DictionaryForumContacts

   English
Terms for subject General containing First | all forms | exact matches only
EnglishGreek
Agreement amending the Cotonou Agreement for the first timeΣυμφωνία για την τροποποίηση της συμφωνίας εταιρικής σχέσης μεταξύ των μελών της ομάδας των κρατών της Αφρικής, της Καραϊβικής και του Ειρηνικού, αφενός, και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της, αφετέρου
commitment on non-first useνα μην είναι ο πρώτος που θα προσφύγει σε πυρηνικά όπλα
commitment on non-first useδέσμευση για "μη πρώτη χρήση πυρηνικών όπλων"
Convention for the Partial Revision of the Conventions Adopted by the General Conference of the International Labour Organisation at Its First Twenty-eight Sessions for the Purpose of Making Provision for the Future Discharge of Certain Chancery Functions Entrusted by the Said Conventions to the Secretary-General of the League of Nations and Introducing therein Certain Further Amendments Consequential upon the Dissolution of the League of Nations and the Amendment of the Constitution of the International Labour OrganisationΣύμβαση "διά την μερικήν αναθεώρησίν των, υπό της Γενικής Συνδιασκέψεως της Διεθνούς Οργανώσεως της Εργασίας γενομένων αποδεκτών συμβάσεων, εις τας 28 πρώτας συνόδους αυτής"
first aid instructionsοδηγίες πρώτων βοηθειών
first aid measureμέτρα πρώτων βοηθειών
first articulationπρώτη άρθρωση
first boiling crisisκρίσιμη θερμική ροή
first boiling crisisθερμική ροή DNB
first chargeαρχική τροφοδότηση με γυαλί
first chargeAρχική γόμοση
first circularπρώτη ανακοίνωση
first circularπροκαταρκτική ανακοίνωση
first cosmic speedαρχική κοσμική ταχύτητα
first draftπροσχέδιο
first draftπροκαταρκτικό σχέδιο
first drawing on a loanπρώτη χρησιμοποίηση των κεφαλαίων δανείου
First Field Operatorεπικεφαλής χειριστής λειτουργίας
first fillingαρχική τροφοδότηση με γυαλί
first generation agreementσυμφωνία πρώτης γενεάς
first generation systemσύστημα πρώτης γενεάς
first-hand evidenceαπόδειξη "από πρώτο χέρι"
First Impression Reportέκθεση πρώτης εκτίμησης
first in, first outμέθοδος FIFO
First in first out:FIFOΠρώτο μπαίνει πρώτο βγαίνει
first mate of vesselαξιωματικός Α'; πλοίαρχος Α'
first offκαταρχήν
First OfficerΠρώτος Αξιωματικός
first order decayσυνάρτηση διάσπασης πρώτης τάξεως
first order decay functionσυνάρτηση διάσπασης πρώτης τάξεως
first order decay methodσυνάρτηση διάσπασης πρώτης τάξεως
First-order subroutineΥπορουτίνα πρώτης τάξης
first party liable "drawee"πρωτοφειλέτης "πληρωτής"
First Past the Post Systemσύστημα σχετικής πλειοψηφίας
First Protocol on the interpretation by the Court of Justice of the European Communities of the Convention on the law applicable to contractual obligationsΠρώτο Πρωτόκολλο για την ερμηνεία από το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της Σύμβασης για το εφαρμοστέο Δίκαιο στις συμβατικές ενοχές
first responseπρώτη αντίδραση
first seriesπάνω σειρά
first stomachμεγάλη κοιλία
first-strike capabilityικανότητα πρώτου πλήγματος
first-strike capabilityδυνατότητα πρώτου πλήγματος
first-strike weaponόπλο πρώτου πλήγματος
first use of nuclear weaponsκάνω πρώτος χρήση πυρηνικών όπλων
first Vice-President of the Committee of the RegionsΑ΄Αντιπρόεδρος της Επιτροπής των Περιφερειών
first voteπρώτη ψήφος
to have jurisdiction as tribunal both of first and of final instanceδικάζω σε πρώτο και τελευταίο βαθμό
no-first use declarationνα μην είναι ο πρώτος που θα προσφύγει σε πυρηνικά όπλα
no-first use declarationδέσμευση για "μη πρώτη χρήση πυρηνικών όπλων"
pre-negotiated Council position at first readingσυμφωνία σε πρώιμη δεύτερη ανάγνωση
Prime Minister, First Lord of the Treasury and Minister for the Civil ServiceΠρωθυπουργός, Πρώτος Λόρδος του Δημόσιου Θησαυρού και Υπουργός Δημόσιων Υπηρεσιών
sergeant first classαρχιλοχίας
such authorisation must be applied for before the end of the first yearη άδεια πρέπει να ζητηθεί προ της λήξεως του πρώτου έτους
the first stage shall be extended for a further yearτο πρώτο στάδιο παρατείνεται για ένα ακόμη έτος
transition from the first to the second stage shall be conditional upon a finding thatη μετάβαση από το πρώτο στο δεύτερο στάδιο εξαρτάται από τη διαπίστωση...
wear protective gloves when administering first aidφοράτε προστατευτικά γάντια κατά την παροχή των πρώτων βοηθειών
with rounding off to the first decimal placeστρογγυλεύω στρογγυλεύοντας στην πρώτη δεκαδική μονάδα