English | Greek |
a common law offence committed with the aim of tax evasion | αδίκημα του κοινού δικαίου το οποίο διαπράττεται με σκοπό τη φοροαπάτη |
a contract which is governed by English law | σύμβαση που διέπεται από το αγγλικό δίκαιο |
a step back in Community law | οπισθοδρόμηση του κοινοτικού δικαίου |
abuse of law | κατάχρηση δικαιώματος |
action at law | αγωγή |
action brought on the ground of infringement of any rule of law relating to the application of the Treaty | προσφυγή που ασκείται λόγω παραβάσεως οποιουδήποτε κανόνα δικαίου σχετικά με την εφαρμογή της Συνθήκης |
action for a declaration that a decision or a recommendation is void on the ground of infringement of the Treaty or any rule of law relating to its application | προσφυγή ακυρώσεως λόγω παραβάσεως της συνθήκης ή οποιουδήποτε κανόνα δικαίου σχετικά με την εφαρμογή της |
action programme to improve awareness of Community law within the legal professions Robert Schuman project | πρόγραμμα δράσης για την ευαισθητοποίηση στο κοινοτικό δίκαιο των ασκούντων νομικά επαγγέλματα πρόγραμμα Robert Schuman |
Action programme to improve awareness of Community law within the legal professions | Πρόγραμμα δράσης για την ευαισθητοποίηση στο κοινοτικό δίκαιο των ασκούντων νομικά επαγγέλματα |
actions brought on grounds of lack of competence, infringement of an essential procedural requirement, infringement of this Treaty or of any rule of law relating to its application, or misuse of powers | προσφυγές που ασκούνται λόγω αναρμοδιότητος, παραβάσεως ουσιώδους τύπου, παραβάσεως της παρούσας συνθήκης ή οποιουδήποτε κανόνα δικαίου σχετικού με την εφαρμογή ή λόγω καταχρήσεως εξουσίας |
actions brought on grounds of lack of competence, infringement of an essential procedural requirement, infringement of this Treaty or of any rule of law relating to its application, or misuse of powers | προσφυγές που ασκούνται λόγω αναρμοδιότητος,παραβάσεως ουσιώδους τύπου,παραβάσεως της παρούσας συνθήκης ή οποιουδήποτε κανόνα δικαίου σχετικού με τη εφαρμογή της,ή λόγω καταχρήσεως εξουσίας |
activities which fall within the scope of Union law | δραστηριότητες που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης |
ad personam law | νόμος ad personam |
ad personam law | νομοθεσία ad personam |
administrative law action | προσφυγή κατ' αντιδικίαν |
Agreement between the European Union and Georgia on the status and activities of the European Union Rule of Law Mission in Georgia, EUJUST THEMIS | Συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Γεωργίας περί του καθεστώτος και των δραστηριοτήτων της αποστολής EUJUST-ΘΕΜΙΣ της Ευρωπαϊκής Ένωσης για κράτος δικαίου στη Γεωργία |
Agreement on Treaty Law | Σύμβαση για το Δίκαιο των Συμβάσεων |
Agreement on Treaty Law | Σύμβαση για τα δικαιώματα που απορρέουν από τις συμβάσεις |
Agreement relating to the Implementation of Part XI of the United Nations Convention on the Law of the Sea | Συμφωνία για την εφαρμογή του Μέρους ΧΙ της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας της 10ης Δεκεμβρίου 1982 |
Agreement relating to the implementation of part XI of the United Nations Convention on the Law of the Sea | Συμφωνία σχετική με την εφαρμογή του μέρους XI της Συμβάσεως των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θαλάσσης |
agricultural law | γεωργικό δίκαιο |
agricultural law | αγροτικό δίκαιο |
alleged contraventions or maladministration in the implementation of Community law | καταγγελίες παραβάσεων ή κακής διοίκησης κατά την εφαρμογή κατά την εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου |
amending law | νέα πρόταση κειμένου νομοθετήματος "novella" |
and other legal persons governed by public or private law | και τα άλλα νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου |
anti-trust law | αντιμονοπωλιακή νομοθεσία |
any rule of law relating to the application of the Treaty | οποιοσδήποτε κανόνας δικαίου σχετικός με την εφαρμογή της συνθήκης |
appeal in immigration law | ένδικα μέσα και βοηθήματα προβλεπόμενα από τη νομοθεσία περί αλλοδαπών |
appeal on a point of law | προσφυγή επί νομικού ζητήματος |
appeal on points of law | αναίρεση |
applicable law | εφαρμοστέο δίκαιο |
application of national laws for the purpose of prohibiting the use of Community trade marks | εφαρμογή του εθνικού δικαίου προς το σκοπό της απαγόρευσης της χρήσης κοινοτικών σημάτων |
approximation of criminal laws | προσέγγιση των ποινικών νομοθεσιών |
approximation of laws | προσέγγιση νομοθεσιών |
approximation of the laws of the Member States | προσέγγιση των εθνικών νομοθεσιών |
arguments of fact and law relied on | προβαλλόμενα πραγματικά και νομικά επιχειρήματα |
association law | δίκαιο των συλλόγων |
atomic law | δίκαιο για την χρησιμοποίηση της ατομικής ενέργειας |
atomic law | ατομικό δίκαιο |
Austrian federal law on the grant of advances on children's maintenance | νόμος περί της προκαταβαλλομένης διατροφής για τη συντήρηση τέκνων |
banking law | τραπεζικό δίκαιο |
bankruptcy law | πτωχευτικό δίκαιο |
Basic Law | ΒΝ |
Basic Law | Βασικός Νόμος |
basic law | νόμος πλάισιο |
basic law on inland transport | νόμος για τους προσανατολισμούς της πολιτικής χερσαίων μεταφορών |
basic principle of law | βασική νομική αρχή |
to be protected by the rule of law | είμαι υπό την προστασία κανόνων δικαίου |
