DictionaryForumContacts

   English
Terms for subject Labor law containing MAC | all forms | exact matches only
EnglishGreek
MAC at place of workμέγιστη αποδεκτή συγκέντρωση στους εργασιακούς χώρους
occupational MACμέγιστη αποδεκτή συγκέντρωση στους εργασιακούς χώρους