DictionaryForumContacts

   English
Terms for subject General containing Forward | all forms | exact matches only
EnglishGreek
carry forwardπροωθώ
Forward-Based Systemσυστήματα "προωθημένης βάσης"
Forward-Based Systemπροωθημένα συστήματα
forward defenceπροωθημένη άμυνα
forward edge of the battle areaγραμμή προς τον εχθρό που κατέχεται από φίλια μάχημα τμήματα και τμήματα κάλυψης
forward rateπροθεσμιακή τιμή
Forward Studies UnitΟμάδα μελέτης προοπτικών
forward transactions in securitiesπροθεσμιακές πράξεις σε χρεόγραφα
forwarding administrationυπηρεσία αποστολής
forwarding agentπράκτορας μεταφορών
income and charges resulting from covered forward contractsέσοδα και έξοδα που απορρέουν από καλυπτόμενες προθεσμιακές πράξεις
methods for forward-looking labour force managementμέθοδοι διαχείρισης της απασχόλησης βάσει προβλέψεων
naval forward logistic siteναυτική προωθημένη βάση διοικητικής μέριμνας
safety glazing material requisite for the driver's forward field of visionυλικό υαλοπίνακα ασφαλείας απαιτούμενο για το εμπρός οπτικό πεδίο του οδηγού
Store-and-forward switching centerΜεταγωγικό κέντρο απομνημόνευσης και προώθησης μηνυμάτων
uncompleted forward and spot exchange transactionεκκρεμούσες πράξεις σε ξένα νομίσματα προθεσμιακές ή τοις μετρητοίς