to be protected by the rule of law | προστατεύομαι από καθεστώς δικαίου |
Benelux Committee on the unification of law | Επιτροπή Benelux για τη μελέτη της ενοποιήσεως του δικαίου |
breach of Community law | παράβαση του κοινοτικού δικαίου |
by operation of law | δια της λειτουργίας του νόμου |
cartel law | νομοθεσία περί καρτέλ |
case law | νομολογία |
case-law database | βάση HUDOC |
case-law database | βάση δεδομένων νομολογίας |
case-law of the Court of Justice | νομολογία του Δικαστηρίου |
Centre of International and European Economic Law | Κέντρο Διεθνούς και Ευρωπαϊκού Οικονομικού Δικαίου |
certainty of law | ασφάλεια δικαίου |
choice of law | επιλογή του εφαρμοστέου δικαίου |
choice of law rule | κανόνας συγκρούσεως νόμων |
choice of the applicable law | επιλογή του εφαρμοστέου δικαίου |
civil law case | υπόθεση αστικού δικαίου |
civil law case | αστική αγωγή αποζημίωσης |
civil law claim | αστική αγωγή |
Civil Law Convention on Corruption | Σύμβαση για θέματα Αστικού Δικαίου περί διαφθοράς |
civil law notary | συμβολαιογράφος |
civil law partnership | κοινωνία των πολιτών |
civil law partnership | αστική εταιρεία |
Code of mercantile law | Εμπορικός Kώδικας |
codification of labour law | κωδικοποίηση εργατικού δικαίου |
Commission on European Contract Law | διεθνής επιτροπή για το ευρωπαϊκό δίκαιο των συμβάσεων |
Commission on European Contract Law | Επιτροπή Lando |
common law | κοινό δίκαιο ή κοινοδίκαιο |
common law | εθιμικό δίκαιο |
common law offence | αδίκημα κοινού ποινικού δικαίου |
Common programme for the exchange and training of, and cooperation between, law enforcement authorities | Κοινό πρόγραμμα για ανταλλαγές, εκπαίδευση και συνεργασία μεταξύ των αρχών επιβολής του νόμου |
Common Programme for the exchange and training of, and cooperation between, law enforcement authorities | κοινό πρόγραμμα για ανταλλαγές, εκπαίδευση και συνεργασία μεταξύ των αρχών επιβολής του νόμου |
common programme for the exchange and training of,and cooperation between,law enforcement authorities | κοινό πρόγραμμα για ανταλλαγές,εκπαίδευση και συνεργασία μεταξύ των αρχών επιβολής του νόμου |
common programme for the exchange and training of,and cooperation between,law enforcement authorities | πρόγチαμμα OISIN |
common rules on competition, taxation and approximation of laws | κοινοί κανόνες για τον ανταγωνισμό, τη φορολογία και την προσέγγιση των νομοθεσιών |
Community environmental law | κοινοτική νομοθεσία για το περιβάλλον |
Community law | κοινοτικό δίκαιο |
Community law relating to trade marks | κοινοτικό δίκαιο περί σημάτων |
companies or firms governed by the laws of different countries | εταιρίες που διέπονται από το δίκαιο διαφόρων Kρατών μελών |
companies or firms means companies or firms constituted under civil or commercial law | ως εταιρίες νοούνται οι εταιρίες αστικού ή εμπορικο29 δικαίου |
company governed by public law | εταιρία δημοσίου δικαίου |
company under private law | εταιρεία ιδιωτικού δικαίου |
competition law | νομοθεσία περί ανταγωνισμού |
complementary application of national law relating to infringement | συμπληρωματική εφαρμογή του εθνικού δικαίου σε θέματα παραποίησης |
complementary application of national law relating to infringement | συμπληρωματική εφαρμογή του εθνικού δικαίου σε θέματα απομίμησης |
computer law | δίκαιο των ηλεκτρονικών υπολογιστών |
concession law | δίκαιο των παραχωρήσεων |
conflict of laws | σύγκρουση νόμων |
conflict of laws | σύγκρουση ως προς το εφαρμοστέο δίκαιο |
conflict of laws | σύγκρουση κανόνων δικαίου |
confused state of case-law | νομολογιακή σύγχυση |
Consolidated Law on private insurance | κωδικοποιημένος νόμος για τις ιδιωτικές ασφαλίσεις |
to constitute a breach of criminal law | αντίκειμαι στην ποινική νομοθεσία |
constitute a breach of criminal law, to | αντίκειμαι στον ποινικό νόμο |
contract law | ενοχικό δίκαιο |
contract of employment subject to private law | σύμβαση εργασίας διεπομένη από το ιδιωτικό δίκαιο |
contractual law | δίκαιο των συμβάσεων |
Convention on the accession of the Republic of Austria, the Republic of Finland and the Kingdom of Sweden to the Convention on the law applicable to contractual obligations, opened for signature in Rome on 19 June 1980, and to the First and Second Protocols on its interpretation by the Court of Justice | Σύμβαση για την προσχώρηση της Δημοκρατίας της Αυστρίας, της Δημοκρατίας της Φινλανδίας και του Βασιλείου της Σουηδίας στη Σύμβαση για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές, η οποία άνοιξε προς υπογραφή στη Ρώμη στις 19 Ιουνίου 1980, καθώς και στο πρώτο και δεύτερο πρωτόκολλο όσον αφορά την ερμηνεία της από το Δικαστήριο |
Convention on the law applicable to certain rights in respect of securities held with an intermediary | Σύμβαση της Χάγης για το εφαρμοστέο δίκαιο σε ορισμένα δικαιώματα επί τίτλων που κατέχονται από διαμεσολαβητές |
Convention on the law applicable to contractual obligations | Σύμβαση της Ρώμης Ι |
Convention on the law applicable to contractual obligations | σύμβαση για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές υποχρεώσεις |
Convention on the law applicable to contractual obligations | Σύμβαση της Ρώμης |
Convention on the law applicable to contractual obligations | Σύμβαση για το εφαρμοστέο Δίκαιο στις συμβατικές ενοχές |
