Subject | English | Greek |
interntl.trade. | Agency for International Trade Information and Cooperation | Οργανισμός ενημέρωσης και συνεργασίας για το διεθνές εμπόριο |
el. | Agreement among the European Atomic Energy Community, the Government of Japan, the Government of the Russian Federation, and the Government of the United States of America on cooperation in the engineering design activities for the international thermonuclear experimental reactor | Συμφωνία συνεργασίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας, της Κυβέρνησης της Ιαπωνίας, της Κυβέρνησης της Ρωσικής ομοσπονδίας και της Κυβέρνησης των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής για δραστηριότητες εκπόνησης της κατασκευαστικής μελέτης για το διεθνή θερμοπυρηνικό πειραματικό αντιδραστήρα |
law | Agreement between the International Criminal Court and the European Union on cooperation and assistance | Συμφωνία μεταξύ του διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου και της Ευρωπαϊκής Ένωσης περί συνεργασίας και συνδρομής |
R&D., nucl.phys. | Agreement constituting a Council of Representatives of European States for planning an international laboratory and organising other forms of cooperation in nuclear research | Συμφωνία "περί ιδρύσεως Συμβουλίου Αντιπροσώπων Ευρωπαϊκών Κρατών δια την μελέτην σχεδίων διεθνούς εργαστηρίου και την οργάνωσιν άλλων μορφών συνεργασίας δια την πυρηνικήν έρευναν" |
nat.sc., el. | Agreement on Cooperation in the Engineering Design Activities for the International Thermonuclear Experimental Reactor | συμφωνία συνεργασίας για τις δραστηριότητες στο έργο της λεπτομερούς μελέτης του διεθνούς θερμοπυρηνικού πειραματικού αντιδραστήρα |
immigr. | central bodies responsible for international police cooperation | κεντρικά όργανα αρμόδια για τη διεθνή αστυνομική συνεργασία |
agric., R&D. | Centre for International Cooperation in Agronomical Research for Development | Κέντρο Διεθνούς Συνεργασίας στον τομέα της Γεωπονικής Ερευνας για την Ανάπτυξη |
law, commer., polit. | Common Understanding on the principles of international cooperation in research and development activities in the domain of Intelligent Manufacturing Systems between the European Community and the United States of America, Japan, Australia, Canada and the EFTA countries of Norway and Switzerland | Διευθέτηση επι των αρχών της διεθνούς συνεργασίας για τις δραστηριότητες έρευνας και ανάπτυξης στον τομέα των ευφυών συστημάτων βιομηχανικής παραγωγής μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, της Ιαπωνίας, της Αυστραλίας, του Καναδά και των χωρών της ΕΖΕΣ Νορβηγίας και Ελβετίας |
econ. | Conference on International Economic Cooperation | Συνδιάσκεψη Διεθνούς Οικονομικής Συνεργασίας |
gen. | Convention concerning International Cooperation regarding Administrative Assistance to Refugees | Σύμβαση για τη διεθνή συνεργασία σε ζητήματα διοικητικής συνδρομής προς τους πρόσφυγες |
environ. | Convention on International Cooperation on Oil Pollution Preparedness and Response in Emergency Cases | σύμβαση διεθνούς συνεργασίας για την ετοιμότητα κατά της ρύπανσης από πετρέλαιο και την ανταπόκριση σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης |
nucl.phys. | Cooperation Agreement between the European Atomic Energy Community and the International Atomic Energy Agency | Συμφωνία συνεργασίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας και του Διεθνούς Οργανισμού Ατομικής Ενέργειας |
mater.sc. | Cooperation with third countries and international organizations | συνεργασία με τρίτες χώρες και διεθνείς οργανισμούς |
gen. | cooperation with third countries or international organizations | ενέργειες συνεργασίας με τρίτες χώρες ή διεθνείς οργανισμούς |
gen. | Council on International Cooperation in the Study and Utilisation of Outer Space | Συμβούλιο διεθνούς συνεργασίας για την εξερεύνηση και τη χρησιμοποίηση του εξω- ατμοσφαιρικού διαστήματος |
account. | current international cooperation | τρέχουσα διεθνής συνεργασία |
