DictionaryForumContacts

   English
Terms containing LGBT | all forms | exact matches only
SubjectEnglishGreek
h.rghts.act.closeted LGBT personάτομο LGBT που δεν αποκαλύπτει την ταυτότητα του φύλου του
h.rghts.act.ethnic minority LGBT personάτομο LGBT που είναι μέλος εθνικής μειονότητας
h.rghts.act.LGBT demonstrationεκδήλωση των LGBT
h.rghts.act.LGBT Equality MarchΠορεία ισότητας των LGBT
h.rghts.act.LGBT identityταυτότητα LGBT
lawLGBT toolkitδέσμη εργαλείων για την προαγωγή και προστασία της άσκησης όλων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από λεσβίες, ομοφυλόφιλους, αμφιφυλόφιλους και διεμφυλικούς
h.rghts.act.religious minority LGBT personLGBT μέλη θρησκευτικών μειονοτήτων