Convention on the law applicable to contractual obligations | Σύμβαση για το δίκαιο που διέπει τις συμβατικές ενοχές |
convention on the law applicable to extracontractual obligations | σύμβαση περί του εφαρμοστέου δικαίου στις εξωσυμβατικές ενοχές |
Convention on the Law Applicable to Traffic Accidents | Σύμβαση για το εφαρμοστέο Δίκαιο στα τροχαία ατυχήματα |
Convention on the Unification of Certain Points of Substantive Law of Patents for Invention | Σύμβαση για την ενοποίηση ορισμένων στοιχείων του Δικαίου των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας |
co-operative law | συνεταιριστικό δίκαιο |
co-operative law | δίκαιο των συνεταιριστικών οργανώσεων |
corporate law | εταιρικό δίκαιο |
Council Framework Decision on simplifying the exchange of information and intelligence between law enforcement authorities of the Member States of the European Union | Απόφαση-πλαίσιο 2006/960/ΔΕΥ του Συμβουλίού, της 18ης Δεκεμβρίου 2006 , για την απλούστευση της ανταλλαγής πληροφοριών και στοιχείων μεταξύ των αρχών επιβολής του νόμου των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
Council of Bars and Law Societies of Europe | Συμβούλιο των Δικηγορικών Συλλόγων της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
Council Regulation amending Regulation EC No 2201/2003 as regards jurisdiction as well as introducing rules concerning applicable law in matters of divorce and legal separation | νομική πράξη με αντικείμενο το εφαρμοστέο δίκαιο στο διαζύγιο |
Criminal Law Convention on Corruption | Σύμβαση ποινικού δικαίου για τη διαφθορά |
criminal law decision | απόφαση ποινικού δικαστηρίου |
criminal-law liability | ποινική ευθύνη |
criminal law protection against fraudulent conduct | ποινική προστασία από απατηλή ή άλλη αθέμιτη ανταγωνιστική συμπεριφορά |
criminal liability provided for in national law | ποινικές κυρώσεις που προβλέπονται από το εθνικό δίκαιο |
customary international law | εθιμικό διεθνές δίκαιο |
Danish Seamen's Law No 420 of 18 June 1973 | δανικός νόμος άρθ.420 της 18ης Ιουνίου 1973 για τους ναυτικούς |
decision of the Court of Justice on points of law | νομικό ζήτημα που επιλύεται με απόφαση του Δικαστηρίου |
decisional law | νομολογία |
Declaration No 19 on the implementation of Community law | Δήλωση αριθ. 19 σχετικά με την εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου |
decree-law | νομοθετικό διάταγμα |
determination of the applicable law | καθορισμός του εφαρμοστέου δικαίου |
diploma in Comparative Law | δίπλωμα Συγκριτικού Δικαίου |
diploma in criminal law | δίπλωμα Ποινικού Δικαίου |
directive not transposed into a national law | οδηγία που δεν έχει μεταφερθεί στο εθνικό δίκαιο |
disciplinary law | πειθαρχικό δίκαιο |
Doctor of Law | διδάκτωρ Νομικής (doctor juris) |
Doctor of Laws | διδάκτωρ Νομικής (doctor juris) |
domestic law | εσωτερικό δίκαιο |
domestic law | διατάξεις της εσωτερικής ή εθνικής νομοθεσίας κράτους |
domestic law | εθνικό δίκαιο |
draft law | σχέδιο νόμου |
draft law | νομοσχέδιο |
due process of law | τήρηση της νομιμότητας |
due process of law | ορθή διαδικασία |
effectiveness of Community law | αποτελεσματικότης του κοινοτικού δικαίου |
effects on the laws of the Member States | επιπτώσεις επί του δικαίου των κρατών μελών |
Electricity-from-Coal Law | νόμος περί παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από άνθρακα |
electronic law | ηλεκτρονικό δίκαιο |
emergency criminal laws | έκτακτη ποινική νομοθεσία |
emergency law | Αναγκαστικός Νόμος |
Employment Promotion Law | νόμος περί ενισχύσεως της απασχολήσεως |
ensure that the law is observed | εξασφαλίζω την τήρηση του δικαίου |
error of law | σφάλμα δικαίου |
error of law | νομική πλάνη |
European contract law | ευρωπαϊκό δίκαιο των συμβάσεων |
European Convention providing a Uniform Law on Arbitration | Ευρωπαϊκή Σύμβαση περί ενιαίου νόμου σε θέματα διαιτησίας |
European criminal law-enforcement area | ευρωπαϊκός ποινικός χώρος |
European Food Law Association | Ευρωπαϊκή Ενωση για τη Νομοθεσία Τροφίμων |
European Group for Private International Law | Ευρωπαϊκή Ομάδα Ιδιωτικού Διεθνούς Δικαίου |
European Network for the Implementation and Enforcement of Environmental Law | Δίκτυο της ΕΚ για την εφαρμογή και την επιβολή του δικαίου του περιβάλλοντος; Δίκτυο IMPEL |
European patent law | ευρωπαϊκό δίκαιο ευρεσιτεχνίας |
European Public Law Organization | Ευρωπαϊκός Οργανισμός Δημοσίου Δικαίου |
European social law | ευρωπαϊκό κοινωνικό δίκαιο |
European Union network for the implementation and enforcement of environmental law | δίκτυο της Ευρωπαϊκής Ενωσης για την εφαρμογή και την επιβολή του δικαίου του περιβάλλοντος |
evidential value in law | αποδεικτική αξία κατά το νόμο |
examination law makes the grant of a patent subject to the results of an examination | εξέταση |
exchange law | συναλλαγματικό δίκαιο |
failure to communicate any measures incorporating Directives into national law | μη κοινοποίηση των εθνικών μέτρων εφαρμογής των οδηγιών |
failure to fulfil an obligation under national law to exercise supervision or control | παράλειψη εκτελέσεως υποχρέωσης για την άσκηση επίβλεψης ή ελέγχου σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο |
Federal law for the promotion of training | ομοσπονδιακός νόμος για την προώθηση της εκπαίδευσης |
