus | καταλληλότητα |
tensile test at a high temperature | δοκιμή εφελκυσμού σε υψηλή θερμοκρασία |
test in a 25 cm Epstein square | δοκιμή με πλαίσιο Epstein 25 cm |
the allotropic transformation is accompanied by a refinement of the grain | ο αλλοτροπικός μετασχηματισμός συνοδεύεται από εκλέπτυνση του κόκκου |
the arc furnace is a hearth furnace with a working chamber covered by a domed roof | η κάμινος τόξου είναι κάμινος ανοικτής πυράς με θολωτή οροφή |
the austenite becomes homogeneous and a uniform martensite is formed during quenching | ο ωστενίτης ομογενοποιείται και δίνει με απότομη ψύξη ομοιόμορφο μαρτενσίτη |
the bainite plates form by a transformation involving slow shear | οι πλάκες βεανίτου σχηματίζονται μέσω ενός μετασχηματισμού ο οποίος συνεπάγεται αργή ολίσθηση |
the barrel of a mill roll may have a plain or grooved surface | η επιφάνεια των κυλίνδρων των ελάστρων μπορεί να είναι λεία ή αυλακωτή |
the characteristics of steels used as a control group | τα χαρακτηριστικά των χαλύβων που χρησιμοποιούνται σαν ομάδα αναφοράς |
the cooling is carried out in oil, a dry air blast or in a salt bath | η ψύξη πραγματοποιείται σε λάδι,σε ρεύμα ξηρού αέρα ή σε θερμό αλατούχο λουτρό |
the dimension on a convex fillet weld corresponding to the effective throat thickness of the same size mitre fillet weld convex fillet weld | λαιμός |
the equivalent cross-sectional area of a straight bar | ισοδύναμη διατομή |
the ferrite surrounds the pearlite perlite as a network | ο φερρίτης περιβάλλει τον περλίτη υπό μορφή πλέγματος |
the first run of a weld | το πρώτο πάσσο σε μία συγκόλληση,στην οποία φαίνεται το κορδόνι διεισδύσεως |
the formation of a lamellar pearlite as a simultaneous precipitation of ferrite and carbide | σχηματισμός βελονοειδούς περλίτη ως αποτέλσμα ταυτόχρονης κατακρήμνισης φερρίτη και καρβιδίου |
the formation of pearlite by a simultaneous precipitation | σχηματισμός περλίτη από συνδυασμό ταυτόχρονων αντιδράσεων |
the formation of pearlite is preceded by a slight pro-eutectoid carbide precipitation | του σχηματισμού του περλίτη προηγείται ελαφράς μορφής κατακρήμνιση προευτηκτοειδούς καρβιδίου |
the gamma field is bounded by a solubility loop | η περιοχή γάμα περιορίζεται από εναν βρόγχο διαλυτότητας |
the grains exhibit a common crystallographic direction | οι κρυσταλλίτες της βασαλτικής ζώνης αναπτύσσονται σύμφωνα με μια κοινή κρυσταλλογραφική διεύθυνση |
the heat treatment caused a spheroidization of the pearlitic cementite | η θερμική επεξεργασία προκάλεσε σφαιροποίηση του περλιτικού σεμεντίτη |
the maximum cross-sectional area of mild steel than can be welded within the rated capacity of a machine | μέγιστη διατομή μαλακού σιδήρου που συγκολλιέται από τη συσκευή |
the mill rolls are direct-connected to the motor via a spindle | οι κύλινδροι του ελάστρου συνδέονται άμεσα με τον κινητήρα με οδοντωτό άξονα |
the primary banded structure can be attenuated by a homogenizing anneal | η πρωτογενής ζωνώδης δομή μπορεί να εκλεπτυνθεί με ανόπτηση ομογενοποίησης |
the restart of a weld | το σημείο επανενάρξεως της συγκολλήσεως |
