DictionaryForumContacts

   English
Terms for subject General containing O | all forms | exact matches only
EnglishGreek
D2O initial inventoryαρχική περιεχομένη ποσότης βαρέος ύδατος
D2O initial inventoryαρχικό απόθεμα βαρέος ύδατος
D2O initial inventoryαρχικό απόθεμα D2O
D2O initial inventoryαρχική περιεχομένη ποσότης D2O
D2O pressure vessel reactorδοχείο πιέσεως αντιδραστήρα βαρέος ύδατος
D2O pressure vessel reactorδοχείο πιέσεως αντιδραστήρα D2O
o.c.valueτιμή ΑΣΑ
o.c.valueτιμή ανοικτού δοχείου
o.c.valueανοικτό σημείο αναφλέξεως
o-formόρθο-μορφή
O networkδικτύωμα Ο
O symbolσύμβολο Ο
S.O.S. Racisme IntergroupΔιακομματική Ομάδα "S.O.S. Ρατσισμός"
unless the regulations made pursuant to Article 2O provide otherwiseεκτός αντιθέτων διατάξεων του κανονισμού που εκδίδεται κατ'εφαρμογή του άρθρου 209