Federal Law Gazette | Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας της Αυστρίας |
Federal Law Gazette | Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της ΟΔΓ |
Federal Law Gazette for the Republic of Austria | Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας της Αυστρίας |
federal law of compensation | Ομοσπονδιακός νόμος αποζημίωσης |
feed law | νομοθεσία περί ζωοτροφών |
force in law | νομική ισχύς |
force of law | νομική ισχύς |
force of law | ισχύς νόμου |
Foreign Trade Law | ομοσπονδιακός νόμος περί εξωτερικού εμπορίου |
Forest Law Enforcement, Governance and Trade | επιβολή της δασικής νομοθεσίας, διακυβέρνηση και εμπόριο |
to form an indivisible whole for applying the law | αποτελώ ενιαίο σύνολο όσον αφορά την εφαρμογή του κανονισμού |
Framework Law on the Judiciary | Συντακτική πράξη της δικαστικής εξουσίας |
general criminal law | γενικό ποινικό δίκαιο |
general international law | γενικό διεθνές δίκαιο |
general law | κοινό δίκαιο |
general law of contract | γενικό ενοχικό δίκαιο |
General Law on Insurance for Widows and Orphans | γενικό σύστημα ασφάλισης χηρών και ορφανών |
General Law on Insurance for Widows and Orphans | γενική ασφάλιση χηρών και ορφανών |
General Law on Old-Age Insurance | νόμος για τη γενικευμένη ασφάλιση γήρατος |
General Law on Social Security | γενικός νόμος περί κοινωνικής ασφαλίσεως |
general law provision | εισαγωγική διάταξη |
to give force of law | έγκριση στη νομοθεσία ή τους κανονισμούς |
Given that this INSTRUMENT builds upon the Schengen acquis, Denmark shall, in accordance with Article 4 of that Protocol, decide within a period of six months after the Council has decided on this INSTRUMENT whether it will implement it in its national law. | Δεδομένου ότι η παρούσα πράξη αποσκοπεί στην ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν η Δανία, σύμφωνα με το άρθρο 4 του προαναφερθέντος πρωτοκόλλου, θα αποφασίσει, εντός εξαμήνου από την έκδοση της παρούσας πράξης από το Συμβούλιο, εάν θα την εφαρμόσει στο εθνικό της δίκαιο. |
Green Paper on the general principles of food law in the European Union | Πράσινη Βίβλος με θέμα τις γενικές αρχές της νομοθεσίας των τροφίμων στην Ευρωπαϊκή Ενωση |
hard law | υποχρεωτικοί κανόνες δικαίου |
to have manifestly failed to observe the provisions of the Treaty or any rule of law relating to its application | αγνόησε κατά έκδηλο τρόπο τις διατάξεις της Συνθήκης ή οποιουδήποτε κανόνα δικαίου σχετικού με την εφαρμογή της |
Immigration law | νομοθεσία περί αλλοδαπών |
Immigration law | δίκαιο καταστάσεως αλλοδαπών |
Implementation and Enforcement of EU Environmental Law | δίκτυο της Ευρωπαϊκής Ενωσης για την εφαρμογή και την επιβολή του δικαίου του περιβάλλοντος |
implementing law of a regulatory character | εκτελεστικό δίκαιο κανονιστικού χαρακτήρα |
in law or in fact | νομικά ή πραγματικά |
incorporation of directives into national law | μετατροπή των οδηγιών |
incorporation of the acquis communautaire into national law | υιοθέτηση του κοινοτικού κεκτημένου |
individual decision under civil law | ατομική απόφαση αστικού δικαίου |
information technology law | δίκαιο τεχνολογίας πληροφοριών |
infraction of the law | παράβαση νόμου |
infringement of Community law by the Court of First Instance | παραβίαση του κοινοτικού δικαίου από το Πρωτοδικείο |
inheritance law | κληρονομικό δίκαιο |
Inland Navigation Disaster Law | νομοθεσία ατυχημάτων εσωτερικής ναυσιπλοϊας |
inland navigation law | δίκαιο εσωτερικής ναυσιπλοϊας |
Inland Navigation Law | νομοθεσία εσωτερικής ναυσιπλοϊας |
insolvency law | νομοθεσία περί αφερεγγυότητας |
institution of public law | νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου |
instrument on the law applicable to divorce | νομική πράξη με αντικείμενο το εφαρμοστέο δίκαιο στο διαζύγιο |
instruments constituting and regulating a legal person governed by private law | καταστατικό του νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου |
insurance contract law | δίκαιο που διέπει την ασφαλιστική σύμβαση |
internal law | εθνικό δίκαιο |
internal law | εσωτερικό δίκαιο |
International Criminal Tribunal for the Prosecution of Persons Responsible for Genocide and Other Serious Violations of International Humanitarian Law Committed in the Territory of Rwanda and Rwandan Citizens Responsible for Genocide and Other Such Violations Committed in the Territory of Neighbouring States, between 1 January 1994 and 31 December 1994 | Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για την εκδίκαση παραβιάσεων του Διεθνούς Ανθρωπιστικού Δικαίου στο έδαφος της Ρουάντα |
International Criminal Tribunal for the Prosecution of Persons Responsible for Genocide and Other Serious Violations of International Humanitarian Law Committed in the Territory of Rwanda and Rwandan Citizens Responsible for Genocide and Other Such Violations Committed in the Territory of Neighbouring States, between 1 January 1994 and 31 December 1994 | ΔΠΔΡ |
International Federation for European Law | Διεθνής Ομοσπονδία για το Ευρωπαϊκό Δίκαιο |
international human rights law | διεθνές δίκαιο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων |
International Institute for the Unification of Private Law | Διεθνές Ινστιτούτο για την Ενοποίηση του Ιδιωτικού Δικαίου |
