DictionaryForumContacts

   English
Terms for subject Medical containing Growth | all forms | exact matches only
EnglishGreek
antibody which inhibits acceptance of growth factors by receptorsαντισώματα αντιυποδοχείς των αυξητικών παραγόντων
antibody which inhibits tumour growth factorsαντισώματα αντιαυξητικοί παράγοντες
bacterial growth factorsπαράγοντες βακτηριδιακής αναπτύξεως
B-cell growth factorπαράγοντας αύξησης κυττάρων-Β
Biotechnology research for innovation, development and growth in EuropeΕιδικό πρόγραμμα έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης στον τομέα της βιοτεχνολογίας 1990-1994
Biotechnology research for innovation, development and growth in EuropeΒιοτεχνολογική έρευνα για καινοτομία,ανάπτυξη και οικονομική μεγέθυνση στην Ευρώπη
cephalic growth curveκαμπύλη ανάπτυξης περιμέτρου κεφαλής
cephalic growth curveεκατοστιαία θέση περιμέτρου κεφαλής
epidermal growth factorπαράγοντας επιδερμικής αύξησης
epidermal growth factorεπιδερμικός αυξητικός παράγοντας
fetal growth retardationκαθυστέρηση ενδομήτριας ανάπτυξης
fibroblast growth factorινοβλαστικός αυξητικός παράγοντας
fibroblast growth factorαυξητικός παράγοντας ινοβλαστών
fibroblast growth hormoneινοβλαστικός αυξητικός παράγοντας
fibroblast growth hormoneαυξητικός παράγοντας ινοβλαστών
foetal growth retardationκαθυστέρηση ενδομήτριας ανάπτυξης
growth coneαυξητικός κώνος
growth coneκώνος ανάπτυξης
growth controlέλεγχος αύξησης
growth curveαυξητική καμπύλη
growth curveκαμπύλη αύξησης
growth diskεπιφυσιακός χόνδρος (cartilago epiphysialis)
growth diskδίσκος επίφυσης (cartilago epiphysialis)
growth diskεπιφυσιακή πλάκα (cartilago epiphysialis)
growth diskαυξητικός χόνδρος (cartilago epiphysialis)
growth factorαυξητικός παράγοντας
growth factor receptorυποδοχέας αυξητικού παράγοντα
growth feverπυρετός της ανάπτυξης
growth fractionκλάσμα αυξήσεως
growth hormoneσωματοτροπίνη
growth hormoneσωματοτρόπος ορμόνη
growth hormoneαυξίνη
growth hormoneαυξητική ορμόνη
growth hormoneανθρώπινη αυξητική ορμόνη
growth hormone inhibiting hormoneανασταλτική ορμόνη αυξητικής ορμόνης
growth hormone inhibiting hormoneσωματοστατίνη
growth hormone release-inhibiting hormoneανασταλτική ορμόνη αυξητικής ορμόνης
growth hormone release-inhibiting hormoneσωματοστατίνη
growth hormone-releasing factorσωματολιβερίνη
growth hormone-releasing factorπαράγοντας έκλυσης αυξητικής ορμόνης
growth hormone-releasing factorεκλυτική ορμόνη αυξητικής ορμόνης
growth hormone-releasing hormoneσωματολιβερίνη
growth hormone-releasing hormoneπαράγοντας έκλυσης αυξητικής ορμόνης
growth hormone-releasing hormoneεκλυτική ορμόνη αυξητικής ορμόνης
growth mediumθρεπτικό υπόστρωμα
growth mediumαυξητικό θρεπτικό υλικό
growth mediumαυξητικό μέσο καλλιέργειας
growth of bacteriaβακτηριακή ανάπτυξις
growth of nerval fibresανάπτυξη νευρικών ινών
growth phaseφαση ανάπτυξης
growth piateδίσκος επίφυσης (cartilago epiphysialis)
growth piateεπιφυσιακός χόνδρος (cartilago epiphysialis)
growth piateεπιφυσιακή πλάκα (cartilago epiphysialis)
growth piateαυξητικός χόνδρος (cartilago epiphysialis)
growth rateταχύτητα αύξησης
growth rateρυθμός αύξησης
growth rateρυθμός αναπαραγωγής
growth rate of populationποσοστό αύξησης του πληθυσμού
growth regulatorρυθμιστής αύξησης
growth retardationκαθυστέρηση ανάπτυξης
growth retardationκαθυστέρηση της ανάπτυξης
growth ringετήσιος δακτύλιος
growth ringδακτύλιος κορμού δένδρου
growth ringδακτύλιος ανάπτυξης
growth stimulantτονωτικό της αύξησης
growth substanceαυξίνη
growth substanceαυξητική ορμόνη
haemopoietic cell growth factorαιμοποιητικός αυξητικός παράγοντας
hepatocyte growth factorηπατοκυτταρικός αυξητικός παράγοντας
human epidermal growth factorεπιδερμικός αυξητικός παράγοντας ανθρώπου
human epidermal growth factorουρογαστρόνη
human growth hormoneαυξητική ορμόνη
human growth hormoneσωματοτροπίνη
human growth hormoneανθρώπινη αυξητική ορμόνη
insulin growth factor 1ινσουλινοειδής αυξητικός παράγοντας
insulin-like growth factorαυξητικός παράγοντας τύπου ινσουλίνης
insulin-like growth factor 1ινσουλινοειδής αυξητικός παράγοντας
insulin-like growth factorινσουλινοειδής αυξητικός παράγοντας
intercalary growth zoneενδιάμεση ζώνη αύξησης
intercalary growth zoneεμβόλιμη ζώνη αύξησης
intrauterine growth retardationκαθυστέρηση ενδομήτριας ανάπτυξης
intrinsic growth rateενδογενής αυξητικός ρυθμός
mast cell growth factorπαράγοντας αρχέγονων κυττάρων
Nerve Growth Factorαυξητικός παράγοντας του νευρικού ιστού
nerve growth factorνευρικός αυξητικός παράγοντας
nerve growth factorαυξητικός παράγοντας νεύρων
pituitary growth hormoneαυξητική ορμόνη
pituitary growth hormoneσωματοτρόπος ορμόνη
pituitary growth hormoneσωματοτροπίνη
pituitary growth hormoneυποφυσιακή αυξητική ορμόνη
placental growth hormoneπλακουντιακή αυξητική ορμόνη
placental growth hormoneανθρώπινη χοριονική σωματομαμοτροφίνη
platelet-derived growth factorαυξητικός παράγοντας αιμοπεταλίων
platelet-derived growth factorαιμοπεταλιακός αυξητικός παράγοντας
platelets-derived growth factorαιμοπεταλιακός αυξητικός παράγοντας
re-growth promotionτόνωση της εκ νέου αύξησης
summer growth zoneδακτύλιος του θέρους
transforming growth factorαυξητικός παράγοντας μεταμόρφωσης