Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
English
⇄
Arabic
Chinese
Danish
Dutch
English
French
German
Greek
Hebrew
Italian
Japanese
Polish
Portuguese
Russian
Serbian Latin
Spanish
Ukrainian
Urdu
Uzbek
Terms for subject
General
containing
P
|
all forms
|
exact matches only
English
Greek
A/
P
2 filter respirator for organic vapour and harmful dust
αναπνευστικό φίλτρο τύπου A/P2 για οργανικούς ατμούς και επιβλαβείς σκόνες
anti-
P
antibody
αντίσωμα αντι-P
anti-
P
antiserum
αντιορός αντι-P
chargé d'affaires e.
p
.
μόνιμος επιτετραμμένος
ethyl
p
-hydroxybenzoate
π-υδροβενζοϊκός αιθυλεστέρας ; 4-υδροβενζοϊκός αιθυλεστέρας ; Ε 214
In
P
based materials
υλικά με βάση In Ρ
methyl
p
-hydroxybenzoate
π-υδροξυβενζοϊκό μεθύλιο ; 4-υδροβενζοϊκός μεθυλεστέρας ; Ε 218
P
.A.X.
ιδιωτικό αυτόματο τηλέφωνο
P
2 filter respirator for harmful particles
αναπνευστικό φίλτρο τύπου P2 για επιβλαβή σωματίδια
P
1 filter respirator for inert particles
αναπνευστικό φίλτρο τύπου P1 για αδρανή σωματίδια
P
3 filter respirator for toxic particles
αναπνευστικό φίλτρο τύπου P3 για τοξικά σωματίδια
p
-form
παρα-μορφή
p
-marker
φραστικός δείκτης
P
.R.M.
ρύθμιση συχνότητας παλμών
p
-sulfaminobenzoic
π-σουλφαμινοβενζοϊκό οξύ
pulse duration modulation, pulse width modulation
P
.W.M.
διαμόρφωση της παλμικής διάρκειας
sodium ethyl
p
-hydroxybenzoate
π-υδροξυβενζοϊκού αιθυλίου, άλας μέ νάτριο ; 4-υδροβενζοϊκός νατριοαιθυλεστέρας Ε 215
sodium methyl
p
-hydroxybenzoate
π- υδροξυβενζοϊκού μεθυλίου, άλας με νάτριο ; 4-υδροβενζοϊκός νατριομεθυλεστέρας Ε 219
Get short URL