International Institute for the Unification of Private Law | Διεθνές Ινστιτούτο Ενοποίησης του Ιδιωτικού Δικαίου |
international law | δημόσιο διεθνές δίκαιο |
International Law Commission | Επιτροπή Διεθνούς Δικαίου |
International Law Enforcement Academy | Διεθνής Αστυνομική Ακαδημία |
International Law Enforcement Telecommunications Seminar | Διεθνές σεμινάριο για την επιβολή του νόμου στον τομέα των τηλεπικοινωνιών |
international patent law | διεθνές δίκαιο περί διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας |
international private family law | διεθνές οικογενειακό ιδιωτικό δίκαιο |
international private law | ιδιωτικό διεθνές δίκαιο |
International Tribunal for the Law of the Sea | Διεθνές Δικαστήριο για το Δίκαιο της Θάλασσας |
International Tribunal for the Prosecution of Persons Responsible for Serious Violations of International Humanitarian Law Committed in the Territory of the Former Yugoslavia since 1991 | Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για την πρώην Γιουγκοσλαβία |
International Tribunal for the Prosecution of Persons Responsible for Serious Violations of International Humanitarian Law Committed in the Territory of the Former Yugoslavia since 1991 | Διεθνές Δικαστήριο για την Ποινική Δίωξη των Προσώπων που Ευθύνονται για τη Διάπραξη Σοβαρών Παραβιάσεων του Διεθνούς Ανθρωπιστικού Δικαίου στο Εδαφος της Πρώην Γιουγκοσλαβίας |
judge-made law | πραιτωρικό δίκαιο |
labour law and working conditions | το εργατικό δίκαιο και οι όροι εργασίας |
land laws | αγροτικοί νόμοι, αγροτική νομοθεσία |
law and regulation provision | νομοθετική και κανονιστική διάταξη |
law applicable to dispositions of securities held through indirect holding systems | εφαρμοστέο δίκαιο σε διαθέσεις τίτλων που κατέχονται μέσω έμμεσων συστημάτων κατοχής |
law centre | γραφείο παροχής νομικών συμβουλών |
law code | κώδικας |
law concerning manure | νόμος περί λιπασμάτων |
law draft | σχέδιο νόμου |
law enforcement agency | αρχή επιβολής του νόμου |
law enforcement agency | αρχή εφαρμογής του νόμου |
law enforcement agency | αρχή καταστολής |
law enforcement agency | νομίμως εξουσιοδοτημένη αρχή |
law enforcement agency | διωκτική αρχή |
law enforcement agency | νομίμως εξουσιοδοτημένη αρχή |
law enforcement authorities | αρχές επιβολής του νόμου |
law enforcement authority | αρχή επιβολής του νόμου |
law enforcement authority | αρχή εφαρμογής του νόμου |
law enforcement authority | διωκτική αρχή |
law enforcement authority | αρχή καταστολής |
law enforcement authority | νομίμως εξουσιοδοτημένη αρχή |
Law Enforcement Monitoring Facility | εγκατάσταση παρακολούθησης νομίμως εξουσιοδοτημένης αρχής |
law enforcement monitoring facility | εγκατάσταση παρακολούθησης νομίμως εξουσιοδοτημένης αρχής |
law enforcement officer | αστυνομικός υπάλληλος |
law enforcement official | αστυνομικός υπάλληλος |
law enforcement service | αρχή καταστολής |
law enforcement service | διωκτική αρχή |
law enforcement service | υπηρεσία επιβολής του νόμου |
law enforcement service | αρχή εφαρμογής του νόμου |
law enforcement service | νομίμως εξουσιοδοτημένη αρχή |
law enforcement service | αρχή επιβολής του νόμου |
law firm | νομική εταιρεία |
law firm | εταιρεία νομικών |
law for the protection of the youth | νόμος προστασίας ανηλίκων |
law merchant | εμπορικό δίκαιο |
Law of Administration for the State of Iraq for the Transitional Period | μεταβατικός διοικητικός νόμος |
law of ancient lights | δουλεία ελεύθερης θέας |
law of ancient lights | δουλεία θέας |
law of ancient lights | δικαίωμα φωτισμού |
Law of 13.7.1930 concerning contracts of insurance | νόμος της 13.7.1930 για τη σύμβαση ασφαλίσεως |
Law of 16.5.1891 concerning the supervision of insurance matters | νόμος της 16.5.1891 για την επίβλεψη των ασφαλιστικών πράξεων |
law of contracts and torts | ενοχικό δίκαιο |
law of nations | δημόσιο διεθνές δίκαιο (Ius gentium) |
law of nations | δίκαιο των Εθνών (Ius gentium) |
law of succession | κληρονομικό δίκαιο |
law of the currency | αρχή του lex monetae' κανόνας του lex monetae |
law of the domicile | δίκαιο της κατοικίας (lex domicilii, lex loci domicilii) |
law of the flag | το δίκαιο της σημαίας του πλοίου |
law of the forum | το δίκαιο του δικάζοντος δικαστή (lex fori) |
law of the Member States on trade marks | δίκαιο περί σημάτων των κρατών μελών |
law of the obligations | ενοχικό δίκαιο |
law of the place where immovable property is situated | δίκαιο τοποθεσίας |
Law of the Region of Sardinia | νόμος της περιφέρειας της Σαρδηνίας |
law of the sea | ναυτικό δίκαιο |
Law of the Sea | δίκαιο της θάλασσας |
law of the ship's flag | το δίκαιο της σημαίας του πλοίου |
law of the State addressed | δίκαιο του κράτους εκτελέσεως της αποφάσεως |
law of tort | δίκαιο περί αδικοπραξιών |
law of tort | δίκαιο που ρυθμίζει τις αδικοπραξίες |
law of torts | δίκαιο περί αδικοπραξιών |
Law Office of the Republic of Cyprus | Νομική Υπηρεσία της Κυπριακής Δημοκρατίας |
law official | νομικός υπάλληλος υπουργείου |
Law on a new ruling in respect of civil servants and their survivors | γενικός νόμος για τις πολιτικές συντάξεις |
law on aliens | δίκαιο καταστάσεως αλλοδαπών |
law on aliens | νομοθεσία περί αλλοδαπών |
Law on animal health and welfare | Νόμος για την υγεία και την καλή διαβίωση των ζωών |