gen. | Department for individual cases in matters of international judicial cooperation | υπηρεσία των κατ´ιδίαν περιπτώσεων σε θέματα διεθνούς δικαστικής συνεργασίας |
gen. | Directorate for International Police Cooperation | Διεύθυνση Διεθνούς Αστυνομικής Συνεργασίας |
law | Draft European Comprehensive Convention on International Cooperation in Criminal Matter | Σχέδιο Ευρωπαϊκής Γενικής Σύμβασης για τη διεθνή συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις |
transp., avia. | "EUROCONTROL" International Convention relating to Cooperation for the Safety of Air Navigation | Σύμβαση EUROCONTROL σχετική με τη συνεργασία για την ασφάλεια της αεροναυτιλίας |
transp., avia. | "EUROCONTROL" International Convention relating to Cooperation for the Safety of Air Navigation | Σύμβαση EUROCONTROL |
crim.law. | Handbook for international police cooperation in connection with football matches | εγχειρίδιο συστάσεων για τη διεθνή αστυνομική συνεργασία και μέτρα πρόληψης και καταπολέμησης της βίας και των ταραχών εξ αφορμής ποδοσφαιρικών αγώνων διεθνούς χαρακτήρα, στους οποίους συμμετέχει τουλάχιστον ένα κράτος μέλος' εγχειρίδιο για τη διεθνή αστυνομική συνεργασία εξ αφορμής ποδοσφαιρικών αγώνων |
law, hobby | Handbook for police and security authorities concerning cooperation at major events with an international dimension | εγχειρίδιο για τις αστυνομικές αρχές και τις αρχές ασφαλείας όσον αφορά τη συνεργασία σε σημαντικά γεγονότα με διεθνή διάσταση |
crim.law. | Handbook with recommendations for international police cooperation and measures to prevent and control violence and disturbances in connection with football matches with an international dimension, in which at least one Member State is involved | εγχειρίδιο συστάσεων για τη διεθνή αστυνομική συνεργασία και μέτρα πρόληψης και καταπολέμησης της βίας και των ταραχών εξ αφορμής ποδοσφαιρικών αγώνων διεθνούς χαρακτήρα, στους οποίους συμμετέχει τουλάχιστον ένα κράτος μέλος' εγχειρίδιο για τη διεθνή αστυνομική συνεργασία εξ αφορμής ποδοσφαιρικών αγώνων |
nat.sc. | International Association for the promotion of cooperation with scientists from countries of the former Soviet Union | Διεθνής ΄Ενωση για την προαγωγή της συνεργασίας με τους επιστήμονες των χωρών της πρώην Σοβιετικής ΄Ενωσης |
R&D. | International Association for the Promotion of Cooperation with Scientists from the New Independent States of the Former Soviet Union | Διεθνής Ενωση για την προαγωγή της συνεργασίας με τους επιστήμονες των νέων ανεξάρτητων κρατών της πρώην Σοβιετικής Ενωσης; Διεθνής ένωση για την προαγωγή της συνεργασίας με τους επιστήμονες των νέων ανεξάρτητων κρατών της πρώην Σοβιετικής Ενωσης |
fin. | International Bank for Economic Cooperation - Moscow 1963 | Διεθνής τράπεζα οικονομικής συνεργασίας-Mόσχα 1963 |
environ. | International Convention on Oil Pollution Preparedness, Response and Cooperation | Διεθνής σύμβαση για την ετοιμότητα, αντιμετώπιση και συνεργασία σε περιστατικά ρύπανσης από το πετρέλαιο |
environ. | International Convention on Oil Pollution Preparedness, Response and Cooperation | διεθνής σύμβαση για την πρόληψη, τη διαχείριση και τη συνεργασία στον τομέα της πετρελαϊκής ρύπανσης |
environ., min.prod. | International Convention on Oil Pollution Preparedness, Response and Cooperation | Διεθνής Σύμβαση για την ετοιμότητα, συνεργασία και αντιμετώπιση της ρύπανσης της θάλασσας από πετρέλαιο |
environ. | International Convention on Oil Pollution Preparedness, Response and Cooperation | Διεθνής Σύμβαση για τη συνεργασία, προετοιμασία και καταπολέμηση της ρύπασνσης από τους υδρογονάνθρακες |
transp., polit. | International Convention relating to Cooperation for the Safety of Air Navigation | Διεθνής σύμβαση συνεργασίας για την ασφάλεια της αεροναυτιλίας |
R&D. | International Cooperation | Διεθνής συνεργασία |
econ. | international cooperation | διεθνής συνεργασία |
gen. | International Cooperation for Development and Solidarity | Διεθνής συνεργασία για την ανάπτυξη και την αλληλεγγύη |
gen. | international cooperation in the field of technology | διεθνής τεχνολογική συνεργασία |