the second is a normalizing treatment destined to refine the grain | στην συνέχεια προβαίνουμε σε επεξεργασία εξομάλυνσης με σκοπό την εκλέπτυνση του κόκκου |
the skin pass gives the strip a suitable surface finish | η τελική επεξεργασία της επιφάνειας των λωρίδων γίνεται με έλαστρο σκλήρυνσης |
the smallest electrode pressure necessary to make a good electrical contact at the faying surfaces | ελάχιστη πίεση επαφής |
the steel shows in a banded structure caused by solidification segregation | η δομή κατά λωρίδες του χάλυβα προέρχεται από τον πρωτογενή διαφορισμό |
the structure of a thin sheet of deep drawing quality steel | δομή ενος λεπτού χαλύβδινου ελάσματος ποιότητας για βαθειά διέλκυση |
the sulphide itself may be a true entectic | το ίδιο το σουλφίδιο μπορεί να είναι ενα πραγματικό ευτηκτικό |
the threads of segregate constitute a zone of weakness, rich in sulphide inclusions | οι ίνες διαφορισμού αποτελούν μια εύθραυστη ζώνη πλούσια σε εγκλείσματα θειούχων ενώσεων |
the time between the start of welding pressure and the start of welding current in a complex weld cycle | ο χρόνος μεταξύ της αρχής πιέσεως συγκολλήσεως και της αρχής διελεύσεως του ρεύματος συγκολλήσεως σε ένα πολύπλοκο κύκλο συγκολλήσεως |
there exists a preferential direction for growth of the crystals | υπάρχει μια κατά προτίμηση διεύθυνση ανάπτυξης των κρυστάλλων |
there is a diffusion of interstitial elements | πραγματοποιείται διάχυση των στοιχείων ενδόθετης τοποθέτησης |
there is a grain growth | πραγματοποιείται ανάπτυξη των κόκκων |
thickness of filler metal in a brazed joint | πάχος της συγκόλλησης |
thread cutting with a leader | τόρνευση σπειρωμάτων με σύνθετο εργαλείο μετακινούμενο μέσω καθοδηγητικής διάταξης |
tilt a mould | γέρνω ένα καλούπι |
tilting of a furnace | ανατροπή του κλιβάνου |
tinplate is supplied with a bright or matt finish | ο λευκοσίδηρος παραδίδεται γυαλιστερός ή ματ |
top edge of a cut | πάνω ακμή κοπής |
torch with a small hole cutting attachment | φλογοκόπτης διάτρησης |
tube fitted with a collar | σωλήνας με κολάρο |
tube fitted with a ring | σωλήνας με δακτύλιο |
visual examination of a specimen broken through the weld | οπτική εξέταση της υφής της επιφανείας θραύσεως σε δοκίμιο συγκολλήσεως |
weigh a mould | ζυγιάζω ένα καλούπι |
weight of metal deposited in unit time a maximum current | μεγίστη ταχύτητα εναποθέσεως μετάλλου |
welding set with a continuous wave high frequency ionizer | συσκευή συγκολλήσεως με συνεχές κύμα ιονισμού υψηλής συχνότητας |
welding set with a surge injector | συσκευή συγκολλήσεως με γεννήτρια παλμών |
welding set with separate motor and generator on a common baseplate | σύστημα συγκόλλησης με διαφορετικό κινητήρα και γεννήτρια σε κοινή βάση |
welding using a backing bar or backing strip | συγκόλληση με ράβδο ή ταινία στήριξης |
welding which ensures full penetration without a penetration bead | συγκόλληση πλήρους διεισδύσεως χωρίς ξεχωριστό κορδόνι διεισδύσεως |
wheel with a square edged profile | ρόλος με ευθύγραμμο αυλάκι |
work capacity of a forming machine | μέγιστο έργο παραμόρφωσης εργαλειομηχανής |
x-ray diffraction pattern of a muck-like deposit | διάγραμμα περίθλασης ακτίνων Χ μιας λασποειδούς απόθεσης |