Law on Chemical Substances | νόμος περί χημικών ουσιών |
Law on Conditions at the Workplace | Νόμος για τις συνθήκες εργασίας |
Law on conditions on the workplace | νόμος περί συνθηκών στον τόπο εργασίας |
Law on Environmental Impact Assessment | νόμο για την αξιολόγηση των επιπτώσεων στο περιβάλλον |
Law on General Insurance against Special Medical Expenses | γενικός νόμος περί εκτάκτων εξόδων ασθενείας |
Law on General Insurance against Special Medical Expenses | γενικός νόμος περί έκτακτων εξόδων ασθένειας |
law on general old-age insurance | νόμος για τη γενικευμένη ασφάλιση γήρατος |
Law on Health Insurance | νόμος περί ταμείων υγείας |
Law on income for older and partially incapacited unemployed persons | νόμος περί διασφαλίσεως του εισοδήματος ηλικιωμένων και εν μέρει ανίκανων προς εργασία ανέργων |
Law on individual accommodation assistance | νόμος σχετικά με το ατομικό βοήθημα στέγασης |
Law on industrial affairs | νόμος περί βιομηχανίας |
law on insurance for workers | νόμος για την ασφάλεια των εργαζομένων |
Law on old-age insurance for farmers | νόμος περί ασφαλίσεως γήρατος αγροτών |
Law on Patents | νόμος περί θεμάτων ευρεσιτεχνίας |
Law on Ports and Merchant Marine | νόμος για τους λιμένες και την εμπορική ναυτιλία |
law on public health insurance | νόμος περί της δημόσιας υπηρεσίας περιθάλψεως |
Law on Right to Leave for Child Rearing | νόμος περί δικαιώματος αδείας για ανατροφή τέκνου |
law on road development | νόμος για την επέκταση των οδικών αξόνων |
Law on Social Insurance | κανονισμός περί ασφαλίσεων |
Law on Social Insurance | Κώδικας Κοινωνικών Ασφαλίσεων |
Law on Social Welfare for the maintenance of persons receiving rehabilitation treatment | νόμος περί κοινωνικής βοήθειας με σκοπό τη συντήρηση ατόμων υπό επαναπροσαρμογή |
Law on Sowing-Seed and Plants | νόμος για τους σπόρους προς σπορά και τα φυτά |
Law on State contracts | Νόμος περί των Κρατικών Συμβάσεων |
law on supplementary pensions for employed persons | νόμος περί των συμπληρωματικών συντάξεων για τους μισθωτούς |
Law on the Circulation of Fertilisers | Νόμος περί κυκλοφορίας λιπασμάτων |
Law on the Economic and Fiscal Regime for the Canary Islands | νόμος για το οικονομικό και φορολογικό καθεστώς για τις Καναρίους Νήσους |
law on the financing of studies | νόμος περί χρηματοδότησης των σπουδών |
law on the media | νόμος σχετικά με τα μέσα ενημέρωσης |
Law on the social integration of disabled persons | νόμος για την κοινωνική ενσωμάτωση των μειονεκτούντων ατόμων |
Law on the Transfer of Waste | νόμος περί μεταφοράς αποβλήτων |
law on the Work Environment | νόμος περί συνθηκών στον τόπο εργασίας |
law relating to foreign nationals | νομοθεσία περί αλλοδαπών |
law relating to foreign nationals | δίκαιο καταστάσεως αλλοδαπών |
Law relating to insurance against incapacity for work | νόμος σχετικά με την ασφάλιση κατά της ανικανότητας προς εργασίαν |
Law relating to insurance against incapacity for work | νόμος περί της ασφάλισης κατά της ανικανότητας προς εργασία |
law relating to tariffs | τιμολογιακό δικαίωμα |
law safeguarding codetermination | νόμος για τη διασφάλιση της διαχείρισης |
law suit | άσκηση αστικών αξιώσεων |
leasehold law | νομοθεσία περί μισθώσεων |
legal person governed by public law | ΝΠΔΔ |
legal person governed by public law | νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου |
maintenance of law and order | τήρηση της δημόσιας τάξης |
maintenance of law and order | τήρηση τoυ vόμoυ και της τάξης |
maintenance of law and order | επιβολή της δημόσιας τάξης |
marriage law | νόμος περί γάμου |
matrimonial property law | καθεστώς των περιουσιακών σχέσεων των συζύγων |
matrimonial property law | καθεστώς των περιουσιακών στοιχείων των συζύγων |
measures for the approximation of laws and regulations | μέτρα προσέγγισης των νομοθετικών και κανονιστικών διατάξεων |
military law | στρατιωτικοί νόμοι |
misapplication of the law | εσφαλμένη εφαρμογή του δικαίου |
monetary law | νομοθεσία περί νομίσματος' νομισματική νομοθεσία |
national law | διατάξεις τoυ εσωτερικoύ δικαίoυ |
national law | εσωτερικό δίκαιο |
national law applicable | εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο |
national law of the court seised of the matter | εσωτερικό δίκαιο του επιλαμβανομένου δικαστηρίου |
national law of the witness | εθνικό δίκαιο των μαρτύρων |
national law regarding infringement | εθνική νομοθεσία σχετικά με τις παραβάσεις |
national patent law | εθνικό δίκτυο περί διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας |
new plea in law | νέοι ισχυρισμοί |
new plea in law in the course of proceedings | νέος ισχυρισμός κατά τη διάρκεια της δίκης |
no punishment without law | μη επιβολή ποινής άνευ νόμου (nullum crimen, nulla poena sine lege) |
non-contentious civil law matter | εκούσια δικαιοδοσία |
nuclear law | πυρηνική νομοθεσία |
objective factor of law | αντικειμενικό νομικό στοιχείο |
on the basis of established law | βάσει του κειμένου δικαίου |
online law | ηλεκτρονικό δίκαιο |
ordinary law | απλός τυπικός νόμος |
ordinary law | κοινό δίκαιο |
ordinary law governing State-owned legal persons under private law | κοινοτικού δικαίου διατάξεις που διέπουν τα νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου που ανήκουν στο κράτος |
organic law | οργανωτικός νόμος |