health., pharma. | International Cooperation on Harmonisation of Technical Requirements for Registration of Veterinary Products | ∆ιεθνής ∆ιάσκεψη για την Εναρµόνιση των Τεχνικών Απαιτήσεων για την Έγκριση ΚτηνιατρικώνΦαρµάκων |
gen. | International Development Cooperation Department | Υπηρεσία Διεθνούς Αναπτυξιακής Συνεργασίας |
energ.ind. | International Energy Cooperation Programme between the EC and third countries | Διεθνές Πρόγραμμα Συνεργασίας της ΕΚ στον τομέα της Ενέργειας μεταξύ της ΕΚ και των τρίτων χωρών |
nat.sc. | International Scientific Cooperation | διεθνής επιστημονική συνεργασία |
law | Joint declaration on cooperation with the States members of international organisations | Κοινή δήλωση περί της συνεργασίας με τα κράτη μέλη των διεθνών οργανισμών |
gen. | Ministry of Planning and International Cooperation | Υπουργείο Προγραμματισμού και Διεθνούς Συνεργασίας |
el. | Multiannual programme to promote international cooperation in the energy sector | Πολυετές πρόγραμμα για την προώθηση της διεθνούς συνεργασίας στον τομέα της ενέργειας |
energ.ind. | Multiannual Programme to promote international cooperation in the energy sector | πρόγραμμα προώθησης της διεθνούς συνεργασίας στον τομέα της ενέργειας |
energ.ind. | Multiannual Programme to promote international cooperation in the energy sector | πρόγραμμα συνδρομής και συνεργασίας με τις τρίτες χώρες στον τομέα του καθορισμού της ενεργειακής πολιτικής και της εφρμογής της |
energ.ind. | Multiannual Programme to promote international cooperation in the energy sector | πολυετές πρόγραμμα διεθνούς συνεργασίας στον ενεργειακό τομέα |
econ. | Organisation for International Economic Cooperation | Οργανισμός Διεθνούς Οικονομικής Συνεργασίας |
nat.sc. | plan to stimulate the international cooperation and interchange needed by European research scientists | πρόγραμμα τόνωσης των διεθνών συνεργασιών και των ανταλλαγών που χρειάζονται οι ευρωπαίοι ερευνητές |
R&D. | Plan to stimulate the international cooperation and interchange needed by European research scientists 1988-92 | Σχέδιο τόνωσης των διεθνών συνεργασιών και ανταλλαγών που είναι απαραίτητες για το έργο των ευρωπαίων ερευνητών1988-1992 |
nat.sc. | plan to stimulate the international cooperation and interchange needed by European research scientists | Σχέδιο για την τόνωση της διεθνούς συνεργασίας και των ανταλλαγών που είναι αναγκαίες στους ευρωπαίους ερευνητές |
cultur. | principle of international solidarity and cooperation | αρχή της διεθνούς αλληλεγγύης και συνεργασίας |
ed., R&D. | Programme Plan to Stimulate the International Cooperation and Interchange Needed by European Research Scientists 1988 to 1992 | Σχέδιο προγράμματος για την τόνωση της διεθνούς συνεργασίας και των ανταλλαγών που είναι απαραίτητες για το έργο των ευρωπαίων ερευνητών 1988-1992 |
energ.ind. | Programme to promote international cooperation in the energy sector | πρόγραμμα συνδρομής και συνεργασίας με τις τρίτες χώρες στον τομέα του καθορισμού της ενεργειακής πολιτικής και της εφρμογής της |
energ.ind. | Programme to promote international cooperation in the energy sector | πολυετές πρόγραμμα διεθνούς συνεργασίας στον ενεργειακό τομέα |
energ.ind. | programme to promote international cooperation in the energy sector | πρόγραμμα προώθησης της διεθνούς συνεργασίας στον τομέα της ενέργειας |
energ.ind. | programme to promote international cooperation in the energy sector | πρόγραμμα συνδρομής και συνεργασίας με τις τρίτες χώρες στον τομέα του καθορισμού της ενεργειακής πολιτικής και της εφρμογής της |
energ.ind. | programme to promote international cooperation in the energy sector | πολυετές πρόγραμμα διεθνούς συνεργασίας στον ενεργειακό τομέα |
energ.ind. | Programme to promote international cooperation in the energy sector | πρόγραμμα προώθησης της διεθνούς συνεργασίας στον τομέα της ενέργειας |
energ.ind. | programme to promote international cooperation in the energy sector - Synergy programme | πρόγραμμα για την προώθηση της διεθνούς συνεργασίας στον τομέα της ενέργειας |
