Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
English
⇄
English
Greek
Russian
Terms
for subject
Transport
containing
N, N
|
all forms
English
Greek
category N3
κατηγορία N3
category N2
κατηγορία N2
category N1
κατηγορία N1
economy bain n
δεξαμενή αποταμίευσης
economy bain n
δεξαμενή αποταμιεύσεως κλεισιάδος
ILO Convention n° 73 concerning Medical Examination of Seafarers
Σύμβαση IMO αριθ.73 για τις ιατρικές εξετάσεις των ναυτικών
kiss'n ride
κις εντ ράϊντ
motor vehicle, category N3
όχημα με κινητήρα,κατηγορία Ν3
motor vehicle,category N2
όχημα με κινητήρα,κατηγορία Ν2
motor vehicle,category N1
όχημα με κινητήρα,κατηγορία Ν1
N.R.T
κόροι καθαρής χωρητικότητας
N-strut
στυλίδια σε σχήμα Ν
N-X type free lever signal box
χειριστήριο με ελεύθερους μοχλούς εισόδου και εξόδου
N-X type free lever signal box
θάλαμος χειρισμών με ελεύθερους μοχλούς εισόδου και εξόδου
Get short URL