original acquisition of an exclusive right granted by law | απόκτηση ενός εκ του νόμου δικαιώματος αποκλειστικότητας |
other bodies governed by public law, or public undertakings of Member States | άλλοι οργανισμοί δημοσίου δικαίου ή δημόσιες επιχειρήσεις των κρατών μελών |
patent law | δίπλωμα ευρεσιτεχνίας |
person entitled under Community law | υπαγόμενος στο κοινοτικό δίκαιο |
person governed by private law | ιδιώτης |
planning law | νομοθεσία περί χωροταξίας,πολεοδομίας και χρήσεων γης |
plant-health laws | φυτοϋγειονομική νομοθεσία |
plea in law | ισχυρισμός |
pleas in law | ισχυρισμός |
pleas in law | ισχυρισμοί των οποίων γίνεται επίκληση |
pleas in law and arguments relied on by the intervener | ισχυρισμοί και επιχειρήματα που προβάλλει ο παρεμβαίνων |
pleas in law on which the application is based | ισχυρισμοί των οποίων γίνεται επίκληση |
pleas of fact and law establishing a prima facie case for the interim measures | πραγματικοί και νομικοί ισχυρισμοί που δικαιολογούν,εκ πρώτης όψεως,τη λήψη του προσωρινού μέτρου |
point of law | νομική κρίση |
point of law | νομικό ζήτημα |
point of law | νομικό θέμα |
point of law | νομικό στοιχείο |
point of law | ζήτημα ερμηνείας δικαίου |
powers normally accorded to courts of law | εξουσίες που αναγνωρίζονται συνήθως στα δικαστήρια |
precedence of Community law | υπεροχή του κοινοτικού δικαίου |
presumption of law | νόμιμο τεκμήριο |
prevailing case-law | υπερισχύουσα νομολογία |
primacy of Community law | υπεροχή του κοινοτικού δικαίου |
principle of law | γενική αρχή του δικαίου |
principle of law | αρχή του δικαίου |
principle of the rule of law | κράτος δικαίου |
principle of the rule of law | αρχή του κράτους δικαίου |
private international law | Ιδιωτικό Διεθνές Δίκαιο |
private law | ιδωτικό δίκαιο |
procedural law | δικονομικό δίκαιο |
programme law | νόμος πρόγραμμα |
Programme of incentives and exchanges for legal practitioners in the area of civil law | πρόγραμμα ενθάρρυνσης και ανταλλαγών που απευθύνεται στους ασκούντες συναφή προς τη δικαιοσύνη επαγγέλματα στον τομέα του αστικού δικαίου |
Programme of incentives and exchanges for legal practitioners in the area of civil law | Grotius-αστικές υποθέσεις |
proof of the existence in law | στοιχείο που αποδεικνύει την ύπαρξη νομικού προσώπου |
proof of the existence in law of a legal person | στοιχείο που αποδεικνύει την ύπαρξη του νομικού προσώπου |
to prosecute the offence under its own criminal law | δίωξη του αδικήματος σύμφωνα με το ποινικό δίκαιο του συγκεκριμένου κράτους |
protection under criminal law of the financial interests of the Communities | ποινική προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Κοινοτήτων |
public international law | δίκαιο των Εθνών (Ius gentium) |
public international law | δημόσιο διεθνές δίκαιο (Ius gentium) |
public law body | οργανισμός δημοσίου δικαίου |
public law body that operates under private law | νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου,το οποίο λειτουργεί υπό καθεστώς ιδιωτικού δικαίου |
question of law | νομικό ζήτημα |
railway law | νομοθεσία σιδηροδρόμων |
railway law | νομοθεσία σιδηροδρομική |
to raise of its own motion a plea in law | εξετάζω αυτεπαγγέλτως ένα νομικό ισχυρισμό |
Regulation of the European Parliament and of the Council on the law applicable to contractual obligations | κανονισμός Ρώμη Ι |
Regulation of the European Parliament and of the Council on the law applicable to contractual obligations | Kανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές |
Regulation of the European Parliament and of the Council on the law applicable to non-contractual obligations | Ρώμη ΙΙ |
Regulation of the European Parliament and of the Council on the law applicable to non-contractual obligations | Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για το εφαρμοστέο δίκαιο στις εξωσυμβατικές ενοχές Ρώμη II |
Regulation of the European Parliament and of the Council on the law applicable to non-contractual obligations | Κανονισμός Ρώμη ΙΙ |
retention of competence for matters concerning criminal law | επιφύλαξη όσον αφορά τα ποινικά ζητήματα |
right of appeal on points of law only | αναίρεση περιοριζόμενη σε νομικά ζητήματα |
rule governing exception under ordinary law | κανόνας παρέκκλισης βάσει του ισχύοντος δικαίου |
rule of conflict of laws | κανόνας συγκρούσεως νόμων |
rule of law capabilities | ικανότητες στον τομέα του κράτους δικαίου |
rule of national law | κανόνας εθνικού δικαίου |
rules of internal law | κανόνες εσωτερικού δικαίου |
rules of internal law relating to jurisdiction | νόμος εσωτερικής δικαιοδοσίας |
ruling by the President of the Court of Justice that the Court of First Instance has been constituted in accordance with law | απόφαση του Προέδρου του Δικαστηρίου με την οποία αναγνωρίζεται ότι το Πρωτοδικείο έχει συγκροτηθεί κανονικά |
sale by authority of law | παραχώρηση με δικαστική απόφαση |
sea law | ναυτικό δίκαιο |
Second Protocol conferring on the Court of Justice of the European Communities certain powers to interpret the Convention on the law applicable to contractual obligations | Δεύτερο πρωτόκολλο για την ανάθεση ορισμένων αρμοδιοτήτων στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων όσον αφορά την ερμηνεία της συμβάσεως για το εφαρμοστέο δίκαιο |