energ.ind. | promotion at international level of cooperation in the fields of renewable energy sources and energy efficiency | προώθηση σε διεθνές επίπεδο της συνεργασίας στους τομείς ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και ενεργειακής αποτελεσματικότητας |
transp., avia. | Protocol consolidating the EUROCONTROL International Convention relating to Cooperation for the Safety of Air Navigation of 13 December 1960, as variously amended | Πρωτόκολλο Ενοποίησης της Διεθνούς Σύμβασης της σχετικής με τη συνεργασία για την ασφάλεια της αεροναυτιλίας της 13ης Δεκεμβρίου 1960, σε συνέχεια των διαφόρων τροποποιήσεων που έγιναν |
transp., avia. | Protocol on the accession of the European Community to the Eurocontrol International Convention relating to Cooperation for the Safety of Air Navigation of 13 December 1960, as variously amended and as consolidated by the Protocol of 27 June 1997 | Πρωτόκολλο σχετικά με την προσχώρηση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας στη διεθνή σύμβαση Eurocontrol τη σχετική με τη συνεργασία για την ασφάλεια της αεροναυτιλίας τής 13ης Δεκεμβρίου 1960, όπως τροποποιήθηκε κατ' επανάληψη και όπως ενοποιήθηκε με το πρωτόκολλο της 27ης Ιουνίου 1997 |
gen. | Spanish Agency for International Cooperation | Ισπανικός οργανισμός για την ανάπτυξη της διεθνούς συνεργασίας |
gen. | Spanish Agency for International Development Cooperation | Ισπανικός οργανισμός για την ανάπτυξη της διεθνούς συνεργασίας |
gen. | specific programme for research and technological development in the field of cooperation with third countries and international organizations | ειδικό πρόγραμμα έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης στον τομέα της συνεργασίας με τρίτες χώρες και διεθνείς οργανισμούς |
R&D. | specific programme for research and technological development, including demonstration, in the field of cooperation with third countries and international organisations 1994-1998 | ειδικό πρόγραμμα έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης συμπεριλαμβανομένης της επίδειξης, στον τομέα της συνεργασίας με τρίτες χώρες και διεθνείς οργανισμούς 1994-1998 |
gen. | Specific programme for research and technological development, including demonstration, in the field of cooperation with third countries and international organisations | Ειδικό πρόγραμμα έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης, περιλαμβανομένης της επίδειξης, στον τομέα της συνεργασίας με τρίτες χώρες και διεθνείς οργανισμούς |
gen. | Specific programme of research and technological development, including demonstration, in the field of cooperation with third countries and international organizations | Ειδικό πρόγραμμα έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης,συμπεριλαμβανομένης της επίδειξης,στον τομέα της συνεργασίας με τρίτες χώρες και διεθνείς οργανισμούς |
gen. | State Secretary for International Cooperation and Latin America | Αναπληρωτής Υπουργός Υπεύθυνος για τη Διεθνή Συνεργασία και τις Σχέσεις με την Λατινική Αμερική |
energ.ind. | Strategic Group for International Energy Cooperation | Στρατηγική Ομάδα για τη Διεθνή Ενεργειακή Συνεργασία |
ed. | Task Force for International Cooperation on Holocaust Education, Remembrance and Research | Ειδική ομάδα για την διεθνή συνεργασία σχετικά με την εκπαίδευση, τη διατήρηση της μνήμης και την έρευνα για το Ολοκαύτωμα |
industr. | Understanding on international cooperation on research and development activities in the domain of intelligent manufacturing systems | διεθνής συνεργασία στα πλαίσια δραστηριοτήτων έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης στον τομέα των ευφυών συστημάτων βιομηχανικής παραγωγής |
energ.ind., nucl.phys., UN | United Nations Conference for the Promotion of International Cooperation in the Peaceful Uses of Nuclear Energy | Διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για την Προώθηση και τη Διεθνή Συνεργασία στον τομέα της Ειρηνικής Χρήσης της Πυρηνικής Ενέργειας |