secondary agricultural law | παράγωγο γεωργικό δίκαιο |
settled case-law | πάγια νομολογία |
settled case law | σταθερή νομολογία |
social law | κοινωνικό δίκαιο |
social security law | κοινωνικό δίκαιο |
soft law | μη δεσμευτικό δίκαιο (jus dispositivum) |
soft law | ήπιο δίκαιο (jus dispositivum) |
space law | δίκαιο διαστήματος |
space law | δίκαιο του διαστήματος |
Spain's law on the judicial system | Συντακτική πράξη της δικαστικής εξουσίας |
special criminal law | ειδικό ποινικό δίκαιο |
State Contracts Law | Νόμος περί των Κρατικών Συμβάσεων |
state governed by the rule of law | συνταγματικό κράτος |
status in law | νομική φύση |
statute law | απλός τυπικός νόμος |
statute law | γραπτό δίκαιο |
Statute Law Database | τράπεζα νομοθετικών δεδομένων |
Statute of the Hague Conference on Private International Law | Kαταστατικό της Συνδιάσκεψης της Χάγης του Ιδιωτικού Διεθνούς Δικαίου |
statutory law | απλός τυπικός νόμος |
statutory law | γραπτό δίκαιο |
step back in Community law | οπισθοδρόμηση του κοινοτικού δικαίου |
stock exchange law | χρηματιστηριακό δίκαιο |
Study Centre for the Application of Community Criminal and Financial Law | Κέντρο μελετών για την εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου σε ποινικά και οικονομικά θέματα |
subject of international law | υποκείμενο του διεθνούς δικαίου |
subject to a right of appeal to the Court of Justice on points of law only | υπό την επιφύλαξη ασκήσεως αναιρέσεως ενώπιον του Δικαστηρίου, περιοριζομένης σε νομικά ζητήματα |
substantive law | ουσιαστικό δίκαιο' ουσιαστικές διατάξεις δικαίου |
substantive law | θετικό δίκαιο |
substantive patent law | δίκαιο ευρεσιτεχνίας |
substantive private law | ουσιαστικό ιδιωτικό δίκαιο |
succession law | κληρονομικό δίκαιο |
tax law | φoρoλoγική voμoθεσία |
tax law | φoρoλoγικό δίκαιo |
tenancy laws | νομοθεσία περί μισθώσεως |
the appeal procedure laid down in Article 4 of the Protocol of 3.6.1971 on the interpretation by the Court of Justice of the Convention of 27.9.1968 is intended solely to clarify points of law | για αυστηρά νομικούς λόγους |
the approximation of the laws of Member States | η προσέγγιση των εθνικών νομοθεσιών |
the body of EU law | κεκτημένο |
the body of EU law | κεκτημένο ΕΕ |
the body of EU law | κεκτημένο της Ένωσης |
the body of EU law | κοινοτικό κεκτημένο |
the ECB shall enjoy the most extensive legal capacity accorded to legal persons under its law | η ΕΚΤ έχει την ευρύτερη νομική ικανότητα που αναγνωρίζεται σε νομικά πρόσωπα από την εθνική νομοθεσία |
the general principles common to the laws of the Member States | οι γενικές αρχές του δικαίου που είναι κοινές στα δίκαια των Kρατών μελών |
the law must not have been contravened | έλλειψη καταστρατηγήσεως του νόμου |
the law of companies and other bodies corporate or unincorporate | δίκαιο των εταιριών και άλλων ενώσεων με ή χωρίς νομική προσωπικότητα |
the law of companies and other bodies corporate or unincorporate | δίκαιο των εταιρειών, ενώσεων και νομικών προσώπων |
the law of the country where such establishment is effected | νομοθεσία της χώρας εγκατάστασης |
the maintenance of law and order and the safeguarding of internal security | τήρηση της δημόσιας τάξης και διαφύλαξη της εσωτερικής ασφάλειας |
the maintenance of law and order and the safeguarding of internal security | διατήρηση της δημόσιας τάξης και διαφύλαξη της εσωτερικής ασφάλειας |
the maintenance of law and order and the safeguarding of internal security | διατήρηση της δημόσιας τάξης και διαφύλαξη της εσωτερικής ασφαλείας |
the procedural law | δικονομικό δίκαιο |
the procedural law of a Member State | το δικονομικό δίκαιο ενός κράτους μέλους |
the rules of conflict of laws of the court before which the matter is brought | κανόνες ιδιωτικού διεθνούς δικαίου του επιλαμβανομένου δικαστηρίου |
the rules of private international law of the State in which recognition is sought court which gave the original judgment applied a law other than that which would have been applicable under the rules of private international law of the State in which recognition is sought | οι κανόνες ιδιωτικού διεθνούς δικαίου του κράτους εκτελέσεως |
the statutes may make subsidiary reference to the national laws | το καταστατικό δύναται να παραπέμπει επικουρικώς στις εθνικές νομοθεσίες |
time-limits for bringing action under national law | προθεσμία άσκησης προσφυγής εσωτερικού δικαίου |
trade mark governed by a uniform Community law | σήμα που διέπεται από ενιαίο κοινοτικό δίκαιο |
trade union law | συνδικαλιστικό δίκαιο |
to transform into national law | καθίσταται εσωτερικό δίκαιο |
Transitional Administrative Law | μεταβατικός διοικητικός νόμος |
treaty law | Δίκαιο των συνθηκών |
trespass against the law | παράβαση νόμου |
Uniform Law on International Sale of Goods | ομοιόμορφο δίκαιο για τη διεθνή πώληση κινητών αντικειμένων |
unwritten law | άγραφο δίκαιο |
urban planning and building law | πολεοδομική και οικοδομική νομοθεσία |
violation of the law leading to action | κολάσιμο ποινικό αδίκημα |
water law | νόμος περί υδάτων |
Working Party on Cooperation in the field of law | ομάδα δικαστικής συνεργασίας |
Youth Welfare Law | προνοιακός νόμος για την προστασία της παιδικής ηλικίας |
Youth Welfare Law | προνοιακός νόμος για την προστασία